ΛΑΟΣ 1 - ΧΡΥΣΟ ΤΡΙΓΩΝΟ, ΚΡΥΦΟΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΥΡΙΟ
Ως προς την εγχώρια χρήση του οπίου, σε πολλές φυλές εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως φάρμακο... Ως νόμισμα πληρωμής εργασίας... Ως καλωσόρισμα στους μουσαφίρηδες... Ως μαστούρωμα σε διάφορες θρησκευτικο-πνευματικές τελετές... Ως συστατικό μαγειρέματος, κάτι σαν λάδι ας πούμε ή, ακόμα, ως πασατέμπος για να περνά η ώρα. Καμιά ηθικοπλαστική ανατριχίλα. Μέρος απ τη ζωή τους είναι.
Του Κώστα Ζυρίνη
Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ της ΕΛΕΥΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 173/02.08.2003
Η άτρακτος που μας έφερε από την Μπανγκόνγκ στη Λουάνγκ Πραμπάνγκ έχει πολύ πλάκα. Ζωγραφιστή, παρδαλή, λουλουδάτη, τραλαλά, πλην δεν έχω καμία όρεξη να τη φωτογραφίσω. Κανονικά, η φωτογράφηση λιμένων και αερολιμένων απαγορεύεται διεθνώς αλλά στα μεγάλα, και κυρίως στα ευρωπαϊκά αεροδρόμια αυτή η απαγόρευση έχει στην πράξη σχεδόν εκμηδενιστεί. Εδώ όμως είναι Λάος. Και δεν είναι ούτε πέντε λεπτά που πάτησα το πόδι μου στο έδαφός του. Κι όσο θυμάμαι το λούκι που τράβηξα στο αεροδρόμιο της Μπαμακό, στο Μαλί!.. Άσε, καλύτερα...
Όσο εγώ προσέχω τις αποσκευές η Ισαβέλλα αναμένει στον έλεγχο διαβατηρίων. Πρώτη στη σειρά, επί σχεδόν μισή ώρα. Λάθος, δεν υπάρχει σειρά. Μπουλούκι υπάρχει. Μα τι κάνει ο τύπος τόση ώρα τη ρωτάω με μια κίνηση του χεριού. Έλα ντε! Εδώ κανείς δεν βιάζεται. Θα 'πρεπε να το 'χα συνηθίσει μετά από τόσα χρόνια.
Είναι και μια Ινδή εδώ στο αναμείνατε, συγγραφέας υποτίθεται, που μ' έχει πλευρίσει για να μάθει περί των παγκοσμίως γνωστών νήσων του Αιγαίου καθότι, λέει, προτίθεται να πάει του χρόνου. Σε πoιο ξενοδοχείο θα μείνετε; Δεν ξέρω, της απαντώ, αυτά τα κανονίζει η γυναίκα μου. Α, δεν είστε μόνος;
Το μεταφορικό μέσο που θα μας πάει στην πόλη είναι ένα είδος φορτοταξί με καρότσα. Μόνο που δεν έχει τέσσερις τροχούς aλλά τρεις. Και, λογικά, δεν μπορεί να μεταφέρει περισσότερους από τέσσερις στριμωγμένους επιβάτες με τις αποσκευές τους. Αυτή όμως η τυπικά δυτική λογική ανατρέπεται από τον συμπαθή φορτοταξιτζή ο οποίος κατορθώνει το ακατόρθωτο: βάζει οχτώ. Με τις αποσκευές τους, εννοείται. Το παίρνω στην πλάκα παρ' όλο που το ένα μου πόδι βρίσκεται, αναγκαστικά, πάνω στο μηρό της Ινδής, νέβερ μάιντ μου λέει συνέχεια, ενώ το άλλο κρέμεται εκτός καρότσας.
Υποθέτω πως ο συμπαθής φορτοταξιτζής κόβει μέσα από ριζοχώραφα για να κερδίσει χρόνο. Λάθος. Πρόκειται περί της μοναδικής αρτηρίας που συνδέει το αεροδρόμιο με την πάλαι ποτέ πρωτεύουσα του Λάος. Και η οποία αρτηρία ανακατασκευάζεται εν όψει της προβλεπόμενης αύξησης του τουρισμού.
Εμάς και την Ινδή μας αδειάζει στο Τουμ Τουμ Τσενγκ. Μια πανσιόν γλύκα. Και πεντακάθαρη. Τροπικά φυτά και άνθη. Ένα συντριβανάκι με ψάρια και κάτι μικρόσωμες καμαριέρες μπουκιά και συχώριο. Τη διευθύνει μια υπερδραστήρια Ουγγαρέζα που έχει παντρευτεί έναν λαοτιανό κοιμήση, ιδιοκτήτη του κτίσματος. Μας δίνει ένα σπέσιαλ δωμάτιο στον πάνω όροφο αλλά εκείνο που μου τη σπάει είναι το ότι, για να φτάσω μέχρις εκεί, πρέπει κάθε φορά να ξυπολιέμαι, από το ισόγειο. Όλοι το ίδιο κάνουν, λέει. Κανονισμός! Ναι, αλλά εγώ φοράω άρβυλα, κυρά μου! Κι άλλοι φοράνε άρβυλα, μου λέει, αλλά!..
Πάντως υπάρχει ένα υπέροχο αίθριο έξω απ το δωμάτιό μας με κάτι λαοτιανής σύλληψης πουφ για ν' αράζεις και να μηρυκάζεις τις εντυπώσεις της ημέρας, δε σου λέω τίποτα!
Μετά από μια πρώτη τρίωρη κατόπτευση της πόλης, απολαμβάνουμε το τσάι μας στο αίθριο και συναποφασίζουμε να γράψει η Ισαβέλλα τα περί την Λουάνγκ Πραμπάνγκ, ως θρησκευτικό κέντρο, καθότι συμπάθησε τα μάλα τους νεαρούς βουδιστές με τα ξυρισμένα κεφάλια.
Λίγα μέτρα πιο κει η Σαμίρα, η Ινδή που λέγαμε, της οποίας το ενδιαφέρον για τα ελληνικά νησιά εξανεμίσθηκε απότομα, έχει τακιμιάσει μ' έναν Άγγλο. Ίσως και να μαζεύει πληροφορίες για τα παγκοσμίως άγνωστα νησιά της Μάγχης, πού ξέρεις;
ΟΥΙΣΚΥ ΑΠΟ ΡΥΖΙ
Θα συναντηθούμε εδώ, λέω στο Λακ, τον ντόπιο οδηγό μας, δείχνοντας στον χάρτη μια παρόχθια κουκίδα του Μεκόνγκ, γιου αντερστάντ; Γιες, οφκόρς, μου λέει. Επιτέλους, να και κάτι που κατάλαβε. Αν κατάλαβε. Και μπαίνουμε στην πιρόγα.
Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, πίνω λαοτιανό ουίσκυ φτιαγμένο από ρύζι. Είμαστε σ' ένα παρόχθιο χωριουδάκι όπου με πρωτόγονα ξύλινα μέσα και πήλινα κιούπια κατασκευάζουν και συσκευάζουν το εν λόγω οινοπνευματώδες από το απόσταγμα του αναβράζοντος ρυζιού. Το δοκιμάζω και, παρ' όλο που δεν φημίζομαι ως γευσιγνώστης οινοπνευματωδών, ή ίσως ακριβώς γι αυτό, το βρίσκω θαυμάσιο. Θα πάρω δυο μπουκάλια και θα γεμίσω το παγουράκι κωλότσεπης που διαθέτω για κάτι τέτοιες περιστάσεις. Στη χειρότερη των περιπτώσεων να βγάλω και μερικές μεθυσμένες φωτογραφίες.
Εδώ ο Μεκόνγκ είναι μαγευτικός. Δεν έχει όχθες. Ρέει ανάμεσα σε πανύψηλες κάθετες πλαγιές βουνών που ξεπερνούν σε ομορφιά και δέος όλα τα Πλατούν κι όλα τα Αποκάλυπς νάου που έχω δει. Αλήθεια, με τέτοια οργιαστική και άγρια φύση πώς να κάνουν ζάφτι αυτή τη χώρα οι Αμερικάνοι μακελάρηδες!
Η διάσημη σπηλιά Πακ Ου μοιάζει από μακριά σαν στόμα αιμοβόρου τέρατος. Μια ερεβώδης τρύπα στην κάθετη επιφάνεια του βουνού. Από δω που τη βλέπω την υπολογίζω πολλές δεκάδες σκαλοπάτια ψηλότερα από το σημείο που θα πλευρίσει η πιρόγα. Πάλι θα μου βγει η ψυχή! Ελπίζω ν' αξίζει τον κόπο.
Άξιζε τον κόπο. Εκατοντάδες αγαλματίδια του Βούδα, αναθήματα πιστών, κάτι σαν τα τάματα στην Παναγία της Τήνου, ας πούμε.
Απ την απέναντι όχθη μας προκαλεί και προσκαλεί, ένα ξύλινο πάνω σε πασσαλόπηκτη εξέδρα φαγάδικο με ονειρεμένη θέα. Ενδίδουμε. Περισσότερο, πάντως, κι από το λαοτιανό φαγητό απόλαυσα το παιχνίδι με τον οικόσιτο πίθηκο που μου 'φαγε μια τσέπη καραμέλες. Τα πάω πολύ καλά με τους πιθήκους. Δεν ξέρω τι μου βρίσκουν. Κάτι σαν ώσμωση υποθέτω.
Ο Λακ κατάλαβε πολύ καλά το πού θα 'πρεπε να μας περιμένει. Όλα τα καταλαβαίνει τελικά ο Λακ κι ας ξέρει λιγότερα αγγλικά κι από μένα. Μια μέρα θα πρέπει ν' αναλύσω την, πεποίθησή μου πλέον, με βάση την οποία ο μέσος τριτοκοσμικός έχει υψηλότερο αϊκιού και ευρύτερο ψυχικό πλούτο από τον μέσο Αμερικάνο. Τώρα όμως δεν είναι η κατάλληλη στιγμή.
ΤΑ ΤΡΙΑΚΟΣΙΑ ΟΓΔΟΝΤΑ ΟΧΤΩ ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ
Θα χρειαστούμε, λέει ο Λακ, τουλάχιστον δέκα ώρες μέχρι να φτάσουμε στη Μουάνγκ Σινγκ. Είχε δίκιο.
Τα πρώτα διακόσια τριάντα ένα χιλιόμετρα ήταν σχετικώς καλά, τα επόμενα εβδομήντα εφτά μάλλον προβληματικά, ενώ τα τελευταία ογδόντα μας έβγαλαν την ψυχή από τις λασπωμένες λακκούβες. Το δεύτερο μισό της διαδρομής έγινε μέσα από μια ορεινή ζούγκλα που τόσο πυκνή και τόσο εκτεταμένη δεν έχουν ξαναδεί τα μάτια μου. Μόνο ντόπιοι θα μπορούσαν να εισδύσουν και να κρυφτούν εδώ. Έτσι μπόρεσα ν' αντιληφθώ ιδίοις όμμασι το γιατί μόνο με ναπάλμ και ολική καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος θα μπορούσαν ν' αντιμετωπίσουν οι Αμερικάνοι τα αντάρτικα της νοτιοανατολικής Ασίας.
Τα χωριουδάκια, όσο πιο βόρεια, όσο πιο ορεινά, τόσο και πιο χαριτωμένα. Σταματούμε σ' αυτά που κατά τη γνώμη μου προσφέρονται περισσότερο για φωτογράφηση. Οι χωριάτες είναι προσηνείς, χαμογελαστοί αλλά και κάπως απορημένοι. Είναι προφανές ότι είναι ασυνήθιστοι στην παρουσία των αλλοδαπών. Πάντως, καμιά επαιτούσα ανοιχτή παλάμη. Και όχι μόνο αυτό αλλά, ακόμη και τα πιτσιρίκια διστάζουν να δεχτούν τις καραμέλες μας. Περισσότερο από έκπληξη παρά από οτιδήποτε άλλο. Θα επανέλθω επ αυτού.
ΜΙΑ ΑΝΟΙΧΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Η Μουάνγκ Σινγκ μάς αποκαλύπτεται μέσα από τη γκριζάδα τής απογευματινής ομίχλης σα μαγική εικόνα. Η σπονδυλική της στήλη είναι ένας κεντρικός δρόμος δύο, τριών χιλιομέτρων που σχηματίζει ένα γάμα με τον εαυτό του και που πλαισιώνεται από το κυρίως, ας πούμε, οικιστικό συγκρότημα. Από κει και πέρα η αγροτική ρυμοτομία της απλώνεται προς κάθε κατεύθυνση ήρεμη και σιωπηλή. Μελαγχολική και λασπωμένη. Δέκα περίπου χιλιόμετρα από τη μεθοριακή γραμμή που τη χωρίζει από την Κίνα.
Ο Λακ μας έφερε στο, κατά τις έγκυρες πληροφορίες του, καλύτερο ξενοδοχείο της πόλης. Δε λέω, τηρουμένων των αναλογιών, καλό είναι. Πολύ καλό! Καθαρό αν μη τι άλλο. Βέβαια... ένας γυμνός γλόμπος στο ταβάνι... κανένας δίπλα στο κρεβάτι για να διαβάσεις... χωρίς ζεστό νερό στο μπάνιο... ουδεμία κρεμάστρα... προβληματικά υδραυλικά... με συχνά πυκνά υπερχειλισμένη τη λεκάνη της τουαλέτας... με χαρτί υγείας κατόπιν πεισμόνων αιτήσεων... Καλό είναι, δε λέω! Έχουμε μείνει και σε λιγότερο καλά.
Η Μουάνγκ Σινγκ που αριθμεί περί τους εικοσιπέντε χιλιάδες κατοίκους δεν διαθέτει τίποτα από την παλιά γοητευτική αρχοντιά της Λουάνγκ Πραμπάνγκ. Έχει όμως την ίδια αντίληψη ζωής, που αντικατοπτρίζεται κυρίως στον κεντρικό πολεοδομικό της άξονα όπου και τα όποια δημόσια και θρησκευτικά οικοδομήματα, σχολεία σπίτια και καταστήματα.
Ή, μάλλον, σπίτια που πολλά απ αυτά, αν όχι τα περισσότερα, είναι συγχρόνως και καταστήματα με άνοιγμα εισόδου ίσο σχεδόν με την πρόσοψή τους. Πουλάνε, δεν μπορείς να φανταστείς τι πουλάνε και, αν εξαιρέσουμε τα λεγόμενα τουριστικά είδη, απορείς ποιοι τ' αγοράζουν. Οι ίδιοι προφανώς. Ό,τι λείπει απ' τον δικό τους πάγκο το αγοράζουν από του γείτονα. Κι όλη αυτή η έμμεσα ανταλλακτική οικονομία θα πρέπει, υποθέτω, να στηρίζεται στην γεωργική παραγωγή της ευρύτερης περιοχής.
Πίσω από τον πάγκο των εμπορευμάτων ζει όλη η οικογένεια. Ο ίδιος χώρος είναι συγχρόνως σαλόνι, επιδαπέδιος οικογενειακός κοιτώνας και σταθμός φύλαξης των οικογενειακών δικύκλων. Και η τηλεόραση να λειτουργεί σε εικοσιτετράωρη βάση.
Σπίτια ανοιχτά στην κοινωνία. Αυτό μαρτυρά πως η έννοια κλοπή είναι μάλλον άγνωστη. Κανείς δεν έχει αντίρρηση να μπω και να φωτογραφίσω το οικομάγαζό του. Τους φαίνεται απολύτως φυσικό. Πολύ δε περισσότερο αφού έχω παραγγείλει και δυο εγχώρια αναψυκτικά για να μη φανώ γαϊδούρι.
Μόνο οι κουζίνες τους είναι έξω, στο χώρο που εμείς αποκαλούμε πεζοδρόμιο. Ή στην αυλή, όταν τα μαγειρέματα δεν είναι συγχρόνως και εμπορεύματα.
Κατσαρολικά και ταψιά πάνω σε μια εστία με αναμμένα ξύλα. Εκεί μαγειρεύουν, εκεί και τρώνε. Και κανείς δεν ενοχλείται από τον ποντικό που σουλατσάρει στο χαντάκι, το οποίο χωρίζει το λεγόμενο πεζοδρόμιο απ τον κυρίως δρόμο. Απλά πράγματα!
Κι όμως, τόσες ώρες αλωνίζουμε αυτή την πόλη και, με εξαίρεση την υπαίθρια αγορά, πουθενά σκουπίδια στο δρόμο. Οι απλωμένες μπουγάδες και η, χωρίς κάποια χριστιανογενή αιδώ, σωματική καθαριότητα στο πηγάδι της αυλής καταχωρούνται στα πολιτισμικά συν της λαοτιανής επαρχίας.
Η πόλη μαζί με την αγορά και τα τείχη της καταστράφηκε το Σαρανταοκτώ από το Κουόμιτανγκ του Τσανγκ Κάι Σεκ, μεσιέ, καταφέρνει να μας πει ο Λακ. Πουρκουά; Παρσκέ ισί ήταν ορμητήριο των μαοϊκών συντρόφων, μεσιέ! Κοίτα φίλε μου σύμπτωση! Όλο σε κουμμούνια πέφτουμε!
ΔΥΟ ΒΗΜΑΤΑ ΑΠ ΤΗΝ ΚΙΝΑ
Κάθε ταξίδι στη νοτιοανατολική Ασία μας φέρνει όλο και πιο κοντά στην Κίνα. Τώρα βρισκόμαστε μόνο πέντε με έξι χιλιόμετρα από τη μεθόριο. Στο επόμενο ταξίδι, πού ξέρεις; ίσως και να σου γράφω από το Πεκίνο, λίγο μετά την επίσκεψή μου στην πλατεία Τιεν α Μεν.
Όσο υπάρχει φως της μέρας, κι όσο κρατούν τα πόδια μας, θα πηγαίνουμε πεζή από χωριό σε χωριό διότι, στα περισσότερα απ αυτά, δεν φτάνει αυτοκίνητο. Ο Λακ έμεινε πίσω. Για να προσέχει την τροχοφόρα περιουσία του εργοδότη του.
Σπίτια, υπερυψωμένες καλύβες από ξύλο και χόρτο. Κι από κάτω τα ζώα της οικογένειας. Κάτι τεράστιες μαύρες γουρούνες επί το πλείστον με καμιά δεκαπενταριά γουρουνάκια εκάστη. Θα είναι η εποχή τους φαίνεται.
Εδώ οι λαοτιανοί μπορεί να μην είναι άφιλοι απέναντι μας αλλά πάντως δεν είναι και τόσο εγκάρδιοι όσο στα νοτιότερα χωριά.
Στα κοντινότερα προς την Μουάνγκ Σινγκ χωριά μας υποδέχονται τα πιτσιρίκια, κυρίως, με τις παλάμες ανοιχτές. Σα να λένε, αν θες να μας φωτογραφήσεις, ξένε, πρέπει να πληρώσεις. Κι αυτό είναι το πρώτο σύμπτωμα παραλλαγμένης επαιτείας που συναντάμε στο Λάος. Οπότε και επανέρχονται τα συνειδησιακά μας ερωτηματικά.
Αν ικανοποιήσουμε την ανοιχτή παλάμη τούς εθίζουμε στην επαιτεία, διότι περί επαιτείας πρόκειται και όχι περί αμοιβής. Αν όμως δεν ικανοποιήσουμε την ανοιχτή παλάμη είμαστε κάτι σαν εισβολείς στο ζωτικό τους χώρο. Έχω το δικαίωμα να υφαρπάξω μια προσωπική τους στιγμή για να την πουλήσω; Κι αν όχι, τότε τι ήρθα να κάνω εδώ; Και πώς αλλιώς θα μεταφέρω αυτή την κοινωνική πραγματικότητα στη δική μου χώρα; Οπότε και καταλήγουμε, ως συνήθως, στη μεσοβέζικη λύση του δήθεν δώρου. Εξαγορά με τσιγάρα, αναπτήρες, ή με μια χούφτα καραμέλες. Και τη συνείδησή μας κάθε άλλο παρά εντάξει. Για μια χούφτα δολάρια, που θα 'λεγε κι ο Σέρτζιο Λεόνε!
Το Λάος είναι περισσότερο ένα συνονθύλευμα φυλών με τις έντονες πολιτισμικές τους ιδιαιτερότητες παρά ένα ενιαίο έθνος με τη δυτική έννοια του όρου.
Σ' όλο το βόρειο Λάος κυριαρχούν οι φυλές Λάο Σενγκ. Αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει και φυλές που προέρχονται από τη Βιρμανία, το Θιβέτ και τη Νότια Κίνα. Καλλιεργούν ρύζι και καλαμπόκι. Εκτρέφουν γουρούνια, βουβάλια και κότες. Και όπιο.
Η πιο πολυπληθής απ αυτές τις φυλές είναι οι Χμονγκ. Οι Χμονγκ θεωρούνται σκληροτράχηλοι πολεμιστές και κάθε άλλο παρά επιρρεπείς προς αυτό που ονομάζουμε πατριωτική ευαισθησία.
Κι εξ αυτού ιδανικοί για να συγκροτήσουν έναν παραπληρωματικό μισθοφορικό στρατό υπό τις διαταγές των Αμερικάνων ενάντια στο βιετναμέζικο λαό. Αλλά και ενάντια στο δικό τους.
Μετά την ήττα των Γιάνκηδων στο Βιετνάμ, πενήντα χιλιάδες Χμονγκ την κοπάνησαν για τις Ήπα. Με φυσική συνέπεια να διανθίσουν έτι περισσότερο τον εκεί ακμάζοντα υπόκοσμο.
Εδώ, σε κάποιο άλλο χωριό, έχουν αποψιλώσει το έδαφος από την πυκνή ζούγκλα και σκάβουν κάποια θεμέλια. Για το σχολείο του χωριού, μας πληροφορούν. Μαζί με το κρατικό δυναμικό, σε τεχνικούς και μηχανήματα, έχει ανασκουμπωθεί και όλο το χωριό. Μέχρι και δωδεκάχρονα παιδιά. Με τον κασμά στο χέρι. Ο συνδυασμός της κρατικής μέριμνας και του λαϊκού εθελοντισμού.
Εδώ κανένα παιδί δεν μας ζήτησε μάνεϊ ή καραμέλες.
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΠΙΟΥ
Το όπιο καλλιεργείται από αιώνες στο Λάος, σε δέκα περίπου από τις επαρχίες του. Στο Βορρά κυρίως.
Το 'Εβδομήντα Ένα, όμως, με ντιρεκτίβα των Ήπα, η τότε βασιλική κυβέρνηση απαγόρευσε την παραγωγή με αποτέλεσμα η τιμή του να εκτιναχτεί στα ύψη. Και με αλυσιδωτές συνέπειες την αύξηση της εγκληματικότητας και των ανθρώπινων ναυαγίων.
Το Λάος είναι, ακόμη και σήμερα, η τρίτη στον κόσμο, μετά τη Βιρμανία και το Αφγανιστάν, παραγωγός χώρα οπίου. Μιλάμε για εκατό έως διακόσιους τόνους επεξεργασμένου προϊόντος ετησίως, ανάλογα με τη σοδιά.
Απ αυτή την παραγωγή ζούνε εξήντα χιλιάδες οικογένειες σε δύο χιλιάδες διακόσια χωριά. Η μισή εξάγεται λαθραία μέσω Ταϊλάνδης και Καμπότζης ενώ η άλλη μισή παραμένει για εγχώρια κατανάλωση. Μαστούρια όλου του κόσμου γρηγορείτε!
Ως προς την εγχώρια χρήση του οπίου, σε πολλές φυλές εξακολουθεί να χρησιμοποιείται ως φάρμακο... Ως νόμισμα πληρωμής εργασίας... Ως καλωσόρισμα στους μουσαφίρηδες... Ως μαστούρωμα σε διάφορες θρησκευτικο-πνευματικές τελετές... Ως συστατικό μαγειρέματος, κάτι σαν λάδι ας πούμε ή, ακόμα, ως πασατέμπος για να περνά η ώρα. Καμιά ηθικοπλαστική ανατριχίλα. Μέρος απ τη ζωή τους είναι.
Το Χίλια Εννιακόσια Ενενήντα Έξι, η επαρχία Μουάνγκ Σινγκ με τους χίλιους τετρακόσιους οπιοχρήστες της, παρήγαγε τεσσερισήμισι τόνους οπίου. Ποσότητα που αντιστοιχεί στο τρία τοις εκατό όλης της εγχώριας παραγωγής. Απ αυτούς, οι τρεις τόνοι καταναλώθηκαν επιτόπου.
Η ΧΕΙΡΟΜΑΛΑΞΗ
Ξύλινο, ισόγειο, σκεπή από χόρτο, δυο τρία μανούλια συνήθως μπροστά στην είσοδο να μας δείχνουν τα κάτασπρα δόντια τους και μια πάνχοντρη ηλικιωμένη, σαν τσατσά της Ακομινάτου της δεκαετίας του πενήντα, στα μέσα και στα έξω.
Μ' έχει φάει η περιέργεια εδώ και τρεις μέρες που περνάμε και ξαναπερνάμε από μπροστά του. Μασάζ, λέει! Είναι μασάζ, ή περίπου μασάζ; Μασάζ μόνο για άντρες ή γιούνισεξ; Ή μήπως είναι εκτός των άλλων και μασάζ; Ποιων άλλων; Μ' αυτά τα αμλετικά διλήμματα, να μπει κανείς ή να μη μπει, δρασκελίζουμε το κατώφλι.
Το ήμισυ του εμβαδού είναι υπερυψωμένο κατά τριάντα εκατοστά και καλυμμένο με ψάθες και χράμια. Θα καπνίσετε, μας λέει η τσατσά, ή μόνο μασάζ; Μόνο μασάζ, της λέω έντρομος. Σάουνα; Όχι, μόνο μασάζ! επιμένω.
Μας ξαπλώνουν δίπλα δίπλα. Εμένα με καβαλικεύει ένα δεκατετράχρονο ουρί και την Ισαβέλλα ένα λίγο μεγαλύτερο. Με βάζει μπρούμυτα, με γυρνάει ανάσκελα και μετά πλάγια, με στραμπουλάει παντού, χέρια, πόδια, δάχτυλα, παίζει ταμ ταμ στα ευρωπαϊκά μου κρέατα... Νομίζω ότι θα βγω ανάπηρος πολέμου αλλά δεν... Ήταν το καλύτερο, το πιο σοφό μασάζ που κάναμε στη ζωή μας. Μιάμιση ώρα. Δύο ευρώ έκαστος.
Σ' ένα από κείνα τα λαϊκά φαγάδικα όπου το είδος της κακογουστιάς του το έχει αναγάγει σε υψηλής αισθητικής...
Η πήλινη γάστρα στο τραπέζι μας με τα τριών ειδών κρέατα...
Τ' αναμμένα κάρβουνα, το κυκλικό σκεύος με τ' αναβράζοντα λαχανικά, η Σαμίρα... Η Σαμίρα, η Ινδή που λέγαμε, η αντρολυσσασμένη, στο βάθος να συναλλάσσεται μ' έναν Ιταλό...
Το βραχυκύκλωμα από τα δεκάδες αχρηστευμένα, ή μη, καλώδια στις ξύλινες κολόνες της λαοτιανής Δεή... Το σκότος... Το άναμμα των κεριών...
Για όλα θέλω να γράψω γαμώτο αλλά δε χωράνε!
Για περισσότερες φωτογραφίες:
Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα...
Διαβάστε επίσης:
ΛΑΟΣ 2 - ΛΟΥΑΝΓΚ ΠΡΑΜΠΑΝΓΚ, ΚΑΛΟΓΕΡΟΙ ΣΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ. | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΛΑΟΣ 3 - ΧΡΥΣΟΚΟΚΚΙΝΗ ΒΙΕΝΤΙΑΝ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν