ΔΥΤΙΚΗ ΝΕΑ ΓΟΥΙΝΕΑ 1 - ΙΡΙΑΝ ΤΖΑΓΙΑ, Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΠΑΠΟΥΑ
Και για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους: η ανθρωποφαγία για τους Παπούα δεν είχε ποτέ τα αίτιά της στην πείνα ή στις διατροφικές τους γενικώς προτιμήσεις, όπως ανοήτως διαδίδεται στη Δύση. Οι ρίζες της είχαν κυρίως θρησκευτικό, λατρευτικό χαρακτήρα. Άνευ καζανιών και άλλες τέτοιες σαχλαμάρες που διεκτραγωδούν τα διάφορα λαϊκά έντυπα στην πολιτισμένη Δύση. Τι καζάνι; Οι Παπούα ακόμη και σήμερα αγνοούν τη χρήση του μετάλλου. Στα χωριά τους τουλάχιστον.
Tου Κώστα Ζυρίνη
Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 10/17.06.2000
Από κάτω μας βουνοκορφές και ζούγκλα. Απέραντη απάτητη ζούγκλα. Κατευθυνόμαστε προς την κοιλάδα του Μπάλιεμ, του ποταμού που τη διασχίζει. Μια κοιλάδα σε υψόμετρο 1.600 μέτρων. Και στο κέντρο της εν λόγω κοιλάδας, στις όχθες του Μπάλιεμ, στην καρδιά της χώρας των Παπούα, η Γουαμένα. Μια τεχνητή κωμόπολη 17.000 κατοίκων, εποικισμένη από Ινδονήσιους με την προοπτική να ενσωματώσουν και τους Παπούα στον δικό τους πολιτισμό που αλληθωρίζει προς δυσμάς.
Η Νέα Γουινέα είναι το δεύτερο μετά τη Γροιλανδία μεγαλύτερο νησί της Γης. Μιλάμε για μια επιφάνεια 785.000 τ.χλμ. Τα πυκνά δάση που την καλύπτουν, μαζί με τις ζούγκλες του Αμαζονίου και της Βόρνεο, είναι οι κυριότεροι πνεύμονες οξυγόνου του πλανήτη. Οι αυτόχθονες κάτοικοί της, οι Παπούα, λόγω της γεωλογικής της ιδιαιτερότητας, έζησαν πάντα απομονωμένοι μεταξύ τους σε ολιγάριθμες φυλές, στα δάση, στις κοιλάδες, στις όχθες των ποταμών και στις ακτές. Ως εκ τούτου, δεν ανάπτυξαν ποτέ κοινή γραπτή γλώσσα, κοινή Ιστορία και, άρα, κοινό πολιτισμό. Οι ανθρωπολόγοι την ψαχουλεύουν ακόμα.
Αλλά πριν από τους ανθρωπολόγους την έψαξαν οι θησαυροθήρες. Και τη βρήκαν. Από τον 16ο, που ανακαλύφτηκε από τους Πορτογάλους, μέχρι και σήμερα, η πίτα έχει αναδιανεμηθεί πολλές φορές μέσα από πολλούς μικρούς και μεγάλους πολέμους, κι έναν παγκόσμιο φυσικά. Πορτογάλοι, Ολλανδοί, Γερμανοί, Άγγλοι, Αμερικάνοι, Γιαπωνέζοι, Ινδονήσιοι... Οι μόνοι που δεν εδικαιούντο να διεκδικήσουν τη γη τους ήταν οι ίδιοι οι Παπούα. Της δυτικής Νέας Γουινέας ειδικότερα. Της επονομαζόμενης Ίριαν Τζάγια που τελεί υπό ινδονησιακή κατοχή. Και της οποίας η καταλήστευση του επίγειου και του υπόγειου φυσικού πλούτου από την πολιτισμένη Δύση βρίσκεται πάντα εν εξελίξει.
Κατεβαίνουμε από την άτρακτο αυτού του ελικοφόρου καρουλιού ελαφρώς χαζεμένοι. Εγώ τουλάχιστον. Και πατάμε τη γη των Παπούα. Το αεροδρόμιο είναι ένα απέραντο ξέφραγο πλάτωμα μ'ένα μικρό καλόγουστο κτίσμα προς το οποίο και κατευθυνόμαστε. Η μόνη περίφραξη είναι ένα δίμετρο κιγκλίδωμα ένθεν κακείθεν του κτίσματος. Πίσω απ’ αυτό το κιγκλίδωμα μας περιεργάζονται καμιά εικοσαριά ζευγάρια λαμπερά μάτια Παπούα. Δεν θ' αργήσω να μάθω ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν περιμένουν κανέναν. Απλώς, τους αρέσει να κάθονται εδώ όλη τη μέρα για να περιεργάζονται τους παράξενους λευκούς που βγαίνουν από το σιδερένιο πουλί. Και όχι μόνο όλη την ημέρα, αλλά και κάθε μέρα.
Είμαστε στη, λεγόμενη, αίθουσα αναμονής περιμένοντας τα σακίδιά μας. Ανάμεσά μας περιφέρονται και οι Παπούα, οι ίδιοι που λίγο πριν μας χάζευαν πίσω από το κιγκλίδωμα. Μερικοί είναι ντυμένοι με ράκη από τζην και λερές φανέλες. Μερικοί άλλοι, γένους αρσενικού, είναι ντυμένοι μ'ένα μόνο κολοκύθι. Το οποίο κολοκύθι περιβάλλει σφιχτά το μόριό τους που με την πρώτη (λοξή) ματιά φαίνεται σαν να βρίσκεται εν στύσει. Και με κάτι χάντρες, ή όστρακα, κρεμασμένα ως περιδέραια στο λαιμό τους. Και με κάτι γαμψά κόκκαλα περασμένα από τη μύτη τους που κρέμονται σαν άσπρα μουστάκια. Και με κάτι φτερά στο κεφάλι τους. Και με κάτι γραμμές από άσπρη και κόκκινη μπογιά στο πρόσωπό τους.
Ένας απ’ αυτούς με αγγίζει διστακτικά σαν να θέλει να διαπιστώσει ότι είμαι φτιαγμένος από το κρέας που έτρωγε κάποτε ο παππούς του. Ή μπορεί και ο πατέρας του. Ή και ο ίδιος, ακόμη. Ποιος ξέρει;
Του χαμογελώ χαζά από αμηχανία και δεν χάνω ούτε στιγμή από τα μάτια μου τον Ορέστη και την Ισαβέλλα. Ατραξιόν, μουρμουράει με κακεντρέχεια ο Ορέστης, τους τοποθετούν εδώ ως κουλέρ λοκάλ. Δεν το νομίζω, του λέω, είναι απολύτως αυθεντικοί.
Έχω την ακατανίκητη επιθυμία να περιεργαστώ το "ένδυμά" τους αλλά κωλύομαι λόγω καλής ανατροφής. Δεν μπορείς να κοιτάς ασκαρδαμυκτί το εν στύσει πέος ενός μαντράχαλου. Για μια αξιοπρέπεια ζούμε.
Ωστόσο, δεν αντέχω, ρίχνω μερικές κλεφτές ματιές. Όχι, δεν βρίσκονται υπό το κράτος αφροδισιακής διέγερσης. Πώς θα μπορούσαν εξ άλλου να είναι εν στύσει όλοι αυτοί συγχρόνως εδώ μέσα; Απλώς, η κολοκυθένια πεοθήκη στηρίζεται στην ορθία στάση από ένα λεπτό σκούρο σπαγγάκι περασμένο γύρω από τη μέση τους. Αδιόρατο, έτσι όπως φοντάρει στο κατάμαυρο δέρμα τους.
Σήμερα η άλλοτε Νέα Γουινέα είναι χωρισμένη στη μέση περίπου με μια κάθετη συνοριακή γραμμή. Η ανατολική της πλευρά λέγεται Παπούα Νέα Γουινέα, ή άλλως Παπουασία, και καταχωρείται στον παγκόσμιο Άτλαντα ως ανεξάρτητη χώρα. Η δυτική λέγεται Ίριαν Τζάγια και σήμερα αποτελεί τμήμα της Ινδονησίας, το πιο αραιοκατοικημένο: Σε μια επιφάνεια 413.000 τ.χλμ, όσο τρεις Ελλάδες δηλαδή, ζουν, με τον τρόπο που ζουν, λιγότεροι από 2.000.000 κάτοικοι εκ των οποίων, μόνο το 8% είναι Ινδονήσιοι έποικοι, πρώην φουκαράδες από την υπερπληθή Ιάβα κυρίως, στους οποίους οι ινδονησιακές κυβερνήσεις παρείχαν ισχυρά κίνητρα για να εγκατασταθούν εδώ. Από τους εποίκους, οι περισσότεροι ζουν στην Τζαγιαπούρα, μια πόλη της βόρειας ακτής, 250.000 κατοίκων, και πρωτεύουσα της Ίριαν Τζάγια. Στο κέντρο της Ίριαν Τζάγια υπάρχουν περιοχές ακόμη ανεξερεύνητες. Εκεί, στα ψηλά οροπέδια και στις απρόσιτες πηγές των μεγάλων ποταμών ζουν μόνο Παπούα σε νεολιθικό στάδιο ανάπτυξης.
Διατρέχουμε με τα μπετσάκ, αυτά τα τρίκυκλα ποδήλατα ταξί, την κεντρική οδική αρτηρία της Γουαμένα. Μια σκονισμένη άσφαλτος χωρίς πεζοδρόμια. Οι χωμάτινες επιφάνειές της, που σε κάποιο μακρινό μέλλον μπορεί και να γίνουν πεζοδρόμια, σφύζουν από κίνηση. Μαγαζιά και σπίτια, όλα ισόγεια με μια αρχιτεκτονική αδιάφορη. Άχρωμη και άοσμη. Μια πόλη φτιαγμένη πρόχειρα και βιαστικά. Τα κουδουνάκια των μπετσάκ χαλούν τον κόσμο. Ο πληθυσμός είναι ανάμεικτος: Ινδονήσιοι και Παπούα. Από τους Παπούα, οι περισσότεροι είναι ντυμένοι μόνο με το προειρημένο περικαύλιο. Είναι συγκεντρωμένοι κατά ομάδες στο χωμάτινο πεζόδρομο, καθιστοί ανακούρκουδα οι περισσότεροι, κι έτσι όπως είναι γυμνοί νομίζεις ότι αφοδεύουν ομαδικώς. Άντρες και γυναίκες. Οι γυναίκες Παπούα, οι περισσότερες πάντως, έχουν κάτι μαραμένα βυζιά που κρέμονται σαν πετσιά χωρίς περιεχόμενο. Φορούν μια χόρτινη φούστα κι ένα μεγάλο δίχτυ ριγμένο στη ράχη και στηριγμένο στο μπροστινό του κρανίου τους πάνω από το μέτωπο. Ουδεμία καλλονή ανάμεσά τους. Χάσαμε!
Οι πρώτοι δυτικοί εξερευνητές που έφτασαν μέχρις εδώ, στην ενδοχώρα, το 1938, έπαθαν την πλάκα της ζωής τους μ'αυτούς τους μικρόσωμους γυμνούς άγριους με τα βαμμένα πρόσωπα και τα χρωματιστά φτερά στο κεφάλι. Το κάνουν βούκινο στη Δύση κι έτσι αρχίζουν οι πρώτες ανθρωπολογικές αλλά και θησαυροθηρικές αναζητήσεις.
Το 1945, ένα αεροπλάνο στουκάρει κάπου στην κοιλάδα και καθώς οι αποστολές διάσωσης των λευκών επιχειρούν να βρούνε τίποτα επιζώντες, πέφτουν πάνω στους Παπούα της φυλής Ντάνι, για να τους κάνουν στη συνέχεια παγκοσμίως διάσημους και άρα ευάλωτους στον αδηφάγο επεκτατισμό των ισχυρών του "πολιτισμένου" κόσμου. Οι πιονιέρηδες του επεκτατισμού, οι ιεραπόστολοι δηλαδή, καταφτάνουν εδώ με την Αγία Γραφή ανά χείρας το 1954. Η δε ολλανδική κυβέρνηση σπεύδει να εγκαταστήσει εμπορικό σταθμό το 1956.
Σήμερα που ο έλεγχος βρίσκεται στα χέρια των Ινδονήσιων, η Γουαμένα εξελίσσεται σε κωμόπολη με τοπική αυτοδιοίκηση, σχολεία, αστυνομία, στρατό, εκκλησίες οπωσδήποτε, μαγαζιά... μέχρι και τράπεζα. Όλες δε οι θέσεις εργασίας που προϋποθέτουν "καθαρά χέρια" και υπόσχονται κάποιο κέρδος είναι στα χέρια των Ινδονήσιων εποίκων, Ιαβανέζων στην πλειοψηφία τους. Το χαμαλίκι και η ανεργία επιφυλάσσεται στους, "αναφομοίωτους" κυρίως, ιθαγενείς. Φυλετικές, ταξικές και πολιτισμικές αντιθέσεις για τις οποίες τίποτα δεν υπόσχεται ότι θα ξεπεραστούν αναίμακτα.
Είμαστε στο μοναδικό ξενοδοχείο που αξίζει τον χαρακτηρισμό του ως τοιούτο. Μικρό και αρκετά καθαρό. Μόνο που τα υδραυλικά του χρειάζονται ανιμιστικές θυσίες, ινδουιστικές δεήσεις και χριστιανικά ευχέλαια για να λειτουργήσουν. Και κυρίως για να κατεβάσουν ζεστό νερό.
Τα ισόγεια περιφερειακά διαμερισματάκια δίνουν σ'έναν κεντρικό κηπάκο με τροπικά καλλωπιστικά φυτά. Ουδείς αυτόχθων μεταξύ του προσωπικού. Μπροστά στην είσοδο όμως βρίσκονται καμιά δεκαριά Παπούα καθιστοί στη στάση της κένωσης και μας κοιτούν με κάτι σαν ικεσία στα μάτια. Μπροστά στα πόδια τους βρίσκεται ένα πλήθος από περίεργα μπιχλιμπίδια: κοκκάλινα μαχαίρια, περιδέραια, πρωτόγονα αγαλματάκια σαν τοτέμ, πολύχρωμες μάσκες με φτερά, διάφορα κομμάτια ορυκτά με παράξενα χρώματα και, απαραιτήτως, κολοκυθένια πεοφύλακτρα. Τι να το κάνω ρε φίλε; του λέω εις άπταιστη ελληνική, το βρίσκω άκρως ανθυγιεινό!
Απολάμβανα την απογευματινή μου σιέστα στο αίθριο του ξενοδοχείου όταν είδα να με πλησιάζει ο Ονίς, ο Παπούα που συναντήσαμε στην Τζαγιαπούρα και μας αυτοσυστήθηκε ως γκάϊντ. Τώρα, τι γκάϊντ, τρέχα γύρευε! Άϊμ σόρυ μίστερ Κόστας για την ενόχληση, λέει, νέβερ μάιντ, του απαντώ, κι αυτό τον κάνει να πιστέψει ότι μιλώ αγγλικά. Έμπλεξα! Πάντως, κουτσά στραβά κατάλαβα ότι τον έφερε στη Γουαμένα ένας ιεραπόστολος με το τετραθέσιο αεροπλανάκι του τζάμπα και ήρθε να μας ρωτήσει μήπως και τον θέλουμε ως ξεναγό. Για να γλυτώσω κάτι από τη δοκιμασία του γλωσσικού χάους που μας χωρίζει, Ιζαμπέλ ιζ δι μπος, του λέω και, άφτερ σλιπ θα σπικάρει μαζί σου. Μένει με το στόμα ανοιχτό για το πώς είναι δυνατό να είναι μπος μια γυναίκα, τι σου είναι αυτοί οι λευκοί! και, ιτς όκέϋ αϊ γουέϊτ μίστερ. Άρα δεν φεύγει. Δεν έχει τι άλλο να κάνει, λέει, και μπορεί να περιμένει. Ρε τι έπαθα!
Το 1954, με ορμητήριο τη Γουαμένα και με όπλο το Λόγο του Κυρίου, οι ιεραπόστολοι διατρέχουν ποδαράτοι οριζοντίως και καθέτως την κοιλάδα του Μπάλιεμ για ν'αλλάξουν την πίστη των αγρίων. Κι ένα από τα πρώτα χριστιανικά επιτεύγματά τους είναι να ισιώσουν το έδαφος σ'ένα ξέφωτο του χωριού Ανγκουρούνγκ, στα νότια της κοιλάδας, για να μπορούν να προσγειώνονται τα θεόπεμπτα ιεραποστολικά αεροπλανάκια τους.
Όταν όμως οι Παπούα της φυλής Γιάλι βλέπουν τα σιδερένια πουλιά ενός ξένου θεού να κατεβαίνουν στη γη τους τρέχουν πανικόβλητοι να κρυφτούν μέσα στα δάση και σφάζουν όλα τους τα γουρούνια για να μην τους τα φάνε αυτοί οι ουρανοκατέβατοι λευκοί δαίμονες. Αλλά αυτό δεν είναι λύση, λέει το 1960 ο φύλαρχος (στη γλώσσα του), πρέπει να εξορκίσουμε το κακό πάραυτα.
Στήνουν λοιπόν καρτέρι, πιάνουν έναν ιεραπόστολο τη στιγμή που κατέβαινε από το σιδερένιο πουλί και τον τρώνε αμαγείρευτο ατάκα κι επιτόπου. Άνευ καζανιών και άλλες τέτοιες σαχλαμάρες που διεκτραγωδούν τα διάφορα λαϊκά έντυπα στην πολιτισμένη Δύση. Τι καζάνι; Οι Παπούα ακόμη και σήμερα αγνοούν τη χρήση του μετάλλου. Στα χωριά τους τουλάχιστον.
Βροντοχτυπιώμαστε σ' έναν χωματόδρομο που μας πάει προς δυσμάς της Γουαμένα. Οδηγά ένας υποτιθέμενος ξάδερφος του Ονίς και γω, ως ειδήμων περί το επιτήδευμα, ομολογώ ότι είναι πολύ επιδέξιος. Εκείνο που ελπίζω διακαώς είναι να μην πέσουμε σε καμιά φυλή που δεν έχει κόψει ακόμη την κακιά συνήθεια να τρώει λευκούς. Εκφράζω κουτσά στραβά αυτή μου την ανησυχία στον Ονίς κι αυτός βάζει τα γέλια. Σημάδι ότι ο άνθρωπος έχει χιούμορ. Και άπαξ ο άνθρωπος έχει χιούμορ αποφασίζω να τον θεωρώ εφεξής κολλητό μου.
Στην κοιλάδα του Μπάλιεμ, λέει ο Ονίς, υπάρχουν αρκετές φυλές, οι ξένοι όμως τις αποκαλούν όλες μαζί συλλήβδην Ντάνι επειδή εδώ ακριβώς είναι η κοιτίδα των Ντάνι κι επομένως πλειοψηφούν. Εγώ για παράδειγμα, δηλώνει υπερηφάνως, είμαι από τη φυλή των Λάνι και οι Λάνι προέρχονται από τα βορειοδυτικά του Μπάλιεμ Βάλεϋ, ενώ οι Γιάλι, οι πιο τσαμπουκάδες απ’ όλους, οι οποίοι έτρωγαν ανθρώπινο κρέας μέχρι και στις αρχές της δεκαετίας του '80, προέρχονται από τα νοτιοανατολικά. Προς τα κει που πάμε τώρα, συλλογιέμαι ανήσυχος.
Και για να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους: η ανθρωποφαγία για τους Παπούα δεν είχε ποτέ τα αίτιά της στην πείνα ή στις διατροφικές τους γενικώς προτιμήσεις, όπως ανοήτως διαδίδεται στη Δύση. Οι ρίζες της είχαν κυρίως θρησκευτικό, λατρευτικό χαρακτήρα. Ασχέτως αν μερικά μέρη του ανθρώπινου σώματος οι Παπούα τα εύρισκαν ιδιαιτέρως νόστιμα. Τις φτέρνες, για παράδειγμα, όπως μας πληροφορεί ο Ονίς, τις οποίες προόριζαν αποκλειστικά για τους φύλαρχους και τους μάγους τους.
Οι Παπούα τελούσαν την ανθρωποφαγία από αιώνες με τους δικούς τους νεκρούς, τους πεθαμένους από γεράματα και αρρώστιες ή τους σκοτωμένους στις μάχες με τις άλλες φυλές. Θεωρούσαν ότι με την ανθρωποφαγία απελευθέρωναν τις ψυχές και το πνεύμα των νεκρών από την άχρηστη πλέον σάρκα για να βρουν καταφύγιο στο δικό τους σώμα, κληρονομώντας επί τη ευκαιρία και τις αρετές των αποδημησάντων ηρώων ή σοφών της φάρας τους. Φοβερή οικονομία! Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο. Τα ανθρώπινα κόκκαλα, για παράδειγμα, χρησίμευαν για την κατασκευή των όπλων τους, για το κυνήγι και τον πόλεμο, ή και για διάφορα άλλα χρηστικά αντικείμενα και εργαλεία.
Έτρωγαν, βεβαίως, και τους εχθρούς τους προκειμένου να κληρονομήσουν την ανδρεία ή την ομορφιά τους. Αλλά και νήπια από την ίδια τους τη φυλή προκειμένου να εξευμενίσουν τους οργισμένους θεούς τους όταν αυτοί οι τελευταίοι τους έστελναν τίποτα λιμούς, σεισμούς και καταποντισμούς. Μια τέτοια νηπιοθυσία και νηπιοφαγία καταγγέλθηκε τον Αύγουστο του 1998 από τον αρμόδιο ιεραπόστολο της ενορίας της κωμόπολης του Βανίμο στην Παπούα Νέα Γουϊνέα, καμιά εκατοστή χιλιόμετρα ανατολικά της Τζαγιαπούρα. Εκεί, μια πολύ ισχυρή σεισμική δόνηση με υποθαλάσσιο επίκεντρο βορείως των ακτών της Νέας Γουινέας, προκάλεσε ένα τεράστιο μετασεισμικό παλιρροϊκό κύμα ύψους είκοσι μέτρων. Το κύμα αυτό ξεχύθηκε στη στεριά και δεν άφησε τίποτα όρθιο. Κι επειδή εκατοντάδες πνιγμένα σώματα ανθρώπων και ζώων έγιναν επί μέρες και νύχτες βορά για τους τυχερούς θαλάσσιους κροκόδειλους, οι φύλαρχοι και οι μάγοι της ευρύτερης περιοχής θεώρησαν έξυπνο στην απελπισία τους να ανατρέξουν σ' αυτές τις πατροπαράδοτες μεθόδους εξευμενισμού των θεών.
Στις μέρες μας, οι ινδονησιακές κυβερνήσεις έχουν καταφέρει να εξαλείψουν (μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου, φυσικά) αυτές τις κακές συνήθειες εισάγοντας λιγότερο απολίτιστες λατρείες αλλά και διάφορα άλλα υποκατάστατα. Ένα από τα θρησκευτικά υποκατάστατα που συνέλαβε το φοβερό μυαλό κάποιου ευφυούς ιεραποστόλου είναι και η όστια. Η θεία μετάληψη, δηλαδή.
Γιατί, λέει, να κάνετε τον κόπο να ψήνετε το ανθρώπινο κρέας για τις τόσο λίγες, και μάλιστα αμφισβητούμενες, αρετές του νεκρού, και να κινδυνεύετε μάλιστα να πάτε φυλακή, όταν μπορείτε να κάνετε μια χαψιά την όστια η οποία εμπεριέχει το σώμα και το αίμα του Κυρίου; Και, εν πάση περιπτώσει, ο Κύριος έχει όλες όσες αρετές μπορείτε να φανταστείτε! Τους τάπωσε ο μπαγάσας μ'αυτό το φοβερό επιχείρημα!
Ένα άλλο από τα εκτονωτικά υποκατάστατα που προωθεί η ινδονησιακή κυβέρνηση, μας πληροφορεί ο Ονίς, είναι οι εικονικοί πόλεμοι μεταξύ των φυλών υπό τη μορφή τουρνουά, ας πούμε. Κάτι σαν παμπαπουάνικοι αγώνες πολεμικής δεξιοτεχνίας με τις παραδοσιακές πραχτικές. Αντί να σκοτώνεστε στ'αλήθεια, λέει, είναι προτιμότερο να σκοτώνεστε στο δήθεν. Να βγάζετε τ'απωθημένα μίση σας και να κερδίζετε και καμιά ρουπία από τους πιθανούς χαζοτουρίστες που θα σας βλέπουν και θ'αγοράζουν τα χειροτεχνήματα που θα πουλάτε παραδίπλα. Και δεν θα ματώνει ρουθούνι. Όχι όπως γίνεται στα ποδοσφαιρικά γήπεδα των δυτικών όπου οι χούλιγκανς τα κάνουν λαμπόγυαλο κάθε φορά για να στείλουν κόσμο και κοσμάκη στα νοσοκομεία! Και στα νεκροταφεία ενίοτε.
Πάντως, απ’ ότι φαίνεται, αυτά τα "τουρνουά" δεν αρκούν για να εξαλείψουν τόσο εύκολα συνήθειες αιώνων. Για παράδειγμα, στην περιοχή του Σουγκόκμο όπου πηγαίνουμε τώρα για να παρακολουθήσουμε αυτό το νταβαντούρι, το '88 έγινε μια μάχη κάθε άλλο παρά εικονική μεταξύ των φυλών και άφησε πίσω της καμιά δεκαπενταριά νεκρούς. Διότι οι Γιάλι και οι Ντάνι δεν έχουν, απ’ ότι φαίνεται, καθόλου την αίσθηση του χιούμορ. Τσαντίστηκαν στ’ αλήθεια κι όποιον πάρει ο Χάρος. Και δεν πα' να λέει η κυβέρνηση!..
Όσο πλησιάζουμε στο χωριό Σουγκόκμο, τόσο συναντάμε όλο και περισσότερους Παπούα κατά ομάδες δέκα είκοσι ατόμων να πηγαίνουν πεζοί προς τα κει, σε παράταξη σχεδόν, βγάζοντας ρυθμικές κραυγές. Ούτε που μου περνάει απ το μυαλό να κατέβω για να τους φωτογραφίσω. Για ρώτα τον, ρε Ισαβέλλα, από ποια φυλή είναι αυτοί;
Κι έτσι έμαθα πώς να τους ξεχωρίζω: Από τις τσουτσουνοθήκες! Οι Λάνι φοράνε κοντόχοντρες τσουτσουνοθήκες, με διάφορα μπιχλιμπίδια πάνω τους και χρωματιστά κορδονάκια για να τις στηρίζουν γύρω από τη μέση. Οι Ντάνι φοράνε μακρόστενες και ίσιες που φτάνουν ίσαμε το θώρακα, χωρίς μπιχλιμπίδια. Των Γιάλι είναι μεσαίου μεγέθους ενώ το χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι ότι στην απόληξή τους είναι στριφτές σαν τιρμπουσόν για να θυμίζουν ερεθισμένο χοίρο.
Για τις γυναίκες, μάλλον του 'ρχεται περίπλοκο του Ονίς να μας εξηγήσει τι τις ξεχωρίζει ως προς τις φυλές. Πάντως, οι ανύπαντρες γενικώς, φοράνε αυτές τις φουστίτσες από ίσια ξερά φύλλα, ενώ στις παντρεμένες τα φύλλα είναι πλεγμένα εν είδει κοτσίδας και στολισμένα με χάντρες από ξεραμένους σπόρους και άλλα τινά διακοσμητικά. Εκτός από τη χόρτινη φούστα δεν φοράνε τίποτε άλλο. Α, ναι, κι αυτή τη δικτυωτή τσάντα που μέσα της βάζουν τα μωρά τους, τα γουρουνάκια τους, τη συγκομιδή τους, ή και όλα μαζί... Αυτή την τσάντα την κρεμούν από το κεφάλι ώστε να έχουν τα χέρια τους πάντα ελεύθερα.
Ματαίως η ινδονησιακή κυβέρνηση προσπάθησε, στη δεκαετία του '70, με όλα τα μέσα και κυρίως με τον εξαναγκασμό, να τους ντύσει. Ελάχιστοι Παπούα είναι ντυμένοι, στη Γουαμένα τουλάχιστον, όπως ο Ονίς και ο υποτιθέμενος ξάδερφός του. Αν, λέει, δεν ντυθείτε, δεν έχει μεροκάματο. Τίποτα αυτοί! Έχει συμβεί, κι όχι μόνο μια φορά, βαριά άρρωστος Παπούα να προτιμήσει τον μάγο της φυλής του, και συνεπώς τον θάνατο, παρά να δεχτεί να του φορέσουν παντελόνι, να τον βάλουν στο αεροπλάνο και να τον πάνε στη Τζαγιαπούρα για εγχείρηση.
Τελ μι Ονίς... Το αντίστοιχο του δικού μας παλτό στους Παπούα, μας εξηγεί, είναι το χοιρινό λίπος. Λόγω του ότι υψίπεδο, πολλές φορές τη νύχτα κάνει έναν ψόφο του κερατά που κανονικά θέλει φλοκάτη. Σιγά! Αλείφονται μ' αυτό το λίπος από τα μαλλιά μέχρι τα νύχια των ποδιών και, εντάξει. Και το χοιρινό λίπος, συμπληρώνει, δεν τους προστατεύει μόνο από το κρύο αλλά και από τη ζέστη. Φυσική θερμομόνωση!
Βρισκόμαστε στην περιοχή της αναμέτρησης. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω ποιοι είναι οι οργανωτές. Οι υπεύθυνοι. Ποιοι κρατούν κάποια τάξη. Ποιοί διευθύνουν. Ποιοι σκηνοθετούν. Ένα χάος! Είμαστε σχεδόν οι μόνοι ξένοι εδώ, γεγονός που δεν μου επιτρέπει να νοιώθω και πολύ άνετα. Οι από διάφορες φυλές πολεμιστές Παπούα καταφτάνουν κατά κύματα, κάπως συντεταγμένοι, με ακόντια, τόξα, πελέκεις και με πολεμικές κραυγές, ουά, ουά! αού, αού! ιέ, ιέ!... ανάκατες. Και κάτι σαν καραμούζες από φλούδα μπαμπού, νομίζω, που χαλούν τον κόσμο. Και κάτι κρουστά γκάπα γκούπα νταμ ντουμ. Πρόσωπα και σώματα βαμμένα, από τις υπερκατσαρές τρίχες του κρανίου ίσαμε τα νύχια των ποδιών, σε διάφορα σχέδια και έντονα χρώματα από λάσπη και φυτικές χρωστικές ουσίες. Και φτερά στο κεφάλι.
Τέλ μι, Ονίς... Είναι αυθεντικοί, βεβαιώνει ο Ονίς και απορεί με την ερώτηση διότι γνωρίζει μεν την έννοια της αναπαράστασης αλλά όχι και του φολκλόρ. Και πρέπει να είναι έτσι διότι το κλίμα δεν είναι και τόσο γιορτινό. Είναι φανερό ότι δεν ήρθαν εδώ για χαβαλέ. Βλέμμα άγριο και σοβαρό. Στέλνω κά'να χαμόγελο κάπου κάπου από δω κι από κει μετά από κάθε κλικ της φωτογραφικής μου αλλά δεν εισπράττω καμιά φιλική ανταπόκριση. Είναι σαφές: ήρθαν εδώ για να λύσουν διαφορές. Νοιώθω έναν ανεπαίσθητο υφέρποντα κίνδυνο αλλά δεν λέω τίποτα. Δεν είναι η καλύτερη στιγμή για υπερκατανάλωση αδρεναλίνης. Ελπίζω να μην αγριέψουν πάρα πολύ.
Δεν μ' αρέσει να νοιώθω μακριά μου τον Ορέστη και την Ισαβέλλα αλλά, από την άλλη, αν κινηθούμε όλοι μαζί μπουλούκ ασκέρ δεν θα 'χω φωτογραφική ευκινησία. Συμφωνούμε να μην ξεκολλήσει από δίπλα τους ο Ονίς.
Το πεδίο της μάχης: ένας ευρύς και χωρίς πολλά δέντρα, χώρος. Δυο τρεις Παπούα με χακί σορτς, με ακόντια ανά χείρας και με σφυρίχτρα διαιτητή δεν μας αφήνουν να πλησιάσουμε από καμιά πλευρά. Θέλω να τους πουλήσω παραμύθι και καλά πως είμαι πολεμικός ανταποκριτής της Ερτ αλλά με τι γλωσσικά προσόντα; Κάνω τη μπαγαμποντιά να μπω από ένα άλλο σημείο. Με βλέπει ένας σφυρικτράκιας. Κραυγές και σιχτιρίσματα στα παπουάνικα. Αουλαμπακούμ! Μπαχλαμπούχλαντάκ! Τι να σημαίνουν; Βγες έξω, ρε καργιόλη, ίσως. Βγήκα πάραυτα ρίχνοντας καμιά δεκαριά αϊμ σόρυ διότι δεν είναι και λίγο να σου κραδαίνουν ένα ακόντιο μπροστά στη μούρη. Μετά από λίγο πάω κοντά του κρατώντας διακριτικά ένα τσαλακωμένο χαρτονόμισμα, όπως έχω δει να κάνουν μερικοί συνέλληνές μου στο υπουργείο συγκοινωνιών. Μου υπέδειξε από ποια μεριά να μπω και σε ποιο περιορισμένο πεδίο να σταθώ. Ό,τι πεις, μεγάλε.
Πεντ' έξι πολεμιστές βαμμένοι ολόσωμα με τα ίδια λίγο πολύ χρώματα και σχέδια, κάτι που αντιστοιχεί σε στολή, σούρνονται στο έδαφος με τα τόξα και τ' ακόντια έτοιμα. Καλύπτονται για λίγο πίσω από κάποιο ανάχωμα, ή θάμνο, και μ' ένα κάποιο κράξιμο πουλιού που στοιχηματίζω ότι βγαίνει από το στόμα κάποιου δικού τους δεκανέα, ένας ένας προωθούνται λίγα μέτρα πιο μπροστά. Πρόκειται για μια μονάδα με περικαύλιο τιρμπουσόν. Γιάλι, αν θυμάμαι καλά. Έχουν φτάσει περίπου στη μέση του πεδίου. Ακούγεται κι άλλη, διαφορετική κραυγή πουλιού, από το στόμα ενός τυπά του άλλου στρατόπεδου, του εχθρού, που είναι κρυμμένος στο απέναντι δέντρο. Έχει κάνει παραλλαγή και δεν διακρίνεται. Λάνι, χωρίς καμιά αμφιβολία... Τους την πέφτουν!.. Συμπλοκή!.. Αισθάνομαι, τουλάχιστον Έρνεστ Χεμινγουαίυ. Πέφτουν τα βέλη σαν το χαλάζι, βζιννν βζιννν και ιαχές πολέμου. Πίσω και σας φάγαμε κουφάλες, απάνω τους, αέραα! Βζινν βζινν αυτοί, κλικ κλικ εγώ. Ο σφυρικτράκιας μου κάνει απεγνωσμένα νοήματα να κρυφτώ διότι το παράχεσα ως προς τη σωματική μου έκθεση. Καλά, ρε δικέ μου, έχω κάνει και φαντάρος στην Κύπρο!
Δε βγήκα τελείως από το πεδίο της μάχης αλλά... περίπου. Αν με αιχμαλωτίσουν θα το παίξω σιενέν. Έχει μπει κι αυτός ο μπαγάσας ο γιος μου μέσα και φωτογραφίζει. Θα με τρελάνει αυτό το παιδί. Εκεί που τον βλέπεις στον κόσμο του, ξαφνικά μου προκύπτει παπαράτσι. Θα στείλω τον σφυρικτράκια να τον βγάλει έξω.
Δεν έστειλα τον σφυρικτράκια να τον βγάλει έξω. Αντίκειται στις αντιαυταρχικές μου πεποιθήσεις. Άσ' τον να μάθει να τα βγάζει πέρα μόνος του. Το πολύ πολύ ν'αρπάξει κά'να βέλος. Στη φτέρνα. Ως τρωικός Αχιλλέας. Βγήκε τελικά. Του το υπέδειξε αυστηρά ο άλλος σφυρικτράκιας. Η Ισαβέλλα, είναι κι αυτή εκτός πεδίου μάχης, δίπλα στον Ονίς που της εξηγεί αυτά που διαδραματίζονται για να μου τα μεταφέρει μετά και να τα κάνω άρθρο.
Για περισσότερες φωτογραφίες:
Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα...
Διαβάστε επίσης:
ΔΥΤΙΚΗ ΝΕΑ ΓΟΥΙΝΕΑ 2 - ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΜΕ ΤΙΣ ΜΟΥΜΙΕΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΔΥΤΙΚΗ ΝΕΑ ΓΟΥΙΝΕΑ 3 - ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ ΤΩΝ ΠΑΠΟΥΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν