ΜΗΛΟΣ, ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΥΒΡΟ ΣΤΙΣ ΘΕΙΑΦΕΣ
Την βλέπω, έτσι ξαφνικά, μπροστά μου κι μένω ενεός. Ούτε η ίδια η Φύση, νομίζω, δεν έχει αναδείξει τέτοιο κάλλος μέχρι σήμερα. Μόνο κάποιος ονόματι Μαίανδρος το κατόρθωσε, πριν από είκοσι αιώνες σ' ένα νησάκι του Αιγαίου. Θα την θωπεύσω, δεν αντέχω, ψελλίζω εκστασιασμένος. Κάτσε καλά, σε βλέπει ο φύλακας! Μα είμαι Έλλην, το δικαιούμαι! Σιγά! Έλλην ήταν κι ο Γεώργιος Κεντρωτάς που την ανακάλυψε στο χωράφι του το 1820 και την πούλησε για τετρακόσια γρόσια στους Γάλλους. Για να την διπλοπουλήσει την επαύριο για εφτακόσια πενήντα στους Τούρκους και να καταλήξει εν τέλει, μετά από ατέρμονες διπλωματικές κόντρες και τράμπες, στην κατοχή του Λουδοβίκου του δέκατου όγδοου. Όστις και την προσέφερε στο Μουσείο του Λούβρου. Μάλιστα! Κι εγώ τώρα ως Έλλην, όχι μόνο πληρώνω για να την δω αλλά και δεν μπορώ να την αγγίξω.
Του Κώστα Ζυρίνη
Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 2/22.04.2000
Δεν θα ομολογήσω ποτέ αν την θώπευσα ή όχι. Και πού. Αλλά αυτή η απρογραμμάτιστη ολιγόλεπτη, πλην άκρως αισθησιακή, συνάντησή μου στο Λούβρο με τη δικιά μας Αφροδίτη ήταν και η πρώτη ώθηση για να πάω κάποτε στην ιδιαίτερη πατρίδα της τη Μήλο όταν, αυτή η τελευταία, δεν ήταν ακόμη "μαστ" για τις αυγουστιάτικες διακοπές του "αναβαθμισμένου" νεοέλληνα. Κι όταν ακόμη δεν είχε εισβάλλει (και κει) η πλαστική καρέκλα "του γύφτου": ένα ακόμη από τα σύμβολα του σύγχρονου παγκοσμιοποιημένου πολιτισμού. Όπως και η Κόκα Κόλα! Και το κινητό! Και άλλα...
Ο καταπέλτης του επιβατηγού μας αδειάζει αισίως στο νησί των εκατόν πενήντα τετραγωνικών χιλιομέτρων, με τους κάτι παραπάνω από τέσσερις χιλιάδες κατοίκους και με μια Ιστορία πολιτισμού τριάντα περίπου αιώνων. Μηλιάδα Γη!
ΜΗΛΙΑΔΑ ΓΗ
Πάνω στο δίτροχο θηρίο μας των πεντακοσίων κυβικών οδεύουμε κατά την τοποθεσία Κλήμα, έξι χιλιόμετρα από το λιμάνι του Αδάμαντα, με στόχο τα ερείπια του πρώτου στην ιστορία της Μήλου οικισμού. Και συγκεκριμένα, το σημείο ό,που η τσάπα του αγρότη Κεντρωτά επλήγιασε (ίσως) το ωραιότερο έργο του ανθρώπου, το σμιλεμένο σε μάρμαρο της Πάρου: Την Αφροδίτη. Αγριόχορτα και σκουριασμένο συρματόπλεγμα κοσμούν σήμερα τον άλλοτε αφανή τύμβο της.
Από κει και πέρα, μας αιφνιδιάζουν οι παλαιοχριστιανικές κατακόμβες και τα διάσπαρτα ευρήματα του πανάρχαιου πολιτισμού της Μήλου. Είμαστε απροετοίμαστοι όμως για ένα τόσο σημαντικό ραντεβού. Το αναβάλουμε για ένα άλλο Σαββατοκύριακο και αποφασίζουμε ένα χαλαρό φωτογραφικό σαφάρι στην ενδοχώρα.
Αλλάζω την πορεία της σεβάσμιας μπεεμβέ ρο πενηνταένα κατά την ενδοχώρα ό,που και μας περιμένει ένας άλλος αισθητικός συγκλονισμός: Ένα τοπίο σαν εξωγήινο. Εδάφη φαγωμένα κλιμακηδόν σε μια πανδαισία ασυνήθιστων χρωμάτων. Ορυχεία και μεταλλεία. Άλλα σε πλήρη δραστηριότητα κι άλλα εγκαταλειμμένα από χρόνια, ή κι από αιώνες ακόμη.
Διαβάζω επιτόπου για να μάθω πως κάπου δω γύρω, οι νεολιθικοί πρόγονοί μας εξόρυσσαν τον οψιδιανό: μια μαύρη και σκληρή πέτρα, λέει, που ήταν ότι έπρεπε για πέλεκες, μαχαίρια, κουτάλια... και άλλα χρειώδη της εποχής. Εξόρυσσαν επίσης και θειάφι που το χρησιμοποιούσαν στην αμπελουργία, καθώς και καολίνη για την ασυναγώνιστη αγγειοπλαστική τους.
Εκεί όμως που οι Μήλειοι λατόμοι έδιναν ρέστα ήταν στην παραγωγή της περιζήτητης μηλεϊκής μυλόπετρας που την εξήγαγαν από την Τεργέστη μέχρι και την Αίγυπτο! Τα μεταλλεία του Λαυρίου, για παράδειγμα, χάρη σ' αυτήν τη σκληρή λειασμένη πέτρα, εξασφάλιζαν τη θραύση του δικού τους μεταλλεύματος, του αργύρου. Η παραγωγή και εξαγωγή της μηλεϊκής μυλόπετρας διατηρήθηκε μέχρι και στις αρχές του αιώνα μας. Και τι δεν έβγαινε, λένε, από τα έγκατα αυτής της ηφαιστειακής γης! Από ελαφρόπετρα μέχρι στυπτηρία. Άκου "στυπτηρία"! "Διπλό θειικό άλας του αργιλίου και του καλίου", θα αποφανθεί το λεξικό μου, αλλά και πάλι δεν θα καταλάβω τι ακριβώς είναι. Όπου...
Κάνουμε στην άκρη. Νταλίκες η μία πίσω απ την άλλη μας πνίγουν στη σκόνη. Μεταφέρουν το μετάλλευμα κατά το παράκτιο εργοστάσιο επεξεργασίας απ' όπου και θα φορτωθεί γι άλλα λιμάνια, για ξένα μέρη! Είναι από τις λίγες φορές που δεν βλαστημώ τους νταλικέρηδες. Είμαι ξένος στο ζωτικό τους χώρο. Ας πρόσεχα!
Όπου... στις αρχές του εικοστού αιώνα παράγεται και εξάγεται θειάφι, μυλόπετρες και μαγγάνιο της τάξεως των τριακοσίων χιλιάδων τόνων ετησίως!
Είμαι έτοιμος να εκτοξεύσω την οικολογική οργή μου για την επικείμενη παντελή εξαφάνιση της χλωρίδας, όταν βλέπω μπροστά μου... νεαρούς λόφους! Λόφους νεοδημιούργητους και φρεσκοφυτεμένους με τρυφερά δεντράκια για την αποκατάσταση της φαγωμένης γης. Εντάξει, λέω, υπάρχει και φιλότιμο! Κάπου κάπου.
Σήμερα, αυτό το νησί που μας έχει καταγοητεύσει με τα γήινα χρωματιστά ανάγλυφά του, είναι το μεγαλύτερο κέντρο παραγωγής και επεξεργασίας περλίτη και μπετονίτη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μιλάμε για εφτακόσιες χιλιάδες τόνους μπετονίτη και τετρακόσιες πενήντα χιλιάδες τόνους περλίτη σε ετήσια βάση. Αλλά, εκτός από μπετονίτη και περλίτη, εξορύσσονται καολίνη, ποζολάνη, πυριτικό άλευρο και βαρυτίνη. Προσφάτως, μάλιστα, εντοπίστηκαν και κοιτάσματα μολύβδου και ψευδαργύρου με περιεκτικότητα μισό περίπου κιλό ασήμι ανά τόνο!
Αφήνουμε την μπεεμβέ στον χωματόδρομο και παίρνουμε την τραχιά ατραπό που κατηφορίζει στην απόκρημνη χαράδρα με την ελπίδα ότι θα βρούμε εκεί κάποια ερημική παραλία. (Πολύ ερημική!) Η τοποθεσία, κατά τον χάρτη, λέγεται Θειάφες αλλά, πέραν τούτου, ουδεμία άλλη πληροφορία. Όπου...
Ξαφνικά προβάλλει μπροστά μας, στην απέναντι πλαγιά της χαράδρας, ένα φυσικό μουσείο παρακμασμένου βιομηχανικού πολιτισμού. Σκουριά! Και η σκουριά, δεν ξέρω γιατί, με γοητεύει και θα με γοητεύει πάντα. Την εξήγηση ίσως να πρέπει να την ψάξω στη Σημειολογία του Ουμπέρτο Έκο.
Ένα εγκαταλειμμένο εργοστάσιο. Ένα βρικολακιασμένο ορυχείο. Δεν χωρά αμφιβολία ότι πρόκειται για παλιό ορυχείο θειαφιού. Σιγά την διάγνωση! Τα βότσαλα της παραλίας, μέσα κι έξω από τη θάλασσα, είναι κατακίτρινα λες και πάσχουν από ίκτερο!
Θειάφες! Σκουριασμένες ράγες που ξεκινούν από το χείλος της πλαγιάς, περνούν απ αυτά που κάποτε ήταν τα διαχωριστήρια του μεταλλεύματος για να καταλήξουν στο ερειπωμένο πέτρινο κτίσμα της τελικής επεξεργασίας. Σκουριασμένα βαγονέτα μεταφοράς του προϊόντος ακινητοποιημένα από δεκαετίες. Σκουριασμένα βαρέλια παρατημένα οπουδήποτε. Τεράστιοι σκουριασμένοι λέβητες, γρανάζια και άξονες. Σκουριασμένα...
Μπαίνουμε σ' αυτό που κάποτε ήταν το μηχανουργείο. Τόρνοι, πρέσες, πλάνες, δράπανα, φρέζες!.. Όλα έχουν ακινητοποιηθεί σε μια στιγμή καθημερινής εργασιακής δραστηριότητας, απότομα, σαν καρέ φιξ. Λες και κάποια εξωγήινη δύναμη εξαΰλωσε απροειδοποίητα κάθε βιολογική οντότητα κι άφησε άθικτο το μέταλλο. Χαϊδεύω το σκουριασμένο τσοκ του τόρνου. Πάνω του είναι ακόμα σφιγμένος ο λειασμένος κύλινδρος με το κοπτικό εργαλείο στη θέση του πάσου. Τι συνέβη τόσο ξαφνικά;
Μπαίνουμε στα ερειπωμένα γραφεία της διοίκησης. Και δω το ίδιο ακριβώς πάγωμα του χρόνου. "Βιβλία κινήσεως" ανοιχτά με τη γραφίδα παρατημένη πάνω τους. Καταστάσεις προσωπικού σε κάποια στιγμή ελέγχου. Σκόρπια τιμολόγια κι επιστολές ανεπίδοτες.
Ανεβαίνουμε την ατραπό. Κοιτάζω από ψηλά αυτό το μνημείο εγκατάλειψης και το φαντάζομαι να διαμορφώνεται στο μέλλον ως βιομηχανικό μουσείο. Και μάλιστα με την Αφροδίτη μέσα. Γιατί όχι;
Αυτό το γοητευτικό βιομηχανικό φάντασμα δεν θα μ' αφήσει σε ησυχία μέχρι να μάθω, αργότερα, το τι και το πώς:
Τα Θειωρυχεία της Μήλου, αρχίζουν να παίρνουν τα πάνω τους ως σοβαρή βιομηχανική μονάδα από το χίλια εννιακόσια είκοσι οχτώ, όταν στο παιχνίδι μπαίνει δυναμικά κι ο Σκαλιστήρης με αποτέλεσμα να συσταθεί η ανώνυμη εταιρεία "Θειωρυχεία Μήλου Α.Ε." Ο τεχνολογικός και κτηριακός τους εκσυγχρονισμός συνδέεται άρρηκτα με τ' όνομα του χημικού Ιάσωνα Σβορώνου. Μέχρι τότε η εξόρυξη του θειαφιού γινόταν με πρωτόγονα μέσα ενώ οι εργάτες έμεναν στις στοές και σε φυσικές σπηλιές της περιοχής. Από το 'τριάντα τρία και δώθε άρχισαν να κατασκευάζονται ή και να εισάγονται ολοένα και περισσότερα σύγχρονα μηχανήματα. Συγχρόνως δημιουργούνται: μηχανοστάσιο, μηχανουργείο, λεβητοστάσιο, αποθήκες, κοιτώνες για τους εργάτες και μεζονέτες για τις οικογένειες των διευθυντών.
Με το ξέσπασμα του Δευτέρου Μεγάλου Πολέμου τα Θειωρυχεία κλείνουν και μεγάλο μέρος από το εργατικό τους δυναμικό απορροφάται από το συνεργείο που δημιούργησαν στο μεταξύ οι Γερμανοί για τις ανάγκες τους.
Μετά τη λήξη της γερμανικής κατοχής τα Θειωρυχεία θα επιταχθούν από το Υπουργείο Προεδρίας, η παραγωγή τους θα δεσμευτεί από την Αγροτική Τράπεζα και τα προβλήματα σε σχέση με τη μισθοδοσία θ' αρχίσουν ν' αναφύονται. Καθώς και οι αναπόδραστες εντάσεις με τους εργαζόμενους.
Διότι, ναι μεν οι συνθήκες της εργασίας τους βελτιώνονται (μηχανικός εξοπλισμός, κοιτώνες, ψυχαγωγία, μπακάλικο, κρεοπωλείο, περισσότερα μέτρα ασφάλειας) αλλά τα εργατικά ατυχήματα από εκρήξεις και πυρκαγιές πληθαίνουν και ο μισθοί καθυστερούν ολοένα και περισσότερο. Σ' αυτήν την περίοδο μάλιστα, η Εταιρεία σε συνεργασία με την Αγροτική Τράπεζα κόβουν και τοπικό νόμισμα για να διασκεδαστεί η δυσφορία του εξαρτημένου απασχολούμενου προσωπικού και των οικογενειών τους. Εις μάτην.
Η κατάσταση πάει από το κακό στο χειρότερο και οι απεργίες διαδέχονται η μία την άλλη. Μέχρις ότου ένα πρωί του χίλια εννιακόσια πενήντα οχτώ με τη λήξη μιας απεργίας, λέγεται ότι, οι εργάτες βρίσκουν την πύλη κλειστή και το εργοστάσιο άδειο. Λοκ άουτ! (Διά παντός).
Τα χρόνια που επακολούθησαν μέχρι τις μέρες μας, πολλοί ντόπιοι πήγαν με τα καϊκια τους και το διαγούμισαν. Αρπάξανε ότι μπορούσαν. Λεηλασία. Πέραν τούτου, αγριόχορτα και οξείδωση.
Για περισσότερες φωτογραφίες:
Φωτογραφίες Ταξιδιών | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν