ΜΠΟΥΡΚΙΝΑ ΦΑΣΟ 2 – ΣΤΟΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΟ ΒΟΡΡΑ
Ήδη από το 2011, ο βορράς της Μπουρκίνα Φάσο άρχισε να φιγουράρει ως κόκκινη ζώνη σε όλους τους χάρτες των δυτικών πρεσβειών. Ήτοι μην ταξιδεύετε εκεί επ’ ουδενί! Ένας λόγος παραπάνω για να επισκεφτούμε πάση θυσία την περιοχή. Αν όλα αυτά τα χρόνια είχαμε πάρει κατά γράμμα τις συστάσεις ασφαλείας, μάλλον θα είχαμε χάσει τις πλέον ενδιαφέρουσες ταξιδιωτικές εμπειρίες μας
Της Ισαβέλλας Μπερτράν
Φωτό: Κώστας Ζυρίνης-Ισαβέλλα Μπερτράν
Το ταξίδι στην Μπουρκίνα Φάσο πραγματοποιήθηκε τον Γενάρη του 2013
Προηγείται: ΜΠΟΥΡΚΙΝΑ ΦΑΣΟ 1 - ΤΟΜΑ ΣΑΝΚΑΡΑ, Η ΔΟΛΟΦΟΝΗΜΕΝΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
Μια αθώα καρδιά
Ουαγκαντούγκου. Ένα αυτοσχέδιο μπαρ από σανίδες, και πλαστικά καφάσια εν είδη σκαμνιών, η αφρικανική εκδοχή αυτών που εν Ελλάδι είθισται ν’ αποκαλούμε «τραπεζο-καθίσματα».
Φρεσκοαφιχθέντες και κάθιδροι, πίνουμε την πρώτη μας «Μπρακίνα», την εθνική μπύρα της Μπουρκίνα Φάσο, με θέα τα μισοβουλωμένα από κάθε λογής σκουπίδια ανοιχτά λούκια αποχέτευσης.
Μαζί μας κι ο Πολ, ο υποψήφιος οδηγός μας, που προσπαθώ να πείσω, μάταια για την ώρα, να ξεκινήσουμε την αυριανή περιήγησή μας στην χώρα εκκινώντας από τον βορρά.
- Πολύ επικίνδυνο, η περιοχή είναι κόκκινη ζώνη, επαναλαμβάνει μονότονα όποτε επαναφέρω τη συζήτηση γύρω από το δρομολόγιό μας.
Με την εμφύλια σύρραξη σε εξέλιξη στο γειτονικό Μάλι, το προσφυγικό κύμα στα σύνορα, και τον φόβο επέκτασης της δράσης της Αλ Κάιντα στην Μπουρκίνα Φάσο, είναι γεγονός ότι όλες οι δυτικές πρεσβείες συστήνουν αυστηρά την αποφυγή κάθε μετακίνησης προς τον βορρά της χώρας.
Μα έτσι είναι εν γένει οι πρεσβείες. Συχνά υπερβολικά αποτρεπτικές για να έχουν ήσυχο το κεφάλι τους. Αν όλα αυτά τα χρόνια είχαμε πάρει κατά γράμμα τις συστάσεις τους, μάλλον θα είχαμε χάσει τις πλέον ενδιαφέρουσες ταξιδιωτικές εμπειρίες μας.
Κι αυτό προσπαθώ να εξηγήσω με τον τρόπο μου στον Πολ:
- Οι περισσότεροι δυτικοί φοβούνται, γι’ αυτό κι εμείς θέλουμε να πάμε εκεί. Για να μην συναντήσουμε τουρίστες. Εμείς ήρθαμε εδώ για να γνωρίσουμε τους Μπουρκιναμπέ, τον τόπο και την ιστορία. Αν θέλαμε να κάνουμε παρέα με λευκούς σαν εμάς, θα καθόμασταν στην Ευρώπη.
Αυτό ήταν! Η αρχική επιφυλακτικότητα παραχωρεί ακαριαία τη θέση της σ’ ένα ανυπόκριτο ενδιαφέρον, ενώ το πρόσωπό του Πολ φωτίζεται μ’ ένα ολόλαμπρο χαμόγελο.
- Πρώτη φορά γνωρίζω λευκούς που αποφεύγουν τους λευκούς και προτιμούν τους μαύρους. Πρώτη φορά!
«Κανονικά», ο Πολ συγκεντρώνει όλα εκείνα τα σωματικά γνωρίσματα που, σ’ ένα υποθετικό κάστινγκ, θα του εξασφάλιζαν αβλεπεί πρωταγωνιστικό ρόλο ως αιμοσταγή μπράβου συμμορίας λαθρεμπόρων.
Στην πραγματικότητα το βλοσυρό του ύφος δεν είναι παρά μια προστατευτική θωράκιση που πίσω της κρύβεται μια αθώα και ευγενική καρδιά όπως η σκληρή πράσινη φλούδα περιβάλλει το ζουμερό καρπούζι.
Τις επόμενες μέρες θα έχουμε πολλές ευκαιρίες να το διαπιστώσουμε.
«Να τολμήσουμε να εφεύρουμε το μέλλον»
Ο Πολ τελικά πείσθηκε. Το σχέδιο που εκπονήσαμε προβλέπει να τραβήξουμε κατ’ αρχάς βόρεια για το Μπάνι, κι από κει και πέρα να πορευτούμε βλέποντας και κάνοντας, στοχεύοντας προς το Γκόρομ Γκόρομ και την έρημο ανάλογα τα αστυνομικά μπλόκα και τις απαγορεύσεις.
Έξω από το αυτοκίνητο ήδη ξετυλίγεται η αιώνια Αφρική της καρδιάς μου.
Ξεχαρβαλωμένοι δρόμοι. Διψασμένη γη.
Άχρονα οχήματα, ξέχειλα από ανθρώπους και κάθε λογής φορτία.
Πλινθόκτιστα φτωχόσπιτα και κάρα με γαϊδούρια.
Σκονισμένες ευθείες από κόκκινο λατερίτη.
Η Αφρική αυτοαντιγράφεται, έτσι που σχεδόν πάντα, σχεδόν παντού, θυμίζει τον εαυτό της. Καμιά ήπειρος δεν είναι τόσο κατακερματισμένη σε κράτη, εθνότητες, φυλές, και ταυτόχρονα τόσο ενιαία σε κοινά πολιτισμικά γνωρίσματα. Η ενοποίηση της φτώχειας…
Πατάμε τη γη του Τομά Σανκαρά. Διατρέχουμε την πατρίδα του τελευταίου μεγάλου παναφρικανιστή οραματιστή που επιχείρησε να κάνει τη διαφορά. Που τα έδωσε όλα για να πάψει επιτέλους η Αφρική ν’ αποτελεί ταυτόσημο της καθυστέρησης, των λοιμών και της απόλυτης ένδειας. Και που γι’ αυτό δολοφονήθηκε….
Ήρθα στην Μπουρκίνα Φάσο κυνηγώντας το φάντασμά του.
Με τα λόγια που πυρπόλησαν τη νιότη μου να ηχούν ακόμα στ’ αυτιά μου, πιο επίκαιρα παρά ποτέ:
« Δεν μπορούμε να φέρουμε σε πέρας θεμελιώδεις αλλαγές χωρίς μια δόση τρέλας. Στην προκειμένη περίπτωση, η τρέλα αυτή βγαίνει από την άρνηση της συμβατικότητας, από το κουράγιο να στρέψεις την πλάτη σε παλιές συνταγές, από το θάρρος να επινοείς το μέλλον (…).. Θέλω να είμαι ένας απ’ αυτούς τους τρελούς. Πρέπει να τολμήσουμε να εφεύρουμε το μέλλον ».
Ακόμα πασχίζουμε να το εφεύρουμε σύντροφε Τομά…
Ιστορικό φλας μπακ αριθμός 1
Ήταν 4 Αυγούστου του 1983, όταν ένα αναίμακτο στρατιωτικό πραξικόπημα έφερε τον Σανκαρά στην εξουσία στην ηλικία των 33 ετών. Ήδη γνωστός για τη δράση και τις ιδέες του, εξασφάλισε από την πρώτη στιγμή τεράστια λαϊκή υποστήριξη.
Στρέφοντας κατ’ αρχήν το βλέμμα προς τους φτωχούς αγρότες, τους εξαθλιωμένους των πόλεων και πάνω απ’ όλα τις γυναίκες, τα πρώτα μέτρα που λαμβάνονται από τη νέα κυβέρνηση έχουν στόχο να φέρουν στο προσκήνιο τους κοινωνικά αποκλεισμένους ως φυσικούς φορείς της επαναστατικής διαδικασίας που μόλις ξεκινάει.
Έτσι, οι φύλαρχοι βλέπουν τα παραδοσιακά τους προνόμια, όπως αυτό της φορολόγησης των «υπηκόων» τους ή της δικαιωματικής αξίωσης για δωρεάν εργασία να καταργούνται δια νόμου, ενώ θεσπίζονται μέτρα αναδιανομής της γης και μερικής κολεκτιβοποίησης που περιορίζουν ακόμα περισσότερο το ρόλο τους.
Τολμώντας τη ρήξη με τις πατριαρχικές αντιλήψεις, η κλειτοριδεκτομή κηρύσσεται παράνομη, θεσμοθετούνται ειδικές ρυθμίσεις που περιορίζουν την πολυγαμία, και προωθείται εν γένει η γυναικεία χειραφέτηση, αρχής γενομένης από το διορισμό πολλών γυναικών σε θέσεις πολιτικής ευθύνης.
Παράλληλα, εγκαινιάζονται κοινωνικά προγράμματα σ’ όλους τους τομείς:
κατοικίες για τους φτωχούς των πόλεων, δημόσια συγκοινωνία για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας, κατασκευή σχολείων για την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού που εκείνη την εποχή αγγίζει το 98% (!) του πληθυσμού, κατασκευή νοσοκομείων και εξορμήσεις μαζικών εμβολιασμών που για πρώτη φορά θα κάμψουν το ποσοστό παιδικής θνησιμότητας, το υψηλότερο τότε στον κόσμο.
Για τα αφρικανικά δεδομένα της εποχής πρόκειται για μια πραγματική κοσμογονία.
Τα εφτά τζαμιά του Μπάνι
Το Μπάνι μπήκε στον χάρτη των περιηγητικών ενδιαφερόντων σχετικά πρόσφατα, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, χάρη στον λεγόμενο «προφήτη του Μπάνι», μια τοπική διασημότητα που ακούει στο όνομα Μοχάμεντ Ελ Χατζ.
Ο εν λόγω έχτισε τη φήμη του πάνω σε διάφορους θρύλους, που όπως όλοι οι θρύλοι δεν χρήζουν αποδείξεων, γεγονός όμως που δεν εμποδίζει σε τίποτε τη διάδοσή τους, τουναντίον. Ο μύθος λοιπόν λέει ότι, αφού πρώτα επιδόθηκε για κάποια χρόνια στη διάδοση του λόγου του Αλλάχ στα χωριά της γύρω σαβάνας, ο μετέπειτα προφήτης εξαφανίστηκε ξαφνικά μυστηριωδώς, σε σημείο να θεωρείται νεκρός.
Ώσπου λίγους μήνες αργότερα τον συνάντησε αναπάντεχα κάποιος συντοπίτης του που είχε πάει για προσκύνημα στη Μέκκα. Ο Μοχάμεντ είχε φτάσει, λέει, εκεί … με τα πόδια, περπατώντας αδιάκοπα κατά τους μήνες της εξαφάνισής του. Θαύμα, θαύμα!
Στη συνέχεια, φέροντας πια τον τίτλος του Ελ Χατζ, επέστρεψε στο Μπάνι (με ποιο μέσο δεν διευκρινίζεται) όπου, χωρίς να γνωρίζει γραφή κι ανάγνωση, άρχισε να απαγγείλει απ’ έξω όλο το Κοράνι. Νέο θαύμα! Άσε που κανένας δεν τον είχε δει ποτέ να τρώει και να πίνει. Κι άλλο θαύμα!
Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, ο Ελ Χατζ θεωρήθηκε κάτι σαν άγιος, οπότε και κινητοποίησε τους συγχωριανούς του και με την συνεισφορά όλων, έχτισε εφτά τζαμιά πάνω σ’ ένα δικό του ιδιότυπο σχέδιο.
Το σχέδιο περιλαμβάνει ένα μεγάλο τζαμί στο κέντρο του χωριού συν έξι μικρότερα σπαρμένα στους γύρω λόφους. Αντί ωστόσο τα μικρά τζαμιά να κοιτάνε ως είθισται προς την Μέκκα, είναι όλα στραμμένα προς το κεντρικό τέμενος.
Σε μια άλλη καινοτομία, ο προφήτης προχώρησε στην φαστ τρακ σύμπτυξη των ημερήσιων υποχρεωτικών προσευχών των μουσουλμάνων σε τρεις αντί για πέντε, προτάσσοντας το εύλογο επιχείρημα ότι είναι προτιμότερο να επενδύει κανείς το χρόνο του στην επίγεια ζωή εξασκώντας τη συμπόνοια και τη γενναιοδωρία παρά να προσεύχεται ολημερίς για να πάει στον παράδεισο μετά θάνατον. Ως θρησκευτική διδαχή την λες και (αναλογικά) προοδευτική.
Ως τέτοια δεν θα μπορούσε ωστόσο παρά να ξεσηκώσει τη μήνη των «ορθόδοξων» μουλάδων της περιοχής και να ξεσπάσει ένας μικρός θρησκευτικός εμφύλιος, ευτυχώς μόνο λεκτικός.
Τελικά το αποτέλεσμα ήταν ναι μεν να ψαλιδιστεί η επιρροή του προφήτη εκτός Μπάνι, στο ίδιο όμως το χωριό το κύρος του να παραμένει ακέραιο.
Με τη συνήθη παιδική συνοδεία να προπορεύεται, διασχίζουμε τα σκονισμένα σοκάκια με κατεύθυνση το κεντρικό τζαμί.
Το εντυπωσιακό τέμενος είναι εξ ’ολοκλήρου κατασκευασμένο από πλίνθους, ένα μείγμα από πηλό και άχυρο ψημένο στον ήλιο, με ξύλινα υποστυλώματα για οπλισμό, χωρίς ίχνος μετάλλου ή άλλου σύγχρονου οικοδομικού υλικού.
Το αποτέλεσμα είναι ένα έξοχο δείγμα της αποκαλούμενης «σουδανο-σαχελιανής αρχιτεκτονικής», δυστυχώς όμως με χαμηλή αντοχή στις επιθέσεις του καιρού.
Ελλείψει χρημάτων για την απαιτούμενη συχνή συντήρηση, σημαντικά τμήματα παρουσιάζουν ήδη δυσανάλογα μεγάλες φθορές από βροχές και καταιγίδες σε σχέση με την πραγματική ηλικία του κτίσματος.
Ένα μονοπάτι μέσα από κατσάβραχα οδηγεί στα μικρότερα τζαμιά των γύρω λόφων.
Κάποια δείχνουν να έχουν περάσει από πρόσφατη ανακαίνιση, άλλα όμως τελούν σε κατάσταση σχεδόν πλήρους κατάρρευσης.
Χωρίς κονδύλια για επισκευές, τα περιθώρια αισιοδοξίας για το μέλλον τους είναι δυστυχώς απελπιστικά στενά.
Ιστορικό φλας μπακ αριθμός 2
Στην πρώτη επέτειο της επανάστασης, ο Σανκαρά ανακοινώνει μια ακόμη αλλαγή με συμβολικό χαρακτήρα: από Άνω Βόλτα, ονομασία κληρονομημένη από τα χρόνια της γαλλικής αποικιοκρατίας, η χώρα μετονομάζεται σε Μπουρκίνα Φάσο, ήτοι η Χώρα των Ακέραιων.
Και για του λόγου το αληθές, πρώτος εκείνος ως φανατικός πολέμιος της διαφθοράς αρνείται κάθε πολυτέλεια και διάγει μια ζωή εντελώς απλή και διάφανη πασχίζοντας να εμφυσήσει το ίδιο πνεύμα στους συνεργάτες του.
Επί των ημερών του οι κρατικές λιμουζίνες αντικαθίστανται από τα χαμηλής κατανάλωσης Ρενώ 5.
Με σύνθημα «ας παράγουμε κι ας καταναλώνουμε μπουρκιναμπέ», αντί για τα ακριβά δυτικότροπα κουστούμια προάγεται ως επίσημο ένδυμα το «φάσο νταν φάνι» από ντόπιο βαμβάκι.
Θεσπίζεται η «Λαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη της Διαφθοράς» την οποία εγκαινιάζει ο ίδιος ο Σανκαρά, παρουσιαζόμενος μπροστά της για να καταθέσει πλήρη αναφορά για το «πόθεν», του έτσι κι αλλιώς ασήμαντου «έσχες» του.
Δια του παραδειγματισμού, καταπολεμάει αδιάκοπα την τάση για παράνομο πλουτισμό που αρχίζουν να επιδεικνύουν ορισμένα κυβερνητικά στελέχη.
Ως εδώ και μη παρέκει!
Στην είσοδο του Ντόρι μας υποδέχεται το μπλόκο της αστυνομίας. Διαβατήρια, ερωτήσεις, πού πάτε, τι κάνετε εδώ, ποιος ο σκοπός της επίσκεψης; Τα πάντα με μεγάλη ευγένεια οφείλω να σημειώσω.
Η αρχική άρνηση να μας αφήσουν να προχωρήσουμε κάμπτεται τελικά με πολλά χαμόγελα και καλαμπούρια (ναι, είχαμε και τέτοια), μα κυρίως με την ρητή δέσμευση να δηλώσουμε την παρουσία μας στην χωροφυλακή του Γκόρομ Γκόρομ καμιά εξηνταριά χιλιόμετρα βορειότερα. Εκείνη θα έχει τον τελικό λόγο για το αν και πού θα μας επιτραπεί να κινηθούμε από εκεί και πέρα.
Μετά το Ντόρι, η κατάσταση του δρόμου όλο και χειροτερεύει. Στο μεταξύ, όσο προχωράμε, συνέχεια πυκνώνει η παρουσία προσφύγων από το γειτονικό Μάλι. Το μάτι μου πιάνει εδώ κι εκεί πρόχειρους καταυλισμούς καθώς και κίνηση στρατιωτικών οχημάτων.
Η εμφανής ανησυχία του Πολ που συνέχεια μονολογεί «Ca va mal, ca va tres mal» (τα πράγματα πάνε άσχημα, πολύ άσχημα) διώχνει κάθε σκέψη για στάση έστω και λίγων δευτερολέπτων. Για φωτογράφιση ούτε λόγος. Η ατμόσφαιρα μυρίζει μπαρούτι.
Η κατάσταση στο Γκόρομ Γκόρομ είναι ακόμα χειρότερη. Για την ακρίβεια, η εμφάνισή μας στο μοναδικό εν λειτουργία (και άδειο από πελάτες) ξενοδοχείο «της Φιλίας» προκαλεί έναν μικρό πανικό. Η κοπελίτσα στην ρεσεψιόν καλεί επί τόπου τον τοπικό αρχηγό της χωροφυλακής ο οποίος απαιτεί να μεταβούμε άμεσα στο τμήμα.
Η υποδοχή από τον αξιωματικό είναι ευγενέστατη πλην άκρως αυστηρή.
Κακώς, κάκιστα μας άφησαν, λέει, από το Ντόρι να φτάσουμε ως εδώ. Απορεί μάλιστα πώς τα καταφέραμε.
Οι δε οδηγίες του για τη συνέχεια είναι σαφέστατες: Η κατάσταση στην περιοχή επιδεινώνεται ραγδαία, η ζωή μας διατρέχει άμεσο κίνδυνο, γι’ αυτό ούτε βήμα πέρα από δω. Επειδή η ώρα είναι προχωρημένη, θα κοιμηθούμε αναγκαστικά στο Γκόρομ Γκόρομ, φρουρούμενοι για τον κίνδυνο απαγωγής, κι αύριο πρωί πρωί θα τα μαζέψουμε και … γραμμή για την Ουαγκαντούγκου. Αυτά και τέλος.
Στο μεταξύ όσο εκείνος μιλάει, βλέπω τον Πολ να μου στέλνει κάθε τόσο καθησυχαστικά βλέμματα. Στην πρώτη παύση του αξιωματικού, παίρνει το λόγο κι ακολουθεί ένας μακρύς και έντονος διάλογος σε τοπική γλώσσα, όπου εννοείται ότι δεν καταλαβαίνω γρι. Πιάνω ωστόσο το κλίμα σιγά σιγά να χαλαρώνει, και την κουβέντα να κλείνει τελικά με αμοιβαία φιλικά χτυπηματάκια στην πλάτη. Τι έγινε;
Αυτό που έγινε είναι ότι ο Πολ κυριολεκτικά σκίστηκε για πάρτη μας. Δεν ξέρω τι επιχειρηματολογία επιστράτευσε, το σίγουρο πάντως είναι ότι κατάφερε να πείσει τον αρχηγό να μην επιστρέψουμε στην πρωτεύουσα αύριο αλλά να τραβήξουμε δυτικά προς την Αρμπίντα. Λόγω έκρυθμης κατάστασης δεν γίνεται με τίποτε να συνεχίσουμε προς την έρημο που ήταν ο διακαής πόθος μου, τουλάχιστον όμως το ταξίδι στο Σαχέλ συνεχίζεται.
- Πολ, σου χρωστάμε μεγάλη χάρη. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ.
- Είδα τα τετράδια και τα στυλό που δώσατε στα παιδιά στο Μπάνι. Είστε πολύ καλοί άνθρωποι. Οι καλύτεροι πελάτες που είχα ποτέ. Όχι πελάτες, φίλοι.
Το καληνύχτισμα γίνεται με μια μεγάλη αγκαλιά στον Ζυρ και σε μένα. Έχουμε πλέον ενωθεί σε μια ομάδα, σφιχτή σαν γροθιά.
«Είμαστε οι κληρονόμοι όλων των επαναστάσεων του κόσμου»
Η δράση του Τομ Σανκ, όπως τον αποκαλούν χαϊδευτικά οι σύντροφοί του, δεν εξαντλείται στα στενά σύνορα της χώρας του με την έτσι κι αλλιώς περιορισμένη πολιτική και οικονομική εμβέλεια. Σε μια Αφρική που δείχνει να έχει «κάτσει» μετά το πρώτο μεγάλο κύμα αποαποικιοποίησης των αρχών της δεκαετίας του εξήντα, έρχεται να προσδώσει νέα πνοή και ταυτότητα στο χειραφετητικό όραμα ολόκληρης της ηπείρου. Παναφρικανιστής στο δρόμο ενός Λουμούμπα κι ενός Νκρούμα, δεν χάνει ευκαιρία για να βροντοφωνάξει:
« Πρέπει να διακηρύξουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει σωτηρία για τους λαούς μας αν δεν γυρίσουμε αποφασιστικά την πλάτη σε όλα τα μοντέλα που επί είκοσι χρόνια επιχείρησαν να μας πλασάρουν όλοι οι τσαρλατάνοι του ιδίου φυράματος. Δεν μπορεί να υπάρξει σωτηρία για μας έξω απ’ αυτήν την άρνηση, καμιά ανάπτυξη χωρίς αυτήν τη ρήξη. (…). Το πνεύμα ελευθερίας και αξιοπρέπειας, η στήριξη στις δικές μας δυνάμεις, η ανεξαρτησία κι ο αντιιμπεριαλιστικός αγώνας πρέπει να φυσήξουν από Βορρά σε Νότο, κι από Νότο σε Βορρά και να διασχίσουν θαρρετά τα σύνορα, αφού οι αφρικανικοί λαοί μαστίζονται από τα ίδια βάσανα, θρέφουν τα ίδια αισθήματα, και μοιράζονται τα ίδια όνειρα για ένα καλύτερο αύριο».
Βαθιά διεθνιστής, περνάει στην πρώτη γραμμή του Κινήματος των Αδεσμεύτων, παίρνει θέση κατά του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική, υποστηρίζει τον αντικατοχικό αγώνα των Παλαιστίνιων και των Σαχράουι ανταρτών, δίνει το χέρι στους Σαντινίστας και τους Κουβανούς συντρόφους.
«Θέλουμε να είμαστε οι κληρονόμοι όλων των επαναστάσεων του κόσμου, όλων των απελευθερωτικών αγώνων των λαών του Τρίτου Κόσμου. (…). Ανοιχτοί σε όλους τους ανέμους της βούλησης των λαών και των εξεγέρσεών τους, διδασκόμενοι και από ορισμένες τρομαχτικές αποτυχίες που οδήγησαν σε τραγικές καταπατήσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, θέλουμε να διατηρήσουμε από την κάθε επανάσταση εκείνον τον πυρήνα καθαρότητας που μας αποτρέπει να εξαρτηθούμε από αλλότριες πραγματικότητες, έστω κι αν πνευματικά μοιραζόμαστε τα ίδια κοινά συμφέροντα».
.Αύριο πρέπει να βρω τρόπο ν' ανοίξω κουβέντα για τον Σανκαρά με τον Πολ. Η διαίσθησή μου λέει ότι μιλάμε την ίδια γλώσσα.
Αναλλοίωτη Αφρική
Ένα ανώνυμο χωριουδάκι χωμένο κάπου στη σαβάνα, απ’ αυτά τα αναλλοίωτα στο χρόνο, που θα μπορούσαν να βρίσκονται οπουδήποτε στη Αφρική.
Και που γι’ αυτό τα λατρεύω.
Για την αφρο-οικουμενικότητά τους.
Για την αρχιτεκτονική της λάσπης.
Για τις χόρτινες στέγες και την απλότητα της καλαισθησίας.
Για τον ήχο του κόπανου που χτυπάει το σόργο στο γουδί και τα κακαρίσματα της κότας στην αυλή.
Για τις κλεφτές ματιές των γυναικών πίσω από τον φράχτη, γι’ αυτές που ποζάρουν ντροπαλά, και τον αιφνιδιασμό κάποιων άλλων στα σοκάκια.
Μα πάνω απ’ όλα για τις ατελείωτες φωτεινές στρατιές των παιδιών, τιμητική ακολουθία σε κάθε μας βήμα
Και για το αμέτρητο παιδικό πλήθος που συνωστίζεται στη θέα του φακού
Αρμπίντα
Η Αρμπίντα είναι κυρίως γνωστή για τις αρχαίες επιγραφές της. Αναμφίβολα σημαντικές για την αρχαιολογική έρευνα, παρουσιάζουν ωστόσο ελάχιστο ενδιαφέρον για αδαείς όπως εμείς.
Δυσδιάκριτες, σχεδόν σβησμένες στην πλειονότητά τους, χρήζουν ακόμα επίμονης δουλειάς εκ μέρους των ειδικών για να αναδειχτούν, αποκρυπτογραφηθούν, χρονολογηθούν.
Η βόλτα όμως ανάμεσα στους βράχινους σχηματισμούς, με θέα το οροπέδιο με την αραιή βλάστηση του Σαχέλ και το πλίνθινο χωριό στο βάθος με πλάτη το γυμνό βουνό είναι άκρως ευχάριστη.
Ότι πρέπει για ρεμβασμό και χαλάρωση.
Στο προαύλιο του καταλύματός μας στο Ντζίμπο όπου και θα διανυκτερεύσουμε, βρίσκεται παρκαρισμένη μια μοτοσικλέτα που φέρει αυτοκόλλητο μ’ ένα πολύ γνώριμο πρόσωπο.
Πάνω που αναρωτιόμουν πώς να φέρω την κουβέντα στον Σανκαρά, την αφορμή την δίνει ο ίδιος ο Πολ.
- Ξέρετε ποιος εικονίζεται στην φωτογραφία; με ρωτάει τεστάροντας τις γνώσεις μου.
- Ο σύντροφος πρόεδρος Τομ Σανκ, του λέω
Ήταν να μην γίνει η αρχή. Περνάμε τις επόμενες δυο ώρες πίνοντας τσάγια και συζητώντας για τα έργα και τις ημέρες του δολοφονημένου προέδρου. Πατενταρισμένος σανκαριστής ο αγαπητός Πολ!
«Καλύτερα ένα βήμα μαζί με το λαό παρά εκατό χωρίς αυτόν»
Η έγνοια για το «μοντέλο της επανάστασης», που θα παίρνει υπόψη του τις παρελθούσες αποτυχίες και θα είναι προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες του κάθε λαού και του κάθε τόπου, δεν σταμάτησε στιγμή να ταλανίζει τον Σανκαρά, ειδικότερα δε η αναζήτηση του δρόμου που οδηγεί στην ουσιαστική και όχι τυπική δημοκρατία:
«Το δικαίωμα ψήφου και η ύπαρξη ενός εκλογικού μηχανισμού δεν συνιστούν από μόνα τους δημοκρατία. Δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατία όσο η εξουσία σε όλες τις μορφές - οικονομική, στρατιωτική, πολιτική, κοινωνική και πολιτισμική - δεν έχει περάσει στα χέρια του λαού».
Γι αυτό και σχεδόν αμέσως μετά την κατάληψη της εξουσίας τον Αυγούστου του 1983, συγκροτούνται κατά τόπους οι Επιτροπές Υπεράσπισης της Επανάστασης (CDR) που αναλαμβάνουν πολυποίκιλα καθήκοντα: πολιτική διαφώτιση, υγειονομική επιμέλεια στις λαϊκές συνοικίες, προώθηση της παραγωγής, έλεγχο του προϋπολογισμού των υπουργείων κ.α.
Η συμμετοχή στη χάραξη πολιτικής είναι ουσιαστική. Ενίοτε οι CDR απορρίπτουν προτάσεις εθνικής εμβέλειας όπως π.χ. το πρόγραμμα για το «νέο σχολείο» που κρίνεται ως υπερβολικά ριζοσπαστικό.
Την ίδια όμως στιγμή καταγράφονται και υπερβάσεις σε βάρος της αντιπολίτευσης, και δη της αριστερής, με αυθαίρετες συλλήψεις και φυλακίσεις συνδικαλιστών, ακόμα και (μεμονωμένα ευτυχώς) κρούσματα βασανισμού.
Όσο κατακριτέες ωστόσο κι αν είναι αυτές οι πρακτικές, είναι σημαντικό να τονισθεί ότι ποτέ δεν έλαβαν σημαντικό εύρος και – το κυριότερο - ποτέ δεν αποτέλεσαν κεντρική πολιτική επιλογή, το αντίθετο μάλιστα. Τον Απρίλη του 86’ στην πρώτη Εθνική Συνδιάσκεψη των CDR, o Σανκαρά δεν διστάζει να στιγματίσει τα φαινόμενα «εξουσιαστικής βουλιμίας» καλώντας σε απομόνωση όλων εκείνων που εκδηλώνουν παρόμοιες συμπεριφορές
Στην ομιλία του με αφορμή την τέταρτη επέτειο της κατάληψης της εξουσίας του Αύγουστου του ’87 τονίζει επιπρόσθετα την ανάγκη για διορθωτικές κινήσεις και πιο χαλαρούς ρυθμούς αλλαγών έτσι ώστε αυτές να μπορούν καλύτερα ν’ αφομοιωθούν από τις λαϊκές μάζες. «Καλύτερα ένα βήμα μαζί με το λαό παρά εκατό χωρίς αυτόν».
Από τότε όμως δεν υπήρξανε άλλα βήματα, παρά μονάχα προς τα πίσω. Ακόμα και σήμερα, σχεδόν τριάντα τρία χρόνια μετά τη δολοφονία του Σανκαρά, η επίσημη αιτία θανάτου του γαζωμένου από τις σφαίρες κορμιού του παραμένουν τα «φυσικά αίτια»!
Ο δε πραξικοπηματίας Μπλαιζ Κομπαορέ κράτησε την εξουσία για είκοσι εφτά ολόκληρα χρόνια μέχρι το 2014 (οπότε και ανατράπηκε από άλλο στρατιωτικό πραξικόπημα και την κοπάνησε στη γειτονική Ακτή Ελεφαντοστού), ενώ η Μπουρκίνα Φάσο κατέχει σταθερά την τρίτη θέση μεταξύ των φτωχότερων χωρών του κόσμου, στον πάτο της παγκόσμιας κατάταξης.
Ντζίμπο
Άμα κάτσεις από το πρωί στην όχθη της λίμνης του Ντζίμπο, μέχρι το τέλος της ημέρας θα ‘χεις γνωρίσει λίγο-πολύ όλους τους κατοίκους της πόλης.
Αν όχι τους γέροντες που σπάνια βγαίνουν από την αυλή τους, σίγουρα πάντως τους περισσότερους ενήλικες κι ακόμα πιο σίγουρα όλα τα παιδιά.
Δική τους κυρίως δουλειά είναι ο ανεφοδιασμός των οικογενειών τους με το πολύτιμο υγρό της ζωής.
Συρρέουν κατά ομάδες, από τις απομακρυσμένες συνοικίες, οδηγώντας με άνεση τα κάρα με τα γαϊδουράκια, φορτωμένα το καθένα κι από ένα βαρέλι.
Προχωράνε αποφασιστικά μερικά μέτρα μέσα στο νερό, πιάνουν τον κουβά, κι αμέσως ξεκινάνε να γεμίζουν. Αγόγγυστα. Ένα ασταμάτητο πηγαινέλα από κάρα και παιδιά είναι το σκηνικό της λίμνης όλη την ημέρα.
Επαγγελματίες ονηλάτες και νερουλάδες ηλικίας δημοτικού.
Παιδιά που τα κάνουν όλα και δουλεύουν σκληρά σαν ενήλικες.
Χεράκια πλασμένα για να γράφουν σε τετράδια και να ξεφυλλίζουν σχολικά βιβλία, και που αντ’ αυτών κουβαλάνε ξύλα, παραδίδουν εμπορεύματα, μαζεύουν και μεταφέρουν σανό για τα ζώα.
Γιατί τα ζώα, οι κατσίκες και τα βουβάλια, μέλη της οικογένειας είναι κι αυτά.
Τα κοπάδια κοιμούνται μέσα στον περίβολο των λάσπινων σπιτιών και κάθε αυγή και δείλι και πάλι παιδιά κυρίως τα οδηγούν στη λίμνη για να πιούνε και να δροσιστούν.
Στην ίδια λίμνη όπου την ίδια στιγμή κάποιοι λούζονται, οι γυναίκες πλένουν πιάτα και μπουγαδιάζουν, ενώ κάπου εκεί γύρω πλατσουρίζουν τα νήπια.
Πού αλλού δηλαδή φαντάζεσαι ότι θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν αυτές οι ανάγκες;
Όρνια πάνω από την πόλη.
Ναι, συνυπάρχουν με τους ανθρώπους, γιατί σου κάνει εντύπωση;
Ελλείψει αποτελεσματικών δημοτικών υπηρεσιών κάποιος πρέπει να καλύψει το κενό και να καθαρίζει την περιοχή από πτώματα.
Φυσική ανακύκλωση.
Η πραγματική καταστροφή όμως είναι το πλαστικό. Και ειδικότερα εκείνες οι λεπτές μαύρες σακούλες. Αυτές, δυστυχώς, κανένα όρνιο δεν αναλαμβάνει να τις καθαρίσει. Σκορπισμένες παντού, θυμίζουν μαύρα κοράκια που κατατρώνε με μανία τις σάρκες της γης.
Ο τάφος
Η γύρα στον βορρά τελείωσε και έχουμε πλέον μπει στην περιφέρεια της Ουαγκαντούγκου. Ωστόσο η κατεύθυνση που ακολουθούμε μου μοιάζει άσχετη μ’ αυτή που οδηγεί στο ξενοδοχείο.
Στην ερώτηση πού διάολο πηγαίνουμε, ο Πολ παίρνει ένα μυστηριώδες ύφος και δηλώνει ότι μας επιφυλάσσει μια επίσκεψη-έκπληξη πριν καταλήξουμε στο κατάλυμά μας. Άλλο και πάλι τούτο!
Μια τραγικά υποβαθμισμένη συνοικία. Υποβαθμισμένη με κριτήρια Αφρικής, φαντάσου λοιπόν για τι χάλι μιλάμε…
Λίγα λεπτά αργότερα, ο Πολ σταματάει το αυτοκίνητο μπροστά σε μια αλάνα σπαρμένη σκουπίδια. Φτάσαμε, λέει. Πού φτάσαμε;
Στο βάθος της βρώμικης αλάνας, ο τάφος του Σανκαρά! Κι ακριβώς από πίσω, τα μνήματα των δώδεκα συντρόφων του που δολοφονήθηκαν μαζί του κατά το γαλλοκίνητο πραξικόπημα ανατροπής της επαναστατικής κυβέρνησης της Μπουρκίνα Φάσο στις 15 Οκτώβρη 1987.
Ένα έγκλημα που συντελέστηκε επί των ημερών του Φρανσουά Μιτεράν, για να μην ξεχνιόμαστε, και για την διαλεύκανση του οποίου οι γαλλικές κυβερνήσεις αρνούνται πεισματικά μέχρι σήμερα, να παραδώσουν στην ιστορική έρευνα τα διαβαθμισμένα αρχεία της εποχής…
Ο τάφος του Σανκαρά συλήθηκε το 2009 γι’ αυτό και κατά την επίσκεψή μας έφερε την ημερομηνία της αποκατάστασής του, 15/10/2010 στην εικοστή τρίτη επέτειο της δολοφονίας του. Και νεκρός ακόμα, ο Σανκαρά εξακολουθεί να τρομάζει τους εχθρούς της κοινωνικής δικαιοσύνης και να εμπνέει όσους επιμένουν να τολμούν να εφεύρουν το μέλλον.
Έχω επισκεφτεί τα μαυσωλεία όλων των μεγάλων. Του Λένιν, του Μάο, του Χο Τσι Μινχ. Πάντα απ’ έξω. Δεν τα πάω καλά έτσι κι αλλιώς με τις όποιες αγιοποιήσεις, πόσο μάλλον με τα θρησκευτικού τύπου προσκυνήματα σε ταριχευμένες μούμιες. Καμιά συγκίνηση όμως δεν μπορεί να συγκριθεί μ’ αυτή που ένιωσα σ’ αυτόν εδώ τον σκουπιδότοπο, μπροστά στο ταπεινό μνήμα του πιο υπέροχου Αφρικανού επαναστάτη προέδρου όλων των εποχών.
Διαβάστε επίσης: ΜΠΟΥΡΚΙΝΑ ΦΑΣΟ 1 - ΤΟΜΑ ΣΑΝΚΑΡΑ, Η ΔΟΛΟΦΟΝΗΜΕΝΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
Για περισσότερες φωτογραφίες: Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα...
Σημείωση:Σε επόμενες αναρτήσεις, θα ταξιδέψουμε ανατολικά στα Εθνικά Πάρκα W και Αρλί και στον γκρεμό του Γκομπνανγκού, νότια στο Τιέμπελε και τα ζωγραφιστά χωριά της φυλής Κασενά, δυτικά στην Γκάουα και στα χωριά των «μάγων», στα βράχινα γλυπτά του Σιντού και τους φυσικούς θόλους του Φαμπεντουγκού, στην Μπανφόρα και το Μπομπό Ντιουλάσσο.