ΤΟΓΚΟ, ΜΑΝΑ ΓΗ
Τα σπίτια των Ταμπερμά στο Τόγκο είναι στην ίδια πάνω κάτω αρχιτεκτονική αντίληψη με κείνα των Μπεταμαριμπέ του Μπενίν. Πρόκειται στην ουσία για μια φυλή που κόπηκε στα δυο από μια αυθαίρετη συνοριακή γραμμή. Μια έφηβη, μπουκιά και συχώριο, με ξεναγεί στα ενδότερα της λασποκαλύβας. Τα ζώα και η σοδιά έχουν προτεραιότητα στην προστασία σε σχέση με τους ανθρώπους. Μ’ έναν γέρο λιγότερο δεν χάθηκε ο κόσμος αλλά με μια κατσίκα λιγότερη θα πέσει πείνα.
Του Κώστα Ζυρίνη
Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 278 / 13.08.2005
Διαβάστε επίσης τη διαδρομή που προηγήθηκε:
ΜΠΕΝΙΝ 1, ΟΜΟΡΦΙΑ ΠΟΥ ΣΚΛΑΒΩΝΕΙ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΜΠΕΝΙΝ 2, ΑΝΑΛΛΟΙΩΤΗ ΑΦΡΙΚΗ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΜΟΥΤΡΑΚΙΑ
Κάπου χαμένοι στον μπενινέζικο βορρά. Κάθε που ο Ζυλ κόβει ταχύτητα στον ταλαιπωρημένο από τις αφρικανικές μπόρες χωματόδρομο ξέρουμε πως αναζητεί κάποιο κάθετο μονοπάτι, που όμως δεν διακρίνεται ανάμεσα στις καλλιέργειες του καλαμποκιού. Και συνεχώς ν’ απολογείται: Έχει περάσει ένας χρόνος από τότε που ήρθα για τελευταία φορά, μεσιέ Κοστάς, και μάλιστα από άλλο δρόμο!
Ένα μουσουλμανικό τέμενος στη μέση του πουθενά, βαμμένο έντονα πράσινο σαν παιδικό παιχνίδι, κάτι του θυμίζει. Κα ‘να χιλιόμετρο πιο κάτω, φρενάρει. Εδώ είμαστε! Τι θα πει «εδώ είμαστε»; Κανένα χωριό στον ορίζοντα. Κάτι παιδικά μουτράκια γεμάτα μύξες και τσίμπλες μας κοιτάζουν φοβισμένα απ την άκρη του δρόμου, έτοιμα να το βάλουν στα πόδια. Μπαίνουμε στο μονοπάτι. Τα μουτράκια με τις μύξες τρέχουν μπροστά να ειδοποιήσουν για την εισβολή των ξεβαμμένων ανθρώπων.
Το καταζητούμενο χωριό Μπεταμαριμπέ δεν είναι παρά ένα μικρό σύμπλεγμα από μερικές λάσπινες καλύβες. Περίτεχνες, με την αφρικανική έννοια του όρου, και εξόχως φωτογενείς για τις απαιτήσεις της φωτογραφικής διαστροφής μου. Σα ναϊφ παιδικά παιχνίδια. Το παιδομάνι ξεθαρρεύει με τα δημοσιοσχετίστικα αστειάκια του Σάτσο και τα γλυκά χαμόγελα τουΜαρακίου, κι ο φόβος στα μάτια τους αρχίζει να δίνει τη θέση του στην περιέργεια. Μέχρις ότου εμφανιστούν οι καραμέλες, τα μολύβια και τα παιχνιδάκια, τα διαπιστευτήρια δηλαδή που κουβαλάμε από την Αθήνα. Οπότε τα ματάκια θα γουρλώσουν και το μάλλον δύσπιστο γελάκι στο παιδικό πρόσωπο θ’ ανθίσει. Και, ιδού, πώς σφυριλατείται η ελληνοαφρικανική φιλία!
Οι άντρες και οι περισσότερες απ τις γυναίκες του χωριού βρίσκονται στα χωράφια. Εδώ έχουν
μείνει δυο-τρεις γυναίκες και τα κουτσούβελα. Η γεροντότερη απ αυτές γνωρίζει καλά τον Ζυλ και τον χαιρετά με σεβασμό κι αγέλαστη. Έχει να τον δει έναν χρόνο αλλά φέρεται σα να τον βλέπει κάθε μέρα. Την χαιρετάμε κι εμείς με το πρωτόκολλο που μας έχει υποδείξει ο Ζυλ. Υποθέτω πως είναι η γυναίκα του πατριάρχη αρχηγού. Κα ‘να δυο απ τα μεγαλύτερα πιτσιρίκια θα τρέξουν στα χωράφια της γλυκοπατάτας για να κάνουν γνωστό τον ερχομό μας.
Στο κεντρικό ξέφωτο του οικισμού, μια πυροστιά και πάνω της ένα μικρό καζάνι. Μικρογραφία των καζανιών που στις παλιές ρατσιστικές γελοιογραφίες του «Θησαυρού» οι «μαύροι ανθρωποφάγοι» έβραζαν τον λευκό εξερευνητή με την κάσκα και το σορτ για να τον φάνε! Σε τούτο δω πάντως είναι σκυμμένη μια νέα και μάλλον όμορφη γηγενής μ’ ένα μωρό κρεμασμένο στην πλάτη κι ένα άλλο να μπουσουλάει τριγύρω. Όλες εδώ έχουν μαραμένα στήθη εκτός απ αυτές που θηλάζουν κι απ τις παιδούλες που ‘χουν βυζάκι κορόμηλο.
Ο Ζυλ ξεδιπλώνει τα πακέτα του στον πάγκο της ηλικιωμένης. Υφάσματα κυρίως. Εκείνη τα εξετάζει με βρετανικό φλέγμα. Μου περνά απ το μυαλό μήπως ο Ζυλ, εκτός από γκιντ, είναι και περιπλανώμενος πραματευτής. Αλλά όχι. Αφού της ξεδίπλωσε τα υφάσματα, αφού άνοιξε κάποια πακέτα με καλούδια, κι αφού της έκανε πάσα κι ένα ευτραφές μασούρι από λερά χαρτονομίσματα, μου ζητά να φωτογραφίσω τη φάση. Ποτέ μέχρι σήμερα δεν μου έχει ξαναζητήσει κάτι τέτοιο ο Ζυλ. Το μυστήριο θα λυθεί αργότερα: Μια Γαλλίδα που πέρασε απ εδώ με οδηγό το Ζυλ, πριν από τρία χρόνια, του ανέθεσε, κάθε φορά που θα τού ‘ρχεται βολικό, να φέρνει στην οικογένεια ότι κατά την εκτίμησή του της είναι αναγκαίο. Και κείνη από τη Γαλλία θα του ταχυδρομεί το ανάλογο ποσό συν το κατιτί για τον κόπο του. Εκείνο που θέλει τώρα ο Ζυλ είναι να της στείλει τη φωτογραφία-τεκμήριο, ότι, και καλά, κυρά μου, το χρήμα σου πάει εκεί που θέλεις.
Η ΜΠΑΡΑ
Υποβόσκει κάποιο σασπένς και στους τέσσερίς μας αλλά δεν τ’ ομολογούμε. Ο Ζυλ ατάραχος. Υπάρχει πέρασμα στα σύνορα του Μπενίν για το Τόγκο από δω που βρισκόμαστε, ή όχι; Κι αν υπάρχει πώς θα περάσουμε αφού δεν…
Ούτε από την Αθήνα, ούτε από την Κοτονού βρήκαμε τρόπο να βγάλουμε τις απαιτούμενες βίζες πολλαπλής εισόδου στο Τόγκο. Μία και μόνη είχαμε κι αυτή την χρησιμοποιήσαμε. Οι μέχρι τώρα πληροφορίες των γηγενών ήταν άρτζι μπούρτζι κι ο λουλάς. Σύμφωνα με το χάρτη πάντως είμαστε ήδη πάνω στη συνοριακή γραμμή. Ούτε ίχνος από φυλάκιο ή κάτι τέτοιο. Και δωσ’ του να οδεύουμε προς το πουθενά. Και κανείς για να ρωτήσεις.
Αίφνης ένας λιανός κορμός δέντρου σε οριζόντια θέση, εν είδει μπάρας, να μας κόβει το δρόμο. Αριστερά ένα ξεφλουδισμένο κτίσμα μες τη μούχλα. Ψυχή ζώσα. Μπορούμε να παρακάμψουμε τον κορμό, προτείνει ο Σάτσο δείχνοντας κάποιο βατό σημείο. Άσε, καλύτερα!
Ο Ζυλ κορνάρει εκνευριστικά μπας και. Ένας χοντρός με χιλιοτρυπημένη φανέλα κάνει την εμφάνισή του στο άνοιγμα της πόρτας. Προφανώς τον ξυπνήσαμε. Το και το, του εξηγεί ο Ζυλ. Α, εδώ είναι αποθήκες για εκτελωνισμό, μουρμουράει ο χοντρός που του χαλάσαμε τον ύπνο. Γυρίστε πίσω δώδεκα χιλιόμετρα και ρωτήστε να σας πούνε που είναι η αστυνομία συνόρων. Διώχνει τη μύγα απ τη μύτη του κι επιστρέφει στο ράντζο.
Όπισθεν ολοταχώς με μηδέν αισιοδοξία.
Κάποτε βρήκαμε την παράγκα που υποδύεται το αστυνομικό τμήμα με τον μπερντέ του ανοίγματός της ανασηκωμένο. Το όργανο της τάξης με το σώβρακο εκείνη τη στιγμή άπλωνε ανάμεσα σε δύο κορμούς τη μοναδική και χιλιομπαλωμένη στολή του για να στεγνώσει. Μας έδειξε την κάτασπρη οδοντοστοιχία του.
Σαβά; Σαβά μπιεν! Κεσκεβουλεβού, μαντάμ, μεσιέ; Ψιλοπράματα, το και το. Πα προμπλέμ, μεσιέ. Και ξαναδείχνει την οδοντοστοιχία του.
Σφραγίδες; Ψιλά γράμματα, μεσιέ! Και οι συνάδελφοί σου απ τη μεριά του Τόγκο; Πα προμπλέμ, μεσιέ! Πρέπει να του δώσουμε το κατιτίς του, μας υποτονθορίζει ο Ζυλ. Πα προμπλέμ, Ζυλ μον αμί, το μάθαμε το μάθημά μας.
Δεν ξυπνήσαμε το χοντρό της αποθήκης. Περάσαμε σε στυλ κάμελ τρόφυ από το σημείο που είχε εντοπίσει προηγουμένως ο Σάτσο και ξεχυθήκαμε σ’ έναν ατελείωτο χωματόδρομο περιμένοντας να βρούμε το αντίστοιχο τογκολέζικο φυλάκιο για να νομιμοποιήσουμε την εδώ παρουσία μας. Εις μάτην. Είκοσι χιλιόμετρα μέσα στο Τόγκο κι ακόμα δεν έχουμε εξασφαλίσει σφραγίδα εισόδου. Έχουμε όμως εντοπίσει το πρώτο χωριό Ταμπερμά, το τογκολέζικο αντίστοιχο των χωριών Μπεταμαριμπέ του Μπενίν.
ΟΙ ΤΑΜΠΕΡΜΑ
Εδώ φυλάμε τη σοδιά, εδώ τα ζώα, εδώ κοιμόμαστε, εδώ… Μια έφηβη, μπουκιά και συχώριο, με ξεναγεί στα ενδότερα της λασποκαλύβας. Τα ζώα και η σοδιά έχουν προτεραιότητα στην προστασία σε σχέση με τους ανθρώπους. Μ’ έναν γέρο λιγότερο δεν χάθηκε ο κόσμος αλλά με μια κατσίκα λιγότερη θα πέσει πείνα. Εδώ, αυτά τα άχυρα, είναι για το συζυγικό κουβάριασμα των γονέων. ΤοΜαράκι δεν αντέχει άλλο το πηχτό σκοτάδι του εσωτερικού των λασπόσπιτων, ούτε τους σμιλευμένους κορμούς που εκτελούν χρέη σκάλας, και μένει απ έξω για πάμπλικ ριλέισον με τον αρχηγό. Καταμερισμός εργασίας. Το μαγνητόφωνο στην Ισαβέλλα:
Ισαβ.: Στο καθένα απ αυτά τα πήλινα χωριά των Ταμπερμά ζει μια οικογένεια, με τη διευρυμένη αφρικανική έννοια του όρου. Δηλαδή ζει ουσιαστικά ένα σόι, με ότι συνεπάγεται από αδέλφια, ξαδέρφια, θείες, εξ αγχιστείας συγγενείς και πάει λέγοντας. Τα χωριά μοιάζουν με μικρά οχυρά και αυτό ακριβώς είναι. Έχουν δηλαδή χτιστεί έτσι ώστε να παρέχουν προστασία από πιθανές επιδρομές άλλων φυλών με στόχο την αποθηκευμένη σοδειά. Το κάθε σπίτι έχει έναν κάτω όροφο όπου μένουν τα ζώα, κάποιους ενδιάμεσους χώρους και διάφορες ταρατσούλες όπου στεγνώνουν τους καρπούς. Μεσολαβεί επίσης κάποια εσωτερική κουζίνα για την εποχή των βροχών. Στις ταρατσούλες προεξέχουν κάτι πυργάκια εκ των οποίων μερικά απ αυτά προορίζονται για ύπνο, όπου χωράς δεν χωράς να περάσεις σα γάτα μες από την τρύπα, ενώ κάποια άλλα χρησιμοποιούνται ως αποθηκευτικοί χώροι για τα διάφορα σιτηρά. Στο ένα το σόργο, στο άλλο το κεχρί, στο τρίτο το ρύζι…
Είναι πάρα πολύ συγκινητική η στάση των παιδιών που, πραγματικά, δεν ζητούν απολύτως τίποτε. Δεν απλώνουν χέρι. Τους δίνουμε πολλές φορές καραμέλες και αργούν να τις πάρουν γιατί δεν καταλαβαίνουν ότι τους τις χαρίζουμε. Θα μου μείνει αξέχαστη η χαρά εκείνου του μικρού αγοριού όταν του δώσαμε ένα αυτοκινητάκι σε κουτί, με τι ευγένεια και με τι αθωότητα το πήρε..
Ζυρ: Κι όμως, αυτό το ίδιο παιδί έχει κατασκευάσει μια μινιατούρα ποδηλάτου από ξυλάκια που, αυτό κι αν είναι έργο τέχνης!
Υπομειδιώ με δήθεν συστολή σε κάποια που θηλάζει το βρέφος της υπό τον ανασηκωμένο στηθόδεσμο. Τον φόρεσε μόλις τώρα, όχι από αιδώ, αλλά για να μας δείξει ότι και καλά, λόγω σουτιέν, είναι ευκατάστατη. Μέχρι και τη δεκαετία του Εξήντα όλοι οι Ταμπερμά και οι υποφυλές τους κυκλοφορούσαν τελείως γυμνοί. Ο χριστιανισμός κι ο μουσουλμανισμός τους διδάσκουν να ντρέπονται για το σώμα τους.
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ
Ισαβ:… Τα σπίτια των Ταμπερμά στο Τόγκο είναι στην ίδια πάνω κάτω αρχιτεκτονική αντίληψη με κείνα των Μπεταμαριμπέ του Μπενίν. Μια φυλή στην ουσία, που κόπηκε στα δυο από μια αυθαίρετη συνοριακή γραμμή. Σταθήκαμε και σ’ ένα άλλο χωριό και μετά σ’ ένα τρίτο. Ένας παππούς καθόταν κάτω από ‘να δέντρο μαζί με την κυρία του και, δεν ξέρω τι κάνανε, καθάριζαν κάτι καρπούς μάλλον και… Υποβάλλαμε τα σέβη μας μαζί μ' ένα πορτοφολάκι, ως δώρο στον παππού, ο οποίος κατασυγκινήθηκε. Μας κάλεσε αμέσως να μπούμε στο σπίτι του. Το οποίο είχε και κάτι φετίχ λάσπινα και από κέρατο, καθώς και νεκροκεφαλές ζώων στην είσοδο. Οφείλω να πω ότι οι πιο νωπές έζεχναν.
Σάτσο: Και πάνω κει που ο Ζυρίνης φωτογράφιζε κρανία ζώων με κέρατα και άλλες τέτοιες αηδίες του φωνάζω, ρε συ, κοίτα, ένας πραγματικός άγριος με τα παραδοσιακά του!…
ΤοΜαράκι: Δεν ήταν άγριος, γλυκούλης ήταν!…
Σάτσο: Σαν ανθρωποφάγος του σινεμά ήταν. Αφάνα στο κεφάλι, βαμμένη μάπα κι έτσι. Ταμπερμά στο γνήσιο. Μπροστά ο Ταμπερμάς, πίσω εγώ και, να! μετά το ύψωμα με τα καλαμπόκια ένα συνεργείο της βέλγικης τηλεόρασης! Φτου, και γαμώ την αυθεντικότητα!
ΤοΜαράκι: Ε, τι θες, το ψωμί του έβγαζε ο άνθρωπος. Οι ηθοποιοί, δηλαδή, σε μας, τι κάνουνε;
ΓΙΑ ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ ΤΣΙΓΑΡΑ
Και δύο, και τρία, και δεκατρία χωριά Ταμπερμά. Νισάφι, δεν θα γράψουμε εθνολογικό πόνημα τώρα! Στο κάτω κάτω το παράδοξο δεν βρίσκεται στην απολιθωμένη γραφικότητα των απομακρυσμένων χωριών, βρίσκεται στην απολύτως ανορθολογική πραγματικότητα που γεννιέται από τη σύγκρουση-σύμμειξη μεταξύ του αρχέτυπου πολιτισμού των Ταμπερμά και των αχαλίνωτων επιδράσεων της λεγόμενης πολιτισμένης Δύσης. Μαγνητόφωνο:
Ισαβ: Φτάσαμε λοιπόν στην κωμόπολη Καντέ και κει πήγαμε σ’ ένα σταθμό χωροφυλακής της συμφοράς. Ο μπάτσος, ευγενικός, χαμογελαστός και πολύ ευχάριστος δεν είδε καν τις σφραγίδες που έλλειπαν…
Σάτσο: Έκανε πως δεν τις είδε.
Ισαβ: … Ούτε βεβαίως το ότι το τέσσερις Οκτωβρίου το ‘χαμε μαστορέψει μόνοι μας και το ‘χαμε κάνει δεκατέσσερις…
Σάτσο: Το είδε αλλά ο Ζυρίνης του ‘χε πασάρει προηγουμένως τρία τσιγάρα χύμα.
Ισαβ: Μετά ήρθε κι ένας άλλος και είπε στο Σάτσο, με κερνάς ένα τσιγάρο;
Σάτσο: Και μου πήρε όλο το πακέτο, ο… (μπιπ).
ΤοΜαράκι: Μα πώς κάνετε έτσι; Μ’ ένα πακέτο τσιγάρα λύσαμε το μείζον πρόβλημα της βίζας και γκρινιάζετε;
Σάτσο: Άλλο βίζα κι άλλο μίζα!
ΜΙΑ ΖΩΗ ΚΟΡΩΝΑ-ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Μιλάμε για τη χωματερή του λεγόμενου δυτικού πολιτισμού. Ή, μάλλον, για κάτι χειρότερο: στις χωματερές τα σκουπίδια τα πετάνε, εδώ τα πουλάνε. Πουλάνε θάνατο.
Νταλίκες τεραστίων διαστάσεων που έχουν φάει προ πολλού τα ψωμιά τους, και που στην Ευρώπη απαγορεύεται να κυκλοφορούν, εδώ πουλιούνται για ν’ αφήσουν στην άσφαλτο τα τρακαρισμένα, ή και αποτεφρωμένα σκαριά τους, συχνά μαζί με τα πτώματα των οδηγών.
Μία, δύο, τρεις… ων ουκ έστι αριθμός θεόρατες νταλίκες, ετοιμόρροπες, με μηδενικό πέλμα στα λάστιχά τους, με στραβωμένους άξονες. Και οι γηγενείς οδηγοί, σα να μην έχουν καμιά αίσθηση αξίας της ζωής… Σταματούσα κάθε τόσο τον Ζυλ όχι μόνο για να φωτογραφίζω τα σμπαράλια αλλά και για να συνερχόμαστε λίγο απ το στρες της κίνησής μας ανάμεσα στις κινούμενες καρμανιόλες.
Ισαβ: Και βλέπαμε και κάποιους που πλιατσικολογούσαν τις τρακαρισμένες νταλίκες. Άλλες ήταν ήδη αποψιλωμένες και άλλες αναποδογυρισμένες κάτω από γέφυρες. Οι βασικές αιτίες είναι η αδυναμία φρεναρίσματος και η μετατόπιση του φορτίου στις στροφές. Μια κατάσταση να τρελαίνεσαι.
ΤοΜαράκι: Να πούμε και για τα μπλόκα που στην αρχή νομίσαμε ότι έγινε πραξικόπημα.
Σάτσο: Και κάθε δέκα-είκοσι χιλιόμετρα και μια μπάρα. Στοπ. Κουλαριστός ο ένστολος να πλησιάζει αργά, να χώνει τη μούρη του στο παράθυρο και να κόβει βλοσυρά τις φάτσες μας αν του αρέσουμε. Πού πάτε, ποιοι είστε και τέτοια. Εμείς στ αμάξι να το παίζουμε και καλά άνετοι. Σαβά μεσιέ και έτσι. Και να ρίχνουμε και κα ‘να χαμόγελο στο δήθεν. Άλλες φορές βαριόντουσαν να σηκωθούν και πήγαινε ο δικός μας, ο Ζυλ, στο φυλάκιο. Μερικοί για να τον ψαρώσουν, και για να μην ξεχνάμε πως είναι εξουσία, τον πρήζανε στο δείξε μας το ένα και δείξε μας το άλλο. Ο Ζυλ τους κλαψούριζε διάφορα, κάτι τους έδινε απ τα έτοιμα και μετά από λίγο ξανά μανά τα ίδια. Ώσπου φτάσαμε στην Κάρα.
Σ’ ‘Ε Λ’ ΑΦΡΙΚ
Εξήντα χιλιόμετρα νοτιότερα από τα τελευταία χωριά των Ταμπερμά, αρχίζει βαθμιαία η μέιντ ιν Άφρικα αστικοποίηση. Η λαμαρίνα, δηλαδή, ο ασοβάντιστος τσιμεντόλιθος, η απαραίτητη κεντρική κακοποιημένη άσφαλτος κι ένας ακτινωτός δαίδαλος από ταλαιπωρημένους χωματόδρομους οριοθετημένους ένθεν κακείθεν από ανοιχτούς οχετούς. Η Κάρα, η Σοκοντέ, η Ατακπαμέ, η Κπαλιμέ: άξονας από πολίχνες που διατρέχουν το Τόγκο απ το Βορρά στο Νότο.
Τα παζάρια… Ελάχιστη σημασία έχουν τα σπίτια, το πού κοιμούνται, που τρώνε, που πλένονται. Σημασία έχει ο δρόμος, το αέναο σουλάτσο, η αγορά…
Όπου και να σταθείς, αλλά και να μη σταθείς, θα σου την πέσουν ακαριαία για ν’ αγοράσεις κάτι. Φετίχ για να σε προστατεύουν οι πρόγονοί σου, φετίχ για να γίνεις πλούσιος, φετίχ για να ‘χεις ορμές μέχρι τα εκατό σου… Από ένα χειροτέχνημα της συμφοράς μέχρι μια σταμπωτή κελεμπία, κι από ένα ζευγάρι σαγιονάρες μέχρι μια χειροκίνητη ραπτομηχανή.
Μέσα στην αφρικανική αντίληψη περί πραγματικότητας δεν υπεισέρχεται κανένα επιχείρημα του
τύπου «μα πώς θα τη μεταφέρω, βρε αδερφέ;» Όχι, σου λέει, είναι η ευκαιρία της ζωής σου! Να περπατάς, να μην του δίνεις σημασία κι αυτός να συνεχίζει τη μουρμούρα: μαντάμ, μεσιέ, σ’ ε λ’ οκαζιόν!... Πρέπει να ‘χεις ατσάλινα νεύρα για να μη γίνεις αγενής. «Σ’ ε λ’ Αφρίκ», μουρμουράμε συνεχώς. Το μότο για να ξορκίζουμε τις άτοπες ελληνότροπες αντιδράσεις μας. Σ’ ε λ’ Αφρίκ!
Οι μπάρες και τα μπλόκα είναι πια ρουτίνα. Ποιος νοιάζεται; Ακόμα και με τις ετοιμόρροπες νταλίκες εξοικειωθήκαμε. Κάτι σαν μοιρολατρική αυτοεγκατάλειψη.
Μας μεθά το αφρικανικό εργαστήρι της Φύσης. Χιλιόμετρα επί χιλιομέτρων, ένας απέραντος οργιώδης τροπικός κήπος: μπανανιές, καφεόδεντρα, καουτσουκόδεντρα, οπωροφόρα, φυτείες τικ…
Έχουμε καταλύσει στην πολίχνη Κπαλιμέ, σ’ ένα μικρό συμπαθέστατο ξενοδοχειακό συγκρότημα από μικρά λάσπινα μπάγκαλοους σε αρχιτεκτονική αφρικαίν. Δωμάτια ευάερα κι ευήλια, κουνουπιέρες αδιαπέραστες και σεντόνια πεντακάθαρα.
Απολαμβάνουμε την ψυχοσωματική κάθαρση ενός καυτού ντους για να ανασυντάξουμε εντυπώσεις κι εμπειρίες με παγωμένους χυμούς ανανά.
Μεθαύριο θα είμαστε στη Λόμε, πρωτεύουσα του Τόγκο, πάνω στον Ατλαντικό. Ανασύνταξη δυνάμεων κι εξόρμηση για την αγγλόφωνη Γκάνα. Και ξανά προς τη λόξα τραβά!
Για περισσότερες φωτογραφίες από το Τόγκο:
Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα...
Διαβάστε τη διαδρομή που προηγήθηκε:
ΜΠΕΝΙΝ 1, ΟΜΟΡΦΙΑ ΠΟΥ ΣΚΛΑΒΩΝΕΙ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΜΠΕΝΙΝ 2, ΑΝΑΛΛΟΙΩΤΗ ΑΦΡΙΚΗ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
Άλλα άρθρα για την περιοχή:
ΔΥΤΙΚΗ ΑΦΡΙΚΗ - ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ, Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΔΥΤΙΚΗ ΑΦΡΙΚΗ - ΒΟΥΝΤΟΥ, Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΩΝ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΔΥΤΙΚΗ ΑΦΡΙΚΗ - ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΩΝ "ΜΑΓΙΣΣΩΝ" | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν