ΑΙΘΙΟΠΙΑ 5 - ΣΤΟΝ ΑΓΡΙΟ ΝΟΤΟ
Έχουμε μόλις μπει στο πρώτο χωριό των Μούρσι και ήδη γύρω μας συνωθούνται μικροί και μεγάλοι και μας χαζεύουν εξαϋλωμένοι. Το ίδιο και μεις. Είμαστε τόσο αξιοπερίεργο θέαμα όσο είναι κι αυτοί για μας. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που μου περνάει απ το μυαλό πως οι «άγριοι» είμαστε ‘μεις. Αν όχι οι άγριοι, σίγουρα πάντως οι εισβολείς.
Του Κώστα Ζυρίνη
Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 459 /31.01.2009
Προηγούνται:
ΑΙΘΙΟΠΙΑ 1 - ΣΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ ΓΑΛΑΖΙΟΥ ΝΕΙΛΟΥ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΑΙΘΙΟΠΙΑ 2 - ΑΠΟ ΤΟ ΓΚΟΝΤΑΡ ΣΤΟ ΑΞΟΥΜ, ΣΥΝΟΙΚΙΑ Τ' ΟΝΕΙΡΟ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΑΙΘΙΟΠΙΑ 3 - ΒΥΘΙΣΜΑ ΝΤΑΝΑΚΙΛ, ΠΛΑΝΗΤΗΣ ΑΡΗΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΑΙΘΙΟΠΙΑ 4 - ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΥΠΟΓΕΙΑ ΛΑΛΙΜΠΕΛΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
Στην Αντίς Αμπάμπα συμπλήρωσαν την ομάδα μας οι άρτι αφιχθέντες από Αθήνα, Καίτη και Αλέξης, που μέχρι χτες σχεδόν δεν γνώριζαν ο ένας την ύπαρξη του άλλου. Τώρα, στο θηριώδες φοργουϊλντράιβ, είμαστε πέντε, και με τον Οσμάν, τον οδηγό μας, έξι. Οδεύουμε προς τον αιθιοπικό Νότο.
Στο πρώτο χωριουδάκι που σταματάμε η Καίτη κι ο Αλέξης παίρνουν το «βάπτισμα του πυρός» κι εγώ ο κρυπτοσαδιστής γλεντώ χαιρέκακα το σοκ τους. Είναι άλλο να βλέπεις το ταξίδι προβολή στο κονάκι μου στην Αθήνα κι άλλο να το βιώνεις επί τόπου με όλες σου τις αισθήσεις.
Σε χρόνο ντετέ μας έχουν περιτριγυρίσει καμιά εκατονπενηνταριά μικροί και μεγάλοι όπου, βεβαίως, όλοι ζητούν. Όλοι με την παλάμη απλωμένη. Όλοι. Ζητούν το οτιδήποτε και το οσοδήποτε.
Η Καίτη σοκαρισμένη και λαλίστατη.
Ο Αλέξης σοκαρισμένος πλην σιωπηλός.
Τώρα οι νέοι εν ταξίδοις σύντροφοι πρέπει να κάνουν την καρδιά τους πέτρα για να το αντέξουν.
Η Αγουάσα οφείλει τ’ όνομα και την επιβίωσή της στην ομώνυμη λίμνη. Ο διαθέσιμος χρόνος μας καταναλώνεται πρωτίστως στην όχθη όπου αδειάζουν τα δίχτυα και ξεδιαλέγονται οι ψαριές.
Το κυρίως όμως δέλεαρ για τις φωτογραφικές μηχανές μου είναι τα μαραμπού. Πτηνά ύψιστης ασχήμιας που αντλούν τη θρασύτητά τους απ το γεγονός ότι καθαρίζουν το τοπίο απ τ’ άχρηστα κατάλοιπα των διχτυών. Μόνο όταν πετούν έχουν μια γοητεία Κομανέτσι.
Το αφρικανικό τοπίο μας ρουφά και πάλι με την πυξίδα μου να δείχνει κατά Νότο μεριά.
Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι που λέει και το έξοχο λαϊκό άσμα και ο Οσμάν τρέχει στον αφώτιστο χωματόδρομο, που αποτελεί την κεντρική αρτηρία της νοτιοδυτικής επαρχίας της Αιθιοπίας, όσο περίπου τρέχω εγώ στην Αθηνών – Λαμίας.
Το μυστικό είναι να κλείνεις τα μάτια και ν’ αφομοιώνεις τις λίγο πριν βιωμένες εμπειρίες σου.
Σε κάτι τέτοιες, όμως, στιγμές μ’ αρέσει να προβοκάρω τον Αλέξη με διαπιστώσεις του τύπου: Τι είμαστε μέσα στο άπειρο Σύμπαν; Ένα τίποτα, σχεδόν. Ενώ την ίδια στιγμή αποτελούμε ένα επίσης άπειρο Σύμπαν σε σχέση με τον μικρόκοσμο που συνιστά την υλική μας, και όχι μόνο, υπόσταση.
Ο Αλέξης τσιμπάει, συμφωνεί, κι επιχειρεί να το στηρίξει με όρους φυσικής και μαθηματικών. Ο λόγος του δεν αντιστοιχεί απολύτως με τη δική μου αντιληπτική ικανότητα και του το επισημαίνω. Με βεβαιώνει πως εν ευθέτω χρόνω θα γίνει σαφέστερος.
Ο Σάτσο, το δαιμόνιο, δράττεται της ευκαιρίας να του την πει, ότι και καλά υπεκφεύγει. Η Καίτη το γλεντά, η Ισαβέλλα ανησυχεί για την ενότητα της παρέας, εγώ την πέφτω, στο Σάτσο αυτή τη φορά, ρίχνοντας κι άλλο λάδι στη φωτιά, κι ο Οσμάν, που δεν καταλαβαίνει τι λέμε, με κοιτάζει ερωτηματικά. Σου λέει, τσακώνονται!
Τον καθησυχάζω πως και καλά είναι εθνικό μας χαρακτηριστικό να διαφωνούμε με πολλά ντεσιμπέλ, ακόμη κι όταν δεν υπάρχει αποχρών λόγος. Στο κάτω της γραφής κάπως έτσι λειτούργησε και η πρώτη αθηναϊκή δημοκρατία υπό τη σκιά του Παρθενώνα.
Μένουμε για μια ακόμη φορά από λάστιχο μέσα στο απόλυτο πουθενά και μέσα στο βαθύ αφρικανικό σκότος. Εκτός απ τ’ άστρα δεν υπάρχει καμιά άλλη πηγή φωτός. Κατεβαίνουμε για να βοηθήσουμε τον Οσμάν στην αλλαγή τροχού, κι εκεί που νομίζαμε ότι σε απόσταση πολλών χιλιομέτρων δεν υπάρχει ψυχή ζώσα, εμφανίζεται γύρω μας, εντελώς αθόρυβα, ένας πληθυσμός από δύο, τρία, πέντε, δέκα, είκοσι, τριάντα, πενήντα άτομα.. Ολόκληρο χωριό. Όλοι τους πρόθυμοι να βάλουν ένα χεράκι. Από πού ξεφύτρωσαν; Η Αφρική, που λες, μπορεί να κοιμάται την ημέρα, τη νύχτα ή και καθόλου.
Οι τερμίτες
Θα διανυκτερεύσουμε στο ‘Αρμπα Μιντς. Πρόκειται για μια μικρή, τυπικά αφρικανική, κωμόπολη στις όχθες της λίμνης Τσάμο.
Το επόμενο πρωινό θα διασκεδάσω με την έκπληξη της Καίτης από την συμπεριφορά των μπαμπουίνων. Την ενθαρρύνω να τους προσφέρει με το χέρι της ένα μπισκότο κι ενθουσιάζεται από την πονηριά τους, την εξυπνάδα τους, την μπαμπουινότητά τους. Κι έτσι την έπιασε το ψυχοπονιάρικό και ξεμείναμε από μπισκότα.
Είμαστε σ’ ένα απ τα χωριά της φυλής Ντόρζε. Οι Ντόρζε, που λες, αριθμούν συνολικά περί τα είκοσι χιλιάδες άτομα, μιλούν τη δική τους γλώσσα κι έχουν τα δικά τους έθιμα. Ο λόγος που μας έφερε εδώ είναι η αρχιτεκτονική των χορτοκαλύβων τους. Είναι πάρα πολύ ψηλές και διαθέτουν ένα σχήμα που οι ίδιοι οι Ντόρζε ισχυρίζονται ότι μοιάζει με φάτσα ελέφαντα. Δεν είμαι και τόσο πεισμένος γι αυτό αλλά πάω πάσο αφού, εν τοις πράγμασι, οι Ντόρζε κατά το παρελθόν έχουν συναναστραφεί με περισσότερους ελέφαντες από μένα. Τονίζω το «κατά το παρελθόν» αφού σήμερα δεν έχει μείνει στην Αιθιοπία ούτε ένας ελέφαντας για δείγμα.
Αυτές οι χορτοκαλύβες έχουν την ιδιομορφία να κονταίνουν σιγά σιγά με τα χρόνια, από τη βάση τους, γιατί αποτελούν τροφή για τους τερμίτες.
Όταν κοντύνουν και φτάσουν στο δεν-πάει-άλλο, οι κάτοικοι τους τις εγκαταλείπουν στη βουλιμία των τερμιτών, για να τους απασχολούν με το άθλημα της καλυβοφαγίας, και στο μεταξύ στήνουν την καινούργια καλύβα τους λίγο πιο κει.
Μια θαυμάσια ανακύκλωση και καθόλου δραματική αφού, για να φαγωθεί μια χορτοκαλύβα από τους τερμίτες τόσο όσο ν’ αχρηστευτεί για τους ένοικούς της, λόγω χαμηλού ύψους, χρειάζονται γύρω στα πενήντα με εξήντα χρόνια.
Οι Ντόρζε είναι διάσημοι στην Αιθιοπία για τα υφαντά τους.
Οι γυναίκες γνέθουν και οι άντρες υφαίνουν.
Οι απλωσιές του κάθε περίφρακτου χωριού έχουν καταληφθεί από τεράστιους και κάπως πρωτόγονους αργαλειούς.
Τους απαθανατίζω νοιώθοντας πως το ίδιο επιχειρεί και ο Αλέξης ο οποίος, κάπου κάπου, ξεχνά πως δεν πρέπει να μπαίνει στο κάντρο των άλλων φωτογράφων.
Οι Ντόρζε επιμένουν να μας ταΐσουν με μια πίτα φτιαγμένη από κάτι σαν αλεύρι που προέρχεται από τα φύλλα της λεγόμενης ψευτομπανανιάς.
Πρέπει να παραδεχτώ ότι τη βρήκα αρκετά νόστιμη, μόνο που συνοδευόταν κι από άλλο ένα «κάτι», τόσο καυτερό που τα ΄χω παίξει.
Εις μάτην επιχείρησα να καταστείλω την καούρα μου μ’ ένα αλκοόλ τοπικής έμπνευσης που το λένε αράκ. Κάτι σαν ρακί. Μάλλον χειροτέρεψα την κατάσταση της στοματικής μου κοιλότητας.
Ένας Αιθίοψ μου μοστράρει ένα ξύλινο πιάτο με καβουρντισμένους κόκκους καφέ για να τους μυρίσω. Παριστάνω τον εκστασιασμένο κι αυτό τον καθιστά περίπου ευτυχή.
Δεν επιχειρεί να μου τους πουλήσει όπως θα γινόταν οπουδήποτε αλλού.
Η ικανοποίησή μου είναι γι αυτόν αμοιβή.
Πάντα θα λέω πως η Αιθιοπία είναι έμπλεη ευγένειας, ανυστερόβουλης καλοσύνης και αθωότητας.
Ένα κορίτσι της φυλής, σε ηλικία γάμου για τα εδώ δεδομένα, ξεκινά με την προσπάθειά του να μου πουλήσει, δεν θυμάμαι τι, και σε λίγο, τα αστειάκια, τα γελάκια και οι ματιές, αλλάζουν χαραχτήρα αφού δεν είναι και τόσο παιδάκι όσο δείχνει. Έχει ψυχή γυναίκας. Μας, ή με, ακολουθεί μέχρι το τέλος χωρίς προσχήματα και χωρίς άλλη προσπάθεια να μου πουλήσει κάτι απ την πραμάτεια της. Με απορροφά τόσο που ξεχνώ να την φωτογραφήσω. Κρίμα να μην έχω αυτή την υπέροχη φατσούλα στο αρχείο μου. Ας πρόσεχα!
Γυρίζουμε στη δροσιά του ξενοδοχείου για ν’ αναλάβουμε δυνάμεις.
Στη λίμνη με τα τέρατα
Μας περιφέρει μια βενζινοκίνητη βάρκα, ψιλοσαράβαλο, δε λέω, κι όποιος από μας στοιχηματίσει ότι ο βαρκάρης είναι μαστουρωμένος θα κερδίσει.
Θα κερδίσει κι αυτός που θα στοιχηματίσει πως ο Σάτσο νοιώθει άσχημα εξαιτίας μιας γαστρεντερικής δυσφορίας.
Τι έφαγε πάλι αυτό το παιδί!
Κάθε τόσο ζητάμε απ τον βαρκάρη να κόψει ταχύτητα αφού δίπλα μας πλέουν αργά και απειλητικά αυτά τα φολιδωτά τέρατα: οι κροκόδειλοι.
Κακώς, γιατί ο ιθαγενής πλοηγός θα πλευρίσει έτσι κι αλλιώς κάποιες νησίδες όπου αυτά τα άχαρα κτήνη κάνουν διαλογισμό στον ήλιο ακίνητα σαν πεθαμένα με τα σαγόνια τους ορθάνοιχτα.
Ο Σάτσο που θέλει τόσο πολύ να βγει στη στεριά με λίγο χαρτί υγείας είναι κάτι παραπάνω από δυστυχής.
Ο βαρκάρης μασουλάει κάποιο χόρτο και είναι στην κοσμάρα του.
Με τα πολλά καταλαβαίνει, και με τη σειρά του μας δίνει να καταλάβουμε, ότι δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη.
Την παίρνω εγώ, δηλώνει ο άμεσα ενδιαφερόμενος, και σε λίγο τον κοιτάμε με κομμένη την ανάσα να πηγαίνει πίσω από κάποιο θάμνο της ακτής.
Δευτερόλεπτα αφ ότου ξανασηκώθηκε κι άρχισε να έρχεται ευτυχής προς το σκάφος, ένα από τα τέρατα περνά από το σημείο όπου, λίγο πριν, ο Σάτσο, άφησε το επισκεπτήριό του.
Οι Κόνσο
Έχουμε εισδύσει για τα καλά στο Νότο της χώρας.
Οι κοινότητες της αγροτικής φυλής Κόνσο μας γοητεύουν με την αρχιτεκτονική και την οργάνωσή τους.
Για κάθε χωριό υπάρχει ένα ενιαίο προστατευτικό τείχος, ένα καλοχαραγμένο δίκτυο μονοπατιών στο εσωτερικό του και μια ορθολογική ρυμοτομία σε τετράγωνα οριοθετημένα από ξύλινους φράχτες.
Μέσα στις διάφορες μικροσυνοικίες η κάθε οικογένεια διαθέτει το δικό της καλυβοσυγκρότημα διαβίωσης το οποίο συμπεριλαμβάνει τις σιταποθήκες και το χώρο σταβλισμού για τα ζώα της.
Ο Σάτσο προσπαθεί να παρατείνει την παραμονή μας εδώ. Ο ανομολόγητος λόγος του είναι η πληθώρα των ωραίων κοριτσιών. Κι εδώ καμάκι, ρε Σάτσο; Νισάφι! Θα τα πω όλα στην «Αθήνα»! Αντιθέτως, η ματιά του Αλέξη παραμένει σταθερά «επιστημονική-λαογραφική» ενώ η Καίτη εντυπωσιάζεται με το κάτι τι σε βαθμό έκστασης. Σαν την τρελή χαρά.
Τζίνκα
Μέχρι τώρα, ούτε ξέρω πόσες φορές έχουμε αλλάξει λάστιχα. Τέσσερις, πέντε, έξι;
Οδεύουμε πιο βαθειά, νοτιοδυτικά, μέσα από απίθανους χωματοπετρόδρομους με στόχο να καταλύσουμε στην Τζίνκα.
Στη «Μαύρη Αφρική», σχεδόν πάντα συναντούμε, μια αφετηριακή καλή πρόθεση για στοιχειωδώς άρτια ξενοδοχειακή υποδομή, πλην, αυτό σκαλώνει στο επίπεδο των προθέσεων.
Το βλέπουμε στη μη λειτουργία των καζανακίων, στην ύπαρξη ή μη του νερού, στο αν κλειδώνει η πόρτα, στο αν οι λαμπτήρες έχουν κι άλλο λόγο ύπαρξης πλην του ντεκόρ ως νεκρή φύση.
Δεν ξεχνώ, φυσικά, ότι πρόκειται για μία ασθενή οικονομική δυνατότητα της χώρας αλλά, κυρίως, για μια αφρικανική δομή σκέψης που δεν μπορεί να προσαρμοστεί εύκολα στα διεθνή ξενοδοχειακά στάνταρς.
Πρόκειται για έναν χαριτωμένο ερασιτεχνισμό ο οποίος εκπορεύεται από την, συνήθως ανύπαρκτη, γνώση και φαντασία αυτών που θέλουνε να διευθύνουν κάποιο κατάλυμα της προκοπής. Εδώ θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για το ό,τι μπορεί και να μην πλυθούμε, ή να μην φάμε ικανοποιητικά για μέρες, ή και για τα δύο.
Αυτή τη στιγμή, οι υπάλληλοι του ξενοδοχείου μας φέρνουν κουβάδες με νερό μήπως και χρειαστεί να πλυθούμε αύριο το πρωί. Ένα νερό του οποίου η πιθανή προέλευση δεν μπορεί παρά να μας κρατά σε εγρήγορση.
Πρέπει να βρω το χρόνο για να δομήσω καλύτερα τους συλλογισμούς μου πάνω στη σχέση της Αφρικής με το φράκταλ και την αρμονία.
Για παράδειγμα, σπανίως υπάρχει λεκάνη τουαλέτας με ταιριαστό καπάκι, σπανίως υπάρχει βρύση λειτουργική σε σχέση με τη λεκάνη του νιπτήρα.
Όταν χαλάει το καζανάκι είναι περίπου αδύνατο να βρεθεί τεχνικός να το επισκευάσει με την έννοια που δίνουμε εμείς στον όρο επισκευή.
Ροζ και σιέλ γυαλιστερά πανωσκεπάσματα κρεβατιού με απλοϊκά σχέδια και πολλαπλές αφράτες κουβέρτες. Στην καρδιά της Αφρικής.
Σε ότι αφορά τα τεχνουργήματα, πασχίζω να καταλάβω το πώς αντιλαμβάνεται ένας Αφρικανός τις αναλογίες και το βάθος πεδίου.
Κι αν τις αντιλαμβάνεται, πώς και δεν επιχειρεί να τις αποδώσει με τον τρόπο που εμείς θα χαρακτηρίζαμε ρεαλιστικό ή και νατουραλιστικό.
Από την άλλη, ακούω τον εαυτό μου να λέει πως αυτή είναι η χάρη της. Πως η Αφρική είναι συγχρόνως και η κοιτίδα μιας ανυπέρβλητης εικαστικής και γλυπτικής κουλτούρας, πολύ μακριά απ τα δεσμά λογικής που χαρακτηρίζουν τις τέχνες της λεγόμενης «Δύσης». Γι’ αυτό εξ άλλου την αγαπώ.
Βλέπω την Καίτη να διασχίζει τον αύλιο χώρο με το σαρόνγκ της ν’ ανεμίζει και τον Αλέξη πάνοπλο με τα φωτογραφικά του. Σε λίγο θα βγούμε για μια βόλτα στην πόλη. Μιλάμε για δυο-τρεις δημοσιές σκεπασμένες από ένα παχύ στρώμα σκόνης. Ισόγεια χαμόσπιτα σε μια προσπάθεια να θυμίζουν πόλη. Όλος ο πληθυσμός σουλατσάρει με ή χωρίς λόγο αφού κι εδώ η ζωή είναι ο δρόμος.
Η παρέα έχει δέσει αρκετά και μου φαίνονται όλοι από πολύ έως πάρα πολύ ευχαριστημένοι. Σήμερα ο Αλέξης μιλάει λίγο παραπάνω από ότι χτες και προχτές. Ξεψάρωσε, όπως θα λέγαμε στα πάτρια.
Οι Μούρσι
Σηκώνουμε σύννεφα σκόνης τρέχοντας παράλληλα με τον υπό κατασκευή δρόμο. Αυλακωμένα βουνά, παράξενα απότομα οροπέδια και μία βλάστηση που δεν είναι πια άγνωστη στα μάτια μας.
Κυριαρχεί η ακακία, φορτωμένη από καλαθόπλεχτες κυψέλες, οι πανύψηλες τερμιτοφωλιές που φτάνουν, καμιά φορά, τα πέντε μέτρα, η πρωτόγονη παραγωγή μελιού.
Και κάθε τόσο σόγια μπαμπουίνων.
Καμιά φορά σταματάμε. Μας κοιτάζουν, μας χλευάζουν και μας γυρνούν τα κατακόκκινα οπίσθιά τους.
Όπως και να ‘χει τους συμπαθώ.
Παράλληλα έχει φουντώσει και μια ενδιαφέρουσα συζήτηση ανάμεσα στον Αλέξη και την Καίτη σχετικά με την προέλευση του ανθρώπου και του πολιτισμού.
Ο Σάτσο με τις επισημάνσεις του παίζει το ρόλο του προβοκάτορα. Είμαι γλυκά κουρασμένος. Θα πάρω έναν υπνάκο «εν πλω».
Οδεύουμε προς τους Μούρσι. Το φυλάκιο που μας κόβει το πέρασμα απαρτίζεται από δύο κάθετα δοκάρια, ένθεν κακείθεν του εθνικού χωματόδρομου, κι ένα σκοινί που τα συνδέει μεταξύ τους. Μετά απ αυτό το σκοινί η περιοχή θεωρείται εθνικό πάρκο.
Ακούω τον Οσμάν να μας ξεναγεί: ..«Οι Μούρσι είναι φυλή νομάδων κτηνοτρόφων, αριθμούν καμιά δεκαριά χιλιάδες άτομα και διαβιούν κοινοτικά στην κοιλάδα του ποταμού ‘Ομο.
Όπως και οι Μασάι της όμορης Κένυα, τρέφονται κι αυτοί κυρίως με γάλα ανακατεμένο με αίμα από τα ζώα τους..»
Έχουμε κι όλας μπει στο πρώτο χωριό. Πριν ακόμη σταματήσουμε στην κεντρική ανοιχτάδα όλη η πιτσιρικαρία τρέχει τσιρίζοντας από πίσω και δίπλα μας με ανοιχτές τις παλάμες ζητώντας μπιρ. Το μπιρ είναι η νομισματική μονάδα της Αιθιοπίας που για τα δικά μας δεδομένα μόνο ως ευτελή θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε.
Καθώς αποβιβαζόμαστε, γύρω μας συνωθούνται μικροί και μεγάλοι και μας χαζεύουν εξαϋλωμένοι. Το ίδιο και μεις. Είμαστε τόσο αξιοπερίεργο θέαμα όσο είναι κι αυτοί για μας.
Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που μου περνάει απ το μυαλό πως οι «άγριοι» είμαστε ‘μεις. Αν όχι οι άγριοι, σίγουρα όμως οι εισβολείς.
Μας αγγίζουν για να πεισθούν πως είμαστε αληθινοί. Αρχικά με βλέμμα βλοσυρό και ανήσυχο, και μόνο αφού τους μιλήσουμε, τους χαμογελάσουμε, ή τους κάνω μια από τις συνήθεις σαχλαμάρες μου, μοιάζουν να αποχτούν συνείδηση της ύπαρξής τους για ν’ ανταποκριθούν μ’ ένα πλατύ χαμόγελο από δω ίσαμε κει κάτω. Μιλάμε πλέον για «βαθιά» Αφρική.
Οι Μούρσι είναι μια φυλή που το κάτω χείλος των γυναικών της είναι φαρδύ σαν πιατάκι του γλυκού, μόνο που δεν σ’ εμπνέει το ίδιο.
Πώς γίνεται αυτό το ξεχείλωμα, δεν ξέρω. Αργότερα θα μάθω πως παιδιόθεν τους αφαιρούν από την οδοντοστοιχία τους κάτω κοπτήρες και πίσω από το κάτω χείλος τους τοποθετούν ένα πήλινο «τασάκι-καλούπι».
Με το πέρασμα των χρόνων ανανεώνουν αυτό το καλούπι με ένα μεγαλύτερο και πάει λέγοντας.
Μερικές εξ αυτών καταφέρνουν να ξεχειλώσουν το χείλος τους τόσο, όσο να χωράει ένα πιατάκι διαμέτρου έως και δεκαπέντε εκατοστών. Λέγεται πως, μέχρι πρότινος, όσο πιο πλατύχειλη ήταν μια τέτοια καλλονή τόσο μεγαλύτερη γοητεία ασκούσε στον αρσενικό πληθυσμό. Γούστα είναι αυτά!
Στη δική μας, τη «δυτική» ματιά, μικροί και μεγάλοι αποπνέουν έναν παιδισμό. Μια αθωότητα.
Τους πείθω να πουν κάτι στο μαγνητόφωνό μου και μετά τους βάζω να τ’ ακούσουν. Στην αρχή είναι κατάπληκτοι, μετά ξεραίνονται στα γέλια. Πώς είναι δυνατό να μιλάει ένα τοσοδά τενεκεδάκι και να λέει μάλιστα αυτά που είπα «εγώ» λίγο πριν;
Το βράδυ μετά από κάποιου είδους δείπνο θ’ ανακαλέσουμε τις εμπειρίες της κάθε ημέρας για να συνθέσουμε το πολιτισμικό παζλ που στους άψυχους χάρτες και στη στεγνή ιστορική αφήγηση ακούει στο όνομα «Αιθιοπία». Για την ώρα είμαστε σύμφωνοι πως ο χριστιανικός βορράς σε σχέση με τον παγανιστικό Νότο τέμνουν πολιτισμικά τη χώρα στα δυο.
Για περισσότερες φωτογραφίες:
Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα...
Διαβάστε επίσης:
ΑΙΘΙΟΠΙΑ 1 - ΣΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ ΓΑΛΑΖΙΟΥ ΝΕΙΛΟΥ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΑΙΘΙΟΠΙΑ 2 - ΑΠΟ ΤΟ ΓΚΟΝΤΑΡ ΣΤΟ ΑΞΟΥΜ, ΣΥΝΟΙΚΙΑ Τ' ΟΝΕΙΡΟ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΑΙΘΙΟΠΙΑ 3 - ΒΥΘΙΣΜΑ ΝΤΑΝΑΚΙΛ, ΠΛΑΝΗΤΗΣ ΑΡΗΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΑΙΘΙΟΠΙΑ 4 - ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΥΠΟΓΕΙΑ ΛΑΛΙΜΠΕΛΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΑΙΘΙΟΠΙΑ 6 - Η ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΗ ΤΩΝ ΧΑΜΕΡ, ΤΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΠΑΙΔΙΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν