ΙΝΔΙΑ 2 - ΤΑΖ ΜΑΧΑΛ, ΥΜΝΟΣ ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ
Το Ταζ Μαχάλ χτίστηκε με εντολή του Μογγόλου αυτοκράτορα Σαχ Τζαχάν, όταν έχασε μετά από δεκαεφτά χρόνια συμβίωσης, τη λατρευτή του σύζυγο Μουμτάζ Μαζάλ πάνω στη γέννα του δέκατου τέταρτου παιδιού.Ποιος είπε ότι ο γάμος σκοτώνει (πάντα) τον έρωτα;
Κείμενο: Ισαβέλλα Μπερτράν
Φωτό: Κώστας Ζυρίνης
Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 19 / 19.08.2000
Διαβάστε επίσης:
ΙΝΔΙΑ 1 - ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΛΧΙ ΣΤΗΝ ΤΖΑΙΠΟΥΡ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
Ο ουρανός εδώ στην Άγκρα έχει μια παράξενη θολούρα: Φως θαμπό και βρώμικο, σαν γκρίζο πέπλο, που παραπέμπει στο αθηναϊκό νέφος.
Είναι τ’ αποτέλεσμα της λειτουργίας ενός διυλιστηρίου και εκατόν πενήντα περίπου μεταλλουργικών βιομηχανιών σε ακτίνα μικρότερη των πενήντα χιλιομέτρων, με ολέθριες, βεβαίως, συνέπειες πάνω στην υγεία των κατοίκων. Αλλά και στην ακεραιότητα του περίφημου Ταζ Μαχάλ, μας πληροφορεί ο Γκάουταμ, που είναι μέλος ινδικής οικολογικής οργάνωσης σχετικής με το ζήτημα.
Η πρόσβαση στο μαυσωλείο, όπως εξάλλου κάθε διαδρομή μέσα σε Ινδική πόλη, σημαδεύεται από τον ίδιο βομβαρδισμό των αισθήσεων με τις απερίγραπτες σκηνές ένδειας των δρόμων. Εικόνες που οδηγούν σ’ έναν επαναλαμβανόμενο φαύλο κύκλο συναισθημάτων. Λύπη, συμπόνια, οργή, ανημπόρια, αμηχανία, ενοχή και φτου κι απ’ την αρχή.
Σε λίγες μέρες συνηθίζεις, ισχυρίζονται πολλοί δυτικοί ταξιδιώτες, “ψημένοι” στη σκληρή ινδική πραγματικότητα και στον πόνο (των άλλων). Εγώ πάντως όχι. Και ευτυχώς, λέω.
Για τον Γκάουταμ ωστόσο η προστασία του Ταζ Μαχάλ από την φθορά της ρύπανσης είναι τουλάχιστον εξίσου σημαντική με την σωτηρία των πνευμόνων των κατοίκων από τον ίδιο κίνδυνο. Το Ταζ είναι η ψυχή της Άγκρα, λέει. Ποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί το αντίθετο για το πιο διάσημο οικοδόμημα της ινδικής υποηπείρου;
Μνημείο-ύμνος στον έρωτα και στην οδύνη της απώλειάς του, το Ταζ χτίστηκε με εντολή του Μογγόλου αυτοκράτορα Σαχ Τζαχάν, όταν μετά από δεκαεφτά χρόνια ευτυχισμένης έγγαμης συμβίωσης, έχασε την λατρευτή του σύζυγο Μουμτάζ Μαχάλ πάνω στη γέννα του δέκατου τέταρτου παιδιού τους.
Τρελός από πόνο, ο απαρηγόρητος αυτοκράτορας κάλεσε τότε τους πιο διάσημους αρχιτέκτονες της εποχής του και διέταξε να του παρουσιάσουν τα σχέδια τους για την ανέγερση ενός μαυσωλείου στη μνήμη της γυναίκας του, ένα έργο που θα όφειλε να είναι αξεπέραστης τελειότητας και ομορφιάς όπως ήταν η ίδια.
Ο μύθος αναφέρει ότι, καθώς κανένα από τα σχέδια που του παρουσιάστηκαν δεν πληρούσε, κατά τη γνώμη του, τις προδιαγραφές που είχε θέσει, ο Σαχ Τζαχάν διέταξε να θανατωθεί η ερωμένη του σπουδαιότερου όλων των αρχιτεκτόνων, ενός Πέρση από την Σιράζ.
Όταν ο άτυχος αρχιτέκτονας, βυθισμένος πια στο δικό του πένθος, κλήθηκε και πάλι να παρουσιαστεί μπροστά στον αυτοκράτορα, ο τελευταίος τον αγκάλιασε, τον συλλυπήθηκε για το θλιβερό γεγονός (!) αλλά και του κατέθεσε την πεποίθησή του ότι τώρα πλέον που είχαν γίνει οι δυο τους ομοιοπαθείς και μοιράζονταν την ίδια οδύνη, θα μπορούσε επιτέλους ο Πέρσης να οραματιστεί το μνημείο που ο Σαχ Τζαχάν απαιτούσε να χτιστεί στη μνήμη της αγαπημένης του. Κι έτσι, λέει, γεννήθηκε η σύλληψη του Ταζ Μαχάλ.
Προϊόν έμπνευσης εκμαιευμένης με αίμα, όπως το θέλει ο μύθος, ή πιο απλά έργο ιδιοφυούς καλλιτέχνη με πηγαίο ταλέντο, ανεξάρτητο από έξωθεν σαδιστικές πιέσεις, το σίγουρο είναι ότι χρειάστηκαν είκοσι δύο χρόνια (από το 1631 έως το 1653) και πάνω από είκοσι χιλιάδες εργάτες για να ολοκληρωθεί το μαυσωλείο.
Τεχνίτες απ’ όλη την Ινδία και την Κεντρική Ασία καθώς και μεγάλα ονόματα από την Ευρώπη, όπως ο Γάλλος Ωστίν από το Μπορντώ κι ο Ιταλός Βερόνεο από την Βενετία επιστρατεύτηκαν κάτω από την καθοδήγηση του Πέρση αρχιτέκτονα Ίζα Χαν για την διακόσμηση του μνημείου.
ΣΑΝ ΔΥΟ ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΣΤΟΝ ΩΚΕΑΝΟ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ
Οι αιώνες κύλησαν κι ανέδειξαν το Ταζ Μαχάλ σε σήμα κατατεθέν των Ινδιών, τόπος ρομαντικού προσκυνήματος για τους Ινδούς νεόνυμφους και τους όπου γης ερωτευμένους. Αλλά και μνημείο-κλισέ, μνημείο-αφίσα, μνημείο-μπρελόκ, μνημείο-κράχτης των απανταχού τουριστικών γραφείων και αντικείμενο τόσο κραυγαλέας προβολής που μπορεί, ενίοτε, να σε οδηγήσει στα όρια της απώθησης. Αμάν πια μ’ αυτό το Ταζ Μαχάλ!
Όταν όμως κομμάτι κι εγώ του πολύχρωμου πλήθους, στέκομαι τελικά στην είσοδο του πάρκου κι αγναντεύω τον απέραντο ανοιχτό χώρο και το μαυσωλείο να λαμποκοπάει στο βάθος με όλα του τα λευκά μάρμαρα λουσμένα σ’ ένα φως χρυσαφί και τους μιναρέδες του να εκτοξεύονται προς τον ουρανό… τότε αποσύρω για πάντα τα φτηνά μου αστεία περί τούρτας με κεράκια και υποκλίνομαι νοερά στο κάλος και την αρμονία.
Η μαγεία του μνημείου δεν είναι μόνο, ούτε ίσως κυρίως, αρχιτεκτονική, αλλά είναι πρώτα απ’ όλα ζήτημα σχέσης με τον περιβάλλοντα χώρο. Ζήτημα προοπτικής και αναλογιών. Μια μαγεία που γίνεται όμως αντιληπτή μόνο όταν βρίσκεται κανείς μέσα στον χώρο, έναν μ’ αυτόν, με όλες τις αισθήσεις του αφυπνισμένες στις εναλλαγές του φωτός, των χρωμάτων, των ήχων, των αρωμάτων. Ναι, ακόμα και των αρωμάτων, γιατί εδώ μέσα λες και έχει υψωθεί ένας αόρατος τοίχος προστασίας από τις οσμές των παράπλευρων δρόμων, και η ευωδιά λουλουδιών και τροπικών δέντρων εισβάλει μεθυστικά στα ρουθούνια σαρώνοντας κάθε προηγούμενη μνήμη δυσωδίας.
Σκιουράκια σε μέγεθος ποντικιών με μακριά φουντωτή ουρά, περιφέρονται πάνω στο γρασίδι, σκαρφαλώνουν πάνω στους φοίνικες και τρέχουν ανέμελα ανάμεσα στα παρτέρια.
Ολόκληρες στρατιές Ινδών, άλλοι με παχιά στριφτά μουστάκια και σαρίκια κι άλλοι πάλι με απλό συμβατικό ντύσιμο, γυναίκες στολισμένες με τα πολύχρωμα σάρι τους και τα κουδουνιστά ασημένια και χρυσά τους κοσμήματα, μουσουλμάνες με σαλβάρια και μακριές πουκαμίσες, γέροι και παιδιά όλων των ηλικιών ανεβοκατεβαίνουν τον κεντρικό δρόμο που οδηγεί στο μαυσωλείο, μέσα σ’ ένα ατελείωτο σύρε κι έλα. Οι λευκοί επισκέπτες αποτελούν ένα αριθμητικά ασήμαντο τμήμα της μάζας που κινείται μέσα στο πάρκο ασταμάτητα σαν παλίρροια, γελάει, φωτογραφίζει και φωτογραφίζεται, ξαπλώνει νωχελικά στο γρασίδι, κολατσίζει, προσεύχεται ή κοιμάται στην σκιά των δέντρων.
Κατά μία εκδοχή, το ολοκληρωμένο αρχιτεκτονικό σχέδιο προέβλεπε την ανέγερση δύο πανομοιότυπων Ταζ, το πρώτο, το υπάρχον, στη μνήμη της Μουμτάζ Μαχάλ και το δεύτερο, το απόλυτο “αρνητικό” του από μαύρο μάρμαρο, που θα έστεκε αντικριστά, στην απέναντι όχθη του ποταμού Γιαμούνα, για να φιλοξενήσει μελλοντικά τον τάφο του Σαχ Τζαχάν.
Η ιστορία όμως αποφάσισε αλλιώς. Λίγο μετά την ανέγερση του λευκού Ταζ, ο Σαχ Τζαχάν εκτοπίστηκε από τον θρόνο από τον γιο του Ορανγκζέμπ, και πέρασε το υπόλοιπο της μελαγχολικής ζωής του, κρατούμενος στο περίφημο Κόκκινο Κάστρο της Άγκρα.
Σημάδι ευσπλαχνίας ή αντίθετα εκδήλωση ύψιστου ραφιναρισμένου σαδισμού (;) εκ μέρους του σφετεριστή υιού, το παράθυρο του φυλακισμένου αυτοκράτορα έβλεπε κατ’ ευθείαν προς το Ταζ Μαχάλ. Ο Σαχ Τζαχάν έσβησε μόνος κι ανήμπορος, κλεισμένος σ’ ένα δωμάτιο στο μογγόλικο παλάτι, μέσα στο Κόκκινο Κάστρο. Κι έτσι το μαύρο δίδυμο του λευκού μαυσωλείου δεν χτίστηκε ποτέ. Η σωρός του εκθρονισμένου αυτοκράτορα θάφτηκε δίπλα σ’ εκείνη της ωραίας Μουμτάζ κι αναπαύονται πια πλάι πλάι σ’ έναν υπόγειο χώρο του Ταζ.
Έχουμε βγάλει (υποχρεωτικά) τα παπούτσια μας κι έχουμε ανέβει στην υπερυψωμένη εξέδρα όπου εδράζεται το Ταζ Μαχάλ, εκτυφλωτικό στην λευκότητά του, με τις χιλιάδες ημιπολύτιμες λίθους του να λαμπιρίζουν στο φως στέλνοντας τις ακτίνες τους σε όλες τις κατευθύνσεις. Σκυμμένοι από την κουπαστή, αγναντεύουμε την ήρεμη ροή του Γιαμούνα. Στο βάθος αριστερά, τα τείχη του Κόκκινου Κάστρου, που στην αγκαλιά τους περικλείουν το παλάτι και τη φυλακή του Σαχ Τζαχάν, μοιάζουν σαν να βουτάνε από ψηλά μέσα στα γκρίζα νερά του ποταμού, που σαν παραπόταμος τροφοδότης του Γάγγη θεωρείται κι αυτός ιερός από τους πιστούς Ινδουιστές.
ΜΠΟΥΓΑΔΑ ΣΤΟΝ ΒΟΥΡΚΟ
Αναχωρώντας από το Ταζ Μαχάλ, πασχίζουμε ν’ ανοίξουμε δρόμο ανάμεσα σ’ ανθρώπους, ζώα κι οχήματα πάσης φύσεως, αγελάδες, ποδήλατα, γουρούνια, αυτοκίνητα, σκυλιά, ρίκσα, κάρα με βουβάλια, τρίκυκλα λεωφορεία, κατσίκες και μοτοσικλέτες. Η κοίτη του ποταμού είναι σαφώς πιο φαρδιά εδώ και κατά συνέπεια το νερό σχετικά άβαθο, σπαρμένο νησίδες γης.
Η μεταλλική γέφυρα με το ξύλινο δάπεδο, που σίγουρα αποτέλεσε ένα τεχνολογικό θαύμα την προ αυτοκινήτου εποχή όπου χτίστηκε, εξακολουθεί να εξυπηρετεί και σήμερα τη διέλευση κάθε είδους κάρων και αμαξών ζεμένων με διάφορα βοοειδή αλλά και όλης της γκάμας των μηχανοκίνητων βαρειών οχημάτων που εφορμούν κορνάροντας χαρούμενα, αψηφώντας κραδασμούς και τριξίματα. Προχωράμε αργά, στριμωγμένοι στην πλαϊνή “λωρίδα” που προορίζεται για πεζούς και ποδήλατα.
Από κάτω ακριβώς, πάνω στις νησίδες στη μέση του Γιαμούνα, βρίσκονται τα υπαίθρια “πλυντήρια” της πόλης, δεκάδες τεράστια καζάνια όπου μέσα βράζει νερό από το ποτάμι μαζί με τα άπλυτα.
Γυναίκες και άντρες ανάβουν και συντηρούν τις φωτιές κάτω από τα καζάνια, κάποιοι άλλοι ανακατεύουν το περιεχόμενο με μακριά ξύλα, ενώ μερικοί πλένουν κατ’ ευθείαν μέσα στο ποτάμι. Κάθε τόσο, κάποια πλύστρα βγάζει ένα σεντόνι μέσα από τα καζάνια και τ’ απλώνει καταγής, δίπλα σε άλλα που ήδη στεγνώνουν κατά εκατοντάδες, ανάμεσα σε βουβάλια που βόσκουν αμέριμνα το αραιό γρασίδι.
Ποια φωτογραφία θα μπορέσει ποτέ να υπερβεί τη γραφικότητα της σκηνής και ν’ αποδώσει την πραγματική υφή των νερών του Γιαμούνα, αυτόν τον βούρκο που δίπλα του κι αυτή ακόμα η θάλασσα του Σκαραμαγκά φαντάζει συγκριτικά κρυστάλλινη; Και πώς να καταγραφεί η οσμή οχετού του περιβάλλοντος χώρου που έχει κολλήσει σα βδέλλα στα ρουθούνια μας, μα και στα μαλλιά μας, στα ρούχα μας, έχει ποτίσει το δέρμα μας, τους πόρους μας, έχει περάσει μέσα μας κι αρχίζει ήδη να ανακυκλώνεται στον ιδρώτα μας, και σ’ όλες μας τις εκκρίσεις;
Η ποσότητα των απλωμένων σεντονιών είναι τέτοια που δεν χωράει αμφιβολία ότι πρόκειται για άπλυτα προερχόμενα από μαζική χρήση, από φυλακές ας πούμε, ή νοσοκομεία ίσως, και - γιατί όχι - από κάποια μεγάλα κυριλέ ξενοδοχειακά συγκροτήματα.
Φαντάζομαι για μια στιγμή τους αμόλυντους δυτικούς θαμώνες των ξενοδοχείων των πέντε αστέρων και των εκατόν πενήντα δολαρίων τη βραδιά, αυταπατώμενους ότι διαβιούν σε συνθήκες ασηψίας ενώ κοιμούνται σε σεντόνια πλυμένα στα καφέ-γκρίζα νερά του Γιαμούνα, και με πιάνουν τρελά γέλια. Όσο για τα μεγάλα τουριστικά γραφεία, σοφά ποιώντας, αποφεύγουν να συμπεριλάβουν στα δρομολόγιά τους βόλτες με το κλιματιζόμενο πούλμαν κατά μήκος του ποταμού, προστατεύοντας έτσι την ψυχική ισορροπία της πελατείας τους και αποφεύγοντας συνάμα τις σημαντικές διαρροές συμμετοχής που θα επέφερε ο κλονισμός της.
ΜΑΥΣΩΛΕΙΩΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ
Είναι οι κυρίαρχοι του χώρου. Παιχνιδιάρηδες, αλλά και τεμπέληδες, κλεφτρόνια με Κ κεφαλαίο, μοχθηροί, παμπόνηροι και πανέξυπνοι, οι πίθηκοι δεν χρειάζονται συστάσεις.
Όπου ναός, πάρκο ή μνημείο, όλο και κάποια αποικία έχει κάνει κατάληψη.
Οι μανάδες θηλάζουν τα μικρά τους, άλλες τα ξεψειρίζουν ή επιβλέπουν το παιχνίδι τους καθώς κυλιούνται στο γρασίδι, ή κυνηγιούνται από δέντρο σε δέντρο, ενώ κάποια γέρικα ζευγάρια λιάζονται αγκαλιασμένα, εκείνος τεμπέλικα γερμένος πάνω της, κι εκείνη να του χαϊδεύει την πλάτη, με τα βυζιά της κρεμασμένα μέχρι την κοιλιά.
Κάποιοι το ονόμασαν μικρό Ταζ Μαχάλ και θεωρείται αρχιτεκτονικός πρόδρομος του γνωστότερου μνημείου της ινδικής υποηπείρου. Πρόκειται για το Ιτιμάντ ουντ Νταουλάχ, ή αλλιώς Μίρζα Γκιγιάς Μπεγκ, μαυσωλείο του Πέρση βεζίρη του αυτοκράτορα Τζαχαντζίρ, και μετέπειτα πεθερού του, μιας και ο πονηρός αξιωματούχος φρόντισε να παντρέψει την πανέμορφη κόρη του Νουρ Τζαχάν με τον Μογγόλο ηγεμόνα.
Με βάση το γενεαλογικό δέντρο της δυναστείας, ο Τζαχαντζίρ ήταν πατέρας του Σαχ Τζαχάν, του ερωτοχτυπημένου εμπνευστή του Ταζ Μαχάλ. Η δε Νουρ Τζαχάν ήταν θεία της Μουμτάζ Μαχάλ, της “κυρίας του Ταζ”.
Το αρχιτεκτονικό σχέδιο του μνημείου, που έτυχε και δεύτερης σχεδόν πανομοιότυπης εφαρμογής στο μαυσωλείο που έχτισε αργότερα η Νουρ Τζαχάν για το σύζυγό της Τζαχαντζίρ στη Λαχώρη του σημερινού Πακιστάν, δανείζεται πολλά στοιχεία από την κινέζικη παγόδα. Η γοητεία του ωστόσο έγκειται κυρίως στην πιο ανθρώπινη κλίμακα του κτίσματος και στην υπέροχη γαλήνη του κήπου, ένα καταφύγιο ηρεμίας μετά την ανθρωποθάλασσα του Ταζ Μαχάλ και το στριμωξίδι στους δρόμους της πόλης.
Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΒΟΥΒΑΛΙΩΝ
Αραχτοί από τον εξώστη του μαυσωλείου που βλέπει κατ’ ευθείαν πάνω στο Γιαμούνα, χαζεύουμε τη θέα.
Μια ομάδα παιδιών τσαλαβουτάει χαρούμενα μέσα στο βούρκο, παρέα με τρία τέσσερα βουβάλια που κυλιόνται στη λάσπη, βυθίζονται ολόκληρα μέσα στο νερό για να ξεπλυθούν κι ύστερα ανασηκώνονται, τινάζοντας ολόγυρα χιλιάδες σταγόνες βρώμας μαζί με τους πιτσιρικάδες που’ χουν σκαρφαλώσει στην πλάτη τους και την χρησιμοποιούν σαν εξέδρα για βουτιές.
Υπάρχει μια απόλυτη αρμονία ανάμεσα στα χοντροκομμένα αυτά ζώα, με την άγαρμπη δύναμη και το εκτυφλωτικά γυαλιστερό μαύρο τρίχωμα και το τσούρμο των λεπτοκαμωμένων ευέλικτων μικρών Ινδών που τους τρίβουν τα πλευρά και τα σέρνουν μέσα κι έξω απ’ το νερό, ξεκαρδισμένοι στα γέλια.
Τα βουβάλια έχουν αφεθεί εντελώς στα χέρια τους, πειθήνια και καλόβολα ή, ίσως, απλά αδιάφορα, αφού χαλαρώνουν στο φυσικό τους στοιχείο, ενώ τα παιδιά που κολυμπάνε γύρω τους κι ανεβαίνουν πάνω τους δεν πρέπει να τα ενοχλούν περισσότερο απ’ ότι θα πείραζε εμάς ένα γατί που τρίβεται στα πόδια μας.
Θεατής σ’ αυτό το παιχνίδι παιδιών και βουβαλιών μέσα στα λερά νερά του Γιαμούνα, μέσα μου σαλεύουν ταυτόχρονα, τα δύο κυρίαρχα κι εντελώς αντιφατικά συναισθήματα αυτών των ημερών: η γοητεία μπροστά στην ομορφιά του πρωτογονισμού και της αδιατάραχτης σχέσης παιδιών και ζώων από τη μια, η αηδία για την απύθμενη βρόμα και η επίγνωση των κινδύνων που αυτή περικλείει από την άλλη.
Στην πάλη που διεξάγεται μέσα μου αδυνατώ να ξεδιαλύνω τι εν τέλει υπερτερεί. Η αίσθηση της ομορφιάς ή η γεύση της απώθησης;
Κι αρχίζω να υποψιάζομαι ότι αυτή η εξοντωτική ψυχολογική σάουνα, ανάμεσα στην οργή για τις κοινωνικές συνθήκες και την ανάταση μπροστά στο μεγαλείο της τέχνης ή την πρόσκαιρη γαλήνη απλών στιγμιότυπων ζωής, αυτές οι μικρές νησίδες ανεπανάληπτης ομορφιάς άτακτα ριγμένες σ’ έναν απέραντο ωκεανό μιζέριας, είναι οι ίδιες οι Ινδίες.
Για περισσότερες φωτογραφίες:
Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα...
Διαβάστε επίσης:
ΙΝΔΙΑ 1 - ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΛΧΙ ΣΤΗΝ ΤΖΑΙΠΟΥΡ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΙΝΔΙΑ 2 - ΤΑΖ ΜΑΧΑΛ, ΥΜΝΟΣ ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΙΝΔΙΑ 3 - ΤΖΑΙΣΑΛΜΕΡ, ΤΙΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΧΑΜΕΝΟ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΙΝΔΙΑ 4 - ΠΟΥΣΚΑΡ, Ο ΓΗΤΕΥΤΗΣ ΤΩΝ ΦΙΔΙΩΝ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΙΝΔΙΑ 5 - ΜΑΧΑΡΑΓΙΑΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΙΝΔΙΑ 6 - ΧΗΡΕΣ (ΚΑΙ ΧΕΙΡΕΣ) ΓΙΑ ΚΑΨΙΜΟ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΙΝΔΙΑ 7 - ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΝΕΑ, ΩΡΑΙΑ, ΥΠΑΚΟΥΗ ΚΑΙ ΠΑΡΘΕΝΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΙΝΔΙΑ 8 - ΑΝΕΓΓΙΧΤΟΙ, ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΙ ΚΑΤΩΤΕΡΟΙ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΙΝΔΙΑ 9 - ΣΕΚΑΓΟΥΑΤΙ, Η ΑΝΟΙΧΤΗ ΓΚΑΛΕΡΙ ΤΟΥ ΡΑΖΑΣΤΑΝ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν