ΒΙΕΤΝΑΜ 1 - ΑΝΟΙ, ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΠΑΝΤΑ

Front Picture: 

Στο διαφημιστικό φυλλάδιο κάποιου ελληνικού ταξιδιωτικού γραφείου διάβασα: "... ΑΝΟΪ. Ο πόλεμος σίγουρα άφησε τα ίχνη του στην πόλη, όμως το Ανόι χτισμένο ανάμεσα σε λίμνες, με την όμορφη αρχιτεκτονική των ιστορικών κτιρίων του, αφήνει τον ταξιδιώτη να αφουγκραστεί την κηπούπολη με τα βουλεβάρτα, τα σκιερά πάρκα και την γοητεία των αποικιακών προσόψεων". Όντως, αυτή είναι μία από τις όψεις του Ανόι. Όταν όμως είναι κανείς ψαχτήρι και δεν συμμορφώνεται προς τας υποδείξεις του αγελαίου τουρισμού, τότε...

 

Του Κώστα Ζυρίνη

Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 212/30.4.2004


 

 

ΟΛΑ EINAI KΙΝΗΣΗ

Το Φαν Τάι βρίσκεται στην καρδιά της παλιάς πόλης. Ένα από τα πλεονεκτήματά του είναι το ότι διαθέτει μια γλυκύτατη ρεσεψιονίστα, ένα πλασματάκι μια σταλιά, μεταξύ δεκαοχτώ και εικοσιπέντε χρόνων. Μπουκιά και συχώριο! Ένα από τα μειονεκτήματά του είναι πως δεν έχει ασανσέρ, όπως εξ άλλου και τα περισσότερα ξενοδοχεία στο κέντρο του παλιού Ανόι. Το δωμάτιό μου με την Ισαβέλλα βρίσκεται στον τρίτο. Τα δωμάτια της Μαρίας και της Αλεξίας, στον πέμπτο. Στον πέμπτο χωρίς ασανσέρ. Λες και δεν μας αρκούν τόσες ώρες ξεποδάριασμα στους δρόμους. Ας είναι.


Την ποια φαντασιακή εικόνα για τον εφαρμοσμένο σοσιαλισμό κουβαλάει κανείς στις αποσκευές του ερχόμενος εδώ είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Στην καρδιά του παλιού Ανόι, την προκάτ εντύπωση την τσαλακώνεις και την πετάς στο πρώτο καλάθι αχρήστων που θα συναντήσεις. Κι επειδή στην εν λόγω πόλη του θείου Χο τέτοια καλάθια δεν αφθονούν, την πετάς στους λοφίσκους των κορεσμένων προϊόντων που βρίσκονται ένθεν κακείθεν του δρόμου. Μάλλον επιτρέπεται. Συντρόφια, ας χαλαρώσουμε για να το απολαύσουμε και... ό,τι προκύψει. Ωστόσο, πρόσεχε πού πατάς.


Η λαϊκή αγορά Ντονγκ Ξουάν πάλλεται από ζωή. Φωνές, χρώματα, οσμές, στριμωξίδι, κίνηση... Αυτή η κίνηση! Όλα κινούνται. Άνθρωποι και κάθε τύπου οχήματα ανάκατα. Δεν ξέρεις από πού θα σου 'ρθει. Τα φωτογραφικά σφιχτά επάνω μου και το μυαλό μου στις τρεις Χάριτες μην και χαθούμε. Μην και μου πάθουν τίποτα. Κάτι τέτοιες στιγμές νοιώθω σαν αφοσιωμένο τσοπανόσκυλο. Καμιά όρεξη για φωτογράφηση. Εξ άλλου, ο προσωπικός μου κανόνας είναι: "δεν σηκώνω τη φωτογραφική στο ύψος του ματιού αν δεν επιτευχθεί προηγουμένως η στοιχειώδης ώσμωσή μου με τον γηγενή πληθυσμό". Ο γηγενής πληθυσμός πάντως φαίνεται να μας έχει γραμμένους κι αυτό είναι μια πολύ καλή, η καλύτερη, προϋπόθεση.


Αποκεντρωνόμαστε σπειροειδώς μέχρι την παλιά σιδερένια γέφυρα Λονγκ Μπιεν, μια από τις τόσες γέφυρες που θέλουν να τιθασεύσουν τον Κόκκινο Ποταμό. Τεράστια, γέρικη, σκουριασμένη, κακάσχημη πλην, για τα γούστα μου, γοητευτική. Πάντα είχα αδυναμία στη σκουριά.



Αίνιγμα πρώτο: γιατί όσες ποδηλατούν, ή μοτοποδηλατούν, έχουν σκεπάσει το πρόσωπό τους μ' ένα μαντήλι; Αίνιγμα δεύτερο: γιατί οι ποδηλάτισσες, ή μοτοποδηλάτισες, φορούν μακριά μέχρι τους αγκώνες γάντια; Μέχρι το τέλος αυτού του άσματος θα πρέπει να 'χω απαντήσει.


Ζυρ: Εδώ και τώρα, τις εντυπώσεις σου όσο είναι νωπές.      

         

Αλεξία: ...Οι πάντες κουβαλάνε από κάτι. Περπατήσαμε τα τριαντατέξι ιστορικά δρομάκια της παλιάς πόλης και πολλές φορές στο κάθε δρομάκι υπάρχει μια κατηγορία επαγγελμάτων και το όνομα του επαγγέλματος. Οδός τσαγκάρηδων για παράδειγμα. Παπουτσάδικα, ψάθινα, ρούχα, αντικάδικα, μπαχαρικά, μπακίρια, σιδεράδικα.


Μαρία: Υφασματάδικα...


Ζυρ: Σιγά μη σου ξέφευγε!


Αλεξία: ...Από τη στιγμή που θ' αποφασίσεις να μπεις μέσα στον κόσμο και να συγχρωτιστείς, ξεφεύγεις, δεν είσαι τουρίστας... Βέβαια, κάποιες φορές αισθάνθηκα άσχημα γιατί μερικοί μας κοιτάγανε σαν τις μύγες μες το γάλα και, μπορώ να, πω με κάποια δυσπιστία στο βλέμμα. Άλλοι όμως, οι περισσότεροι, ήταν εγκάρδιοι, χαμογελαστοί. Είναι πάντως σα να εισβάλλουμε στη ζωή τους. Και τι δουλειά έχουμε 'μεις εκεί, ας πούμε. Αυτή η φτώχεια, αυτός ο αγώνας να ζήσουν... Κι όμως είναι τόσο ευγενικοί!... Έχουν και κάτι ταξιποδήλατα, τα σάικλο, στα οποία κάθεσαι συ σαν άρχοντας ενώ εκείνοι κάνουν πετάλι. Ο Ζυρίνης λέει ότι εδώ είναι κάτι το φυσιολογικό, αλλά εγώ νοιώθω πολύ άσκημα ν' ανέβω εκεί πάνω. Βέβαια, μάλλον έχει δίκιο ο Κώστας γιατί αυτό για τον ποδηλάτη είναι βιοπορισμός, όπως και το ταξί για τον ταρίφα της Αθήνας, αλλά εγώ... Ακόμα και που τους φωτογραφίζω νιώθω άσχημα. Νιώθω σα να τους κλέβω κάτι... δεν ξέρω...


Μαρία: Επίσης είναι εντυπωσιακό που όλα γίνονται στα πεζοδρόμια. Νομίζεις ότι ζουν στα πεζοδρόμια. Είναι η φυσική προέκταση του πολύ στενάχωρου σπιτιού τους.

 

Η έννοια της αυλής είναι μάλλον άγνωστη. Μαγειρεύουν και τρώνε ομαδικά στα πεζοδρόμια, πλένουν τα κουζινικά, παρκάρουν τα μηχανάκια και τα σάικλο στα πεζοδρόμια, ραπτομηχανές εν δράση στα πεζοδρόμια, μερικοί παίρνουν κι έναν υπνάκο πάνω στη σέλα ενός δίκυκλου ή σ' ένα σάικλο...

 

Σπίτια και μαγαζιά είναι ένα και το αυτό...

 


Αλεξία:... Μια απίστευτη κίνηση. Μποτιλιάρισμα. Χαμός από δίκυκλα. Χιλιάδες δίκυκλα. Μερικά είναι φορτωμένα με απίστευτα μεγάλους όγκους, και μάλιστα όχι δεμένους. Γιωταχί αυτοκίνητα ελάχιστα κι αυτά κυριλάτα, κρατικές λιμουζίνες και κάποια λίγα δημόσιας χρήσης. Φανάρια δεν υπάρχουν...


Μαρία: Υπάρχουν, υπάρχουν φανάρια, αλλά κανείς δεν ασχολείται μ' αυτά. 


Αλεξία: Ναι αλλά κατά έναν περίεργο τρόπο, άκρως δημοκρατικό, περνάνε όλοι χωρίς να ενοχλεί κανένας κανέναν. Χωρίς να θυμώνει κανένας με κανέναν. Άντε λίγο να σε σκουντήσουνε, ας πούμε, για να περάσουν και αυτό είναι. Δεν βρίζουν. Σου χαμογελάνε και... αυτό είναι. Τροχονόμοι, τίποτα!


Μαρία: Ε, είδαμε δυο τρεις. Κάτι γλυκά αγόρια, σχεδόν παιδιά. Κάπου κάπου σφυρίζουν αλλά γιατί σφυρίζουν κανείς δεν ξέρει. Κανείς δεν τους υπολογίζει.


Ισαβέλλα: Εμένα αυτή η αυτορυθμιζόμενη κυκλοφορία μου θυμίζει τα ηλεκτρόνια. Άπειρα ηλεκτρόνια που κινούνται προς όλες τις κατευθύνσεις αλλά γύρω από έναν πυρήνα χωρίς να συγκρούονται ποτέ. Σα να διέπονται από νόμους άγνωστους στη φυσική όπως την ξέρουμε. Ένας Έλληνας οδηγός, αμφιβάλλω αν θα μπορούσε να κάνει εκατό μέτρα εδώ χωρίς να συγκρουστεί. Ή χωρίς να πάει από καρδιακή προσβολή.


Ζυρ: Ναι, αλλά ο πυρήνας του ατόμου ποιος είναι;


Ισαβέλλα: Έλα ντε!... Η επιβίωση υποθέτω. Έχουμε να κάνουμε με μια φυσική, σαν αυτορρυθμιζόμενη, δημοκρατία. Φαίνεται σαν χάος αλλά δεν είναι χάος, έχει σκοπό. 


Το να περιμένεις το πράσινο είναι μάταιο γιατί έτσι κι αλλιώς δεν σταματά κανείς. Ώσπου... Κάποια στιγμή μπήκα αργά στο οδόστρωμα αδιαφορώντας για τα οχήματα που ερχόντουσαν πανταχόθεν καταπάνω μου. Ακολουθήστε με ήρεμα λέω στις συντρόφισσές μου. Ήρεμα! Αδιαφορήστε! "Μα", "μου"... ακολούθησαν. Περάσαμε απέναντι χωρίς να καταλήξουμε στις πρώτες βιετναμικές βοήθειες. Άνετα. Και ουδείς ενοχλήθηκε. Κατόπιν τούτου αρχίσαμε να ξεψαρώνουμε.


ΚΛΑΙΟΥΣΕΣ ΙΤΙΕΣ


Ουφ, έναν καφέ οπουδήποτε. Το "οπουδήποτε" είναι ένα δυτικίζον καφε-μπαρ στο σημείο συνάντησης του ιστορικού κέντρου με τη λίμνη Χοάν Κιέμ, τη μεγαλύτερη λίμνη στην παλιά πόλη του Ανόι. Καθόμαστε στην ευρύχωρη βεράντα του για να μπορούμε να κατοπτεύουμε την κίνηση αφ υψηλού και παραγγέλνουμε ό,τι πιο βιετναμέζικο μπορεί ν' αντέξει το αισθητήριο όργανο της δυτικής μας γεύσης. Και για να εγκλιματιστούμε  γαστρονομικά.

 

Ο μαύρος καφές που πίνω είναι σαν κακοχρονονάχει αλλά λες, δε βαριέσαι, αρκεί που είναι εξωτικός. Εν ευθέτω χρόνο θα τον εξοστρακίσω από τη μνήμη της γεύσης μου με έξι νερά. Παγωμένα.



Η Χοάν Κιέμ είναι γαλήνια. Στη μέση της καμαρώνει μια νησίδα και μια βαμμένη σαν παιδικό παιχνίδι κόκκινη γέφυρα που τη συνδέει με την όχθη. Στο κέντρο της νησίδας, η διάσημη παγόδα Νγκοκ Σον. Κάποτε, πού θα μου πάει; θα μάθω γιατί είναι διάσημη. Η φαρδιά προβλήτα της με τις κλαίουσες ιτιές δεν έχει τίποτα από την κολασμένη κίνηση του κέντρου. Είναι χώρος για περίπατο και ρεμβασμό των μοναχικών, των ερωτευμένων και... Άσε που μερικοί γυμνάζονται, με φόρμες ή και χωρίς. Και ηλικιωμένοι. Αυτά να τα βλέπουν οι κάτοικοι της Αθήνας που δεν κάνουν ούτε εκατό μέτρα χωρίς ρόδα. Κάποιος κατουράει απαθώς στη ρίζα ενός δέντρου και ουδείς ενοχλείται. Κι εδώ που τα λέμε, τι να κάνει ο άνθρωπος, να σκάσει;


Από κάτω μας μια μικρή πλατεία. Μπορεί να είναι αψόγως διαγραμμισμένη, με τα φανάρια της και με τα όλα της πλην... Αποφασίζουμε πως τα κωνικά σκιάδια και οι μπαλάνς είναι το υπ αριθμόν ένα προσωπικό δεδομένο του Βιετνάμ. Και εξηγούμαι: τα κωνικά σκιάδια είναι τα ψάθινα κωνικά σκιάδια. Οι "μπαλάνς" είναι το οριζόντιο κοντάρι που ισοροπεί στον ώμο των Βιετναμέζων, κάθε φύλου και ηλικίας, από τις άκρες του οποίου κρέμονται δυο κοίλα ταψιά φορτωμένα με τα πιο απίθανα πράγματα. Προϊόντα για πούλημα συνήθως. Ε, λοιπόν, η από κάτω μας μικρή πλατεία είναι ένας κινούμενος αχταρμάς από σκιάδια, μπαλάνς, αυτοκίνητα, τρίκυκλα ταξί και μηχανάκια των πενήντα κυβικών που όλα μαζί πηγαίνουν προς την οποιαδήποτε κατεύθυνση. Κόρνες, μαρσαρίσματα και ανθρώπινες φωνές σε όλους τους τόνους και σε όλη τη γκάμα των ντεσιμπέλ. Και να σκεφτείς πως το Ανόι με τα τρία και κάτι εκατομμύρια των κατοίκων του είναι η δεύτερη σε πληθυσμό πόλη του Βιετνάμ. Φαντάσου τι θα γίνεται στη Σαϊγκόν που αριθμεί γύρω στα οχτώ εκατομμύρια. Θα πάμε και κει εν ευθέτω χρόνω.



Και, με την ευκαιρία, η γλυκιά σερβιτόρα με τη μίνι εφαρμοστή φούστα λύνει και τις προειρημένες εκκρεμούσες απορίες μου. Το μαντήλι στο πρόσωπο, λέει, το βάζουν για να προστατεύονται από τα μικρόβια που κυκλοφορούν στην ατμόσφαιρα. Τα δε μακριά χειρόκτια, για να μην μαυρίζουν τα μπράτσα τους από τον ήλιο. Ως προς το πρώτο, συλλογιέμαι, εμείς στην Αθήνα, κατ αναλογία, θα 'πρεπε να φοράμε αντιασφυξιογόνες μάσκες. Ως προς το δεύτερο, τι να πω, ντε γκούστιμπους ετ κολόριμπους νον ντισπουτάντουμ. 


Η ΠΡΟΘΗΚΗ


Είπα 'γω πως τα τουριστικά γραφεία παραμυθιάζουν τον κοσμάκη; Είπα απλώς ότι προβάλλουν μόνο την καλογυαλισμένη βιτρίνα της πόλης, η οποία δεν μας αφήνει καθόλου αδιάφορους. Μετά το ιστορικό κέντρο, η πρώτη μεγάλη λεωφόρος, η Ντουόνγκ λε Ντουάν, ήταν μια έκπληξη. Υπερμοντέρνα κτήρια από γυαλί και ατσάλι που στεγάζουν καιγωδενξερωτί δίπλα σε αποικιοκρατικής αρχιτεκτονικής επαύλεις πρεσβειών, ιδιωτικών κατοικιών, υπουργείων και άλλων τινών κρατικών υπηρεσιών. Κουρεμένο πράσινο, αλέες, κι ενίοτε κάποια απαστράπτουσα λιμουζίνα να της ανοίγουν το δρόμο οι σειρήνες των ένστολων μοτοσυκλετιστών.


Αυτό το λουσάτο τοπίο μας βάζει σε, κάπως μελαγχολικές, σκέψεις περί του πώς τον έχουν δει, δηλαδή, το σοσιαλισμό. Σα να πρόκειται για μία ισότητα προς τον πάτο με τον αφρό απείραχτο, μουρμουρά η Ισαβέλλα.

 

Ηρεμήστε, τέτοιες κρίσεις είναι κάπως βεβιασμένες και αβασάνιστες. Μέχρι τη Σαϊγκόν έχουμε χρόνο για πιο σφαιρικές εκτιμήσεις.


Κανονικά τα σάικλο είναι διθέσια αλλά οι ντόπιοι ανεβαίνουν μέχρι και πέντε με μονή ταρίφα. Ε, όχι κι έτσι! Μισθώνουμε τέσσερα τέτοια για όλη την ημέρα διότι... Διότι ο χειρότερος εισαγγελέας είναι το φιλότιμο.

 

 

 


Το Μαυσωλείο και κατόπιν το Μουσείο Χο Τσι Μινχ, το Προεδρικό Μέγαρο, η Παγόδα της Λογοτεχνίας, αλέες, πάρκα, κουρεμένο γρασίδι, λίμνες και λιμνούλες, μυρμηγκιές από γιαπωνέζους... Το Μουσείο της Επανάστασης μας επανέφερε στην προτεραία.

 

Επανενεργοποίησε τα βαθειά και στέρεα συναισθήματά μας για το Βιετνάμ, τα οποία η σημερινή οπτική πραγματικότητα απειλεί να υπονομεύσει. Ανασάναμε την ατμόσφαιρα που μας γαλούχησε. Ένα, δύο, τρία, πολλά Βιετνάμ! Τό 'χαμε και τό 'χουμε ανάγκη. Μας είναι ανυπόφορη η σκέψη να νικήσει η κόκα κόλα εκεί που νικήθηκαν οι ναπάλμ.    


Τα τέσσερα σάικλο μάς περιμένουν στην είσοδο, αλόνζ ανφάν για το ιστορικό κέντρο. Καλά, ε, από γαλλικά σκίζω!



ΤΟ ΟΡΙΖΟΝΤΙΟ ΔΟΚΑΡΙ


Το εντόπισα μέσα στην καρδιά της παλιάς συνοικίας, σ' έναν δεύτερο όροφο πάνω από το αδιαχώρητο της υπαίθριας αγοράς. Αίθριο φαίνεται, θέα θα 'χει, τι άλλο θέλουμε. Τον πρώτο ποντίκαρο τον είδα στην ξύλινη σκάλα καθώς ανεβαίναμε αλλά δεν είπα τίποτα για να μη μας ακούσει όλη η γειτονιά. Το γκαρσόνι άψογο στητό σα να 'χει καταπιεί κοντάρι ταβανόβουρτσας. Τι θα πάρετε;


Παραγγέλνουμε ό,τι εξωτικότερο μπορεί να μας υποσχεθεί ο φθαρμένος κατάλογος. Ο δεύτερος καλοθρεμμένος ποντίκαρος σουλατσάρει θρασύτατα στο οριζόντιο δοκάρι ακριβώς πάνω απ το κεφάλι της Μαρίας, η οποία μας ανακοινώνει πως ο κατάλογος αναφέρει και κάποιο κρασί μπορντώ με μια τιμή λίγο πιο ψηλή από μια πορτοκαλάδα της Αθήνας. Μπορντώ; Δεν μπορεί, συνωνυμία θα 'ναι! Όχι, είναι πραγματικό μπορντώ μας βεβαιώνει το όρθιο κοντάρι. Τότε φέρε μας δύο. Η λύση του μυστηρίου είναι η εξής: πρόκειται για πραγματικό γαλλικό μπορντώ που όμως εμφιαλώνεται στο Βιετνάμ. Παλιά εμπορική συμφωνία που τους έμεινε απ τα χρόνια της γαλλικής αποικιοκρατίας. Ο τρίτος ποντίκαρος διασταυρώνεται στο δοκάρι με τον δεύτερο. Αρκεί να μην χάσουν την ισορροπία τους, σκέφτομαι, και πέσουν στο πιάτο της Μαρίας. Θα γίνει το ελαναδείς. Δεν αντιλήφθηκε καμιά τους τίποτα. Το εκμυστηρεύτηκα στην Ισαβέλλα ώρες αργότερα, το βράδυ, στο ξενοδοχείο.



ΟΙ ΦΛΟΙΔΕΣ


Όπως στην Καμπότζη και στο Λάος, έτσι κι εδώ, δεν ξηλώνουν τα φθαρμένα καλώδια απ τις ξύλινες κολώνες της βιετναμέζικης Δεή. Χάσιμο εργασιακού χρόνου, σου λέει. Περνούν τα καινούργια από πάνω και... 'ντάξει! Κολώνες αναμαλλιάρες σα γριές μάγισσες. Έχουν την πλάκα τους, δε λέω. Τα σπίτια...

Μαρία: Είναι κι αυτά τα σπίτια... φλοίδες, όπως τα λέει ο Κώστας. Μια πολύ, πολύ, στενή πρόσοψη, όσο ένα δωμάτιο και... πενταώροφα; εξαώροφα; ξέρω γω; Και βάθος. Είναι πραγματικά σαν φλοίδες. Αστεία, πολύ αστεία!


Αλεξία: Μας είπαν πως από παλιά φορολογούσαν την οικοδόμηση μόνο με βάση το πλάτος της πρόσοψης κι έτσι οι άνθρωποι προσπαθούσαν να κερδίσουν ως προς τις άλλες διαστάσεις. Κι έχει μείνει κάπως σαν στυλ, ας πούμε. Επίσης είναι εντυπωσιακό που βάφουν και φροντίζουν μόνο τις προσόψεις. Τα πλαϊνά είναι άβαφα ή και ασοβάντιστα καμιά φορά.



Ψαχτήρια! Η αίσθηση των λαγωνικών μας οδηγά στην παρόχθια συνοικία του Κόκκινου Ποταμού. Στην όχθη της κοινωνίας του Ανόι. Δρόμοι στενοί, σπίτια στενόχωρα, απλωμένες μπουγάδες. Το σφαιριστήριο, το υπαίθριο κουρείο, το καραόκε της συμφοράς. Κάθε πρόσωπο γυναίκας κι ένα καλοσυνάτο χαμόγελο, σαν καλωσήλθατε. Περιπλανιόμαστε, φωτογραφίζουμε, παρατηρούμε. Κι ένα τσούρμο παιδιά από πίσω μας. Να μια χώρα που τα παιδιά της δεν ζητιανεύουν.



Βγαίνουμε στην όχθη. Σκουπιδότοπος, ανοιχτοί οχετοί, μπόχα και κάποια πλωτά σπίτια, ψαράδων ίσως. Γκρίζο τοπίο στην αχλή. Τα χνάρια μας στη γκρίζα γυαλιστερή λάσπη. Τα παιδιά που έρχονται σε μας. Ποιοι είμαστε; τι θέλουμ' εδώ; Στη γλώσσα των απορημένων βλεμμάτων και των διστακτικών χαμόγελων. Εγγόνια και δισέγγονα του θείου Χο και του στρατηγού Γκιαπ. Ένας κόμπος στο λαιμό. Ίσως γι αυτό, ή μάλλον, ακριβώς γι αυτό, η θέση μας είναι εδώ και όχι στα βουλεβάρτα. Ο ξυπόλητος μπόμπιρας γράφει "I love you" στο λασπωμένο χώμα και το δείχνει στην Αλεξία. Είναι, λέει, το γλυκύτερο ραβασάκι που της έγραψαν ποτέ. "I love you"!


Μαρία:... είναι πολύ ευγενικοί, εξαιρετικά φιλόξενοι και, γενικά, δε νοιώθεις καθόλου εχθρότητα. Ακόμα και με τους πιο φτωχούς, που θα μπορούσαν νά 'τανε πιο επιθετικοί εξαιτίας της περιθωριοποίησής τους, νοιώθεις ότι είσαι απολύτως ασφαλής...


 


Ζυρ: Η λάσπη... ο βούρκος, το σκουπίδι, η βρώμα, σε σόκαρε;


Μαρία: Ναι. Όχι πάρα πολύ. Αρκετά. Για κάποιον περίεργο λόγο όχι πάρα πολύ.


Ισαβέλλα: Ε... εντυπωσιάστηκα, βεβαίως, από την όχθη, αν και ήταν λίγο αναμενόμενη. Επιμένω πάντως να πιστεύω ότι αυτή η ακραία κατάσταση δεν είναι... σίγουρα όχι πλειοψηφική κι ούτε καν χαρακτηριστική.


Αλεξία:... Δηλαδή, δεν ξέρω, δείχνουν έτσι χαρούμενοι, δεν.. δε δείχνουνε καταπιεσμένοι ας πούμε.


Ζυρ: Εχθρότητα ένοιωσες;


Αλεξία: Όχι, πουθενά. Ούτε και στις παράγκες εκεί, ούτε πουθενά. Με το χαμόγελο... Δεν ξέρω, πολύ φιλικοί, αφάνταστα, φιλικοί. Αλλά, πάντως, οι δέκτες της τηλεόρασης υπάρχουνε και παίζουνε αδιαλείπτως σε οποιαδήποτε χαμοκέλα.


Ζυρ: Κι εξ άλλου, το κριτήριο για τα όρια της φτώχειας είναι πολύ σχετικό. Δεν είναι μόνο ποσοτικό, δεν είναι μόνο χρηματικό, έχει να κάνει κυρίως με την ποιότητα ζωής και με τα πολιτισμικά αγαθά που απολαμβάνεις...


Ισαβέλλα: Εξ ού και το βασικό σύνθημα, τρίπτυχο του κόμματος: Αλληλεγγύη, Τιμιότητα, Αξιοπρέπεια. Το αν και πως εφαρμόζεται είναι βέβαια μια άλλη πονεμένη ιστορία…



ΛΑΜΠΙΡΙΝΘ


Με το φως της μέρας, με τόσα εμπορεύματα, τόσο κόσμο, τόση κίνηση μπροστά του, ήταν αδύνατο να το προσέξουμε. Δεν πάει το μάτι σου στην ταμπελίτσα "Labyrinth bar". Λάμπιρινθ! Τι να ξέρει άραγε ένας βιετναμέζος για τον Λαβύρινθο; Νάθινγκ, καταλήγει να μας απαντήσει το παληκαρόπουλο που μας είπε να περάσουμε μέσα. Σκοτάδι πήχτρα, αλλά σε λίγο το μάτι μας συνήθισε. Τρυφερό κακέκτυπο ενός δυτικού μπαρ αλλά θα τό 'κανα στέκι μου αν έμενα καιρό εδώ.


Αλεξία: Εγώ είχα δηλώσει ότι θα πάω στο ξενοδοχείο, το είχα πραγματικά ανάγκη, ήμουνα λιώμα, και τότε είπε ο Κώστας ότι δηλαδή διασπάω την παρέα και, τέλος πάντων, δεν ήθελα και πολύ, ενέδωσα. Εντελώς τυχαία, μέσα στην παλιά πόλη είδαμε μια επιγραφή "Λάμπυρινθ" και μπήκαμε μέσα. Τρελαθήκαμε. Ήτανε φοβερό, και η αισθητική του και όλα! Γκράφιτι στους τοίχους, ατμόσφαιρα! Εγώ ήπια βήτα πενήντα δύο, το οποίο μου το άναψε κι όλας ο τυπάκος μ' έναν αναπτήρα, έτσι στο χείλος του ποτηριού. Σαν σφηνάκι ήτανε αλλά σε κολονάτο.


Labyrinth bar! Ευθύς συσχετισμός με τον λαβύρινθο στον οποίο περιπλανιέται η σκέψη μας αυτές τις μέρες διατρέχοντας τους δρόμους και τις γειτονιές του Ανόι.


Για περισσότερες φωτογραφίες:

Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα...

 

Διαβάστε επίσης:

ΒΙΕΤΝΑΜ 2 - ΜΠΕ ΝΤ' ΑΛΟΝΓΚ, ΤΟ ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ ΤΟΥ ΔΡΑΚΟΥ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

ΒΙΕΤΝΑΜ 3 - ΠΟΛΥΧΡΩΜΟΣ ΒΟΡΡΑΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

ΒΙΕΤΝΑΜ 4 - ΣΑΙΓΚΟΝ, Ο ΘΕΙΟΣ ΧΟ ΔΕΝ ΜΕΝΕΙ ΠΙΑ ΕΔΩ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν