ΤΖΙΑ, ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΣΤΙΣ ΚΥΚΛΑΔΕΣ

Front Picture: 

Ανάδελφο Αιγαίο! Και να που οι νεοέλληνες βάλθηκαν να σε σκοτώσουν με πετρελαιοκηλίδες, με ρύπους, με μη ανακυκλώσιμα απόβλητα. Και κανείς θεός να μη θέλει να σε σώσει αφού δεν το θέλουν οι κάτοικοί σου. Όλα, και η Ιστορία, και η Φύση στο βωμό του κέρδους. Στ' όνομα της "ελεύθερης" οικονομίας. Της ελεύθερης για τους έχοντες. Για να μπορούν εσαεί να είναι έχοντες.

 

Του Κώστα Ζυρίνη

Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος 226 / 14.08.2004 

  

Εις μνήμην: 

Καλοκαίρι του Ενενήντα Εννιά, αφήνουμε πίσω μας τη Μακρόνησο και, με το μικρό ταχύπλοο του Μιχάλη, πάμε κατά Βουρκάρι μεριά, λέει, για να κεράσει αστακομακαρονάδα. Και τι είν αυτή η αστακομακαρονάδα, ρε μεγάλε; Καλά, ε, θα πάθεις την πλάκα σου! Δεν έπαθα την πλάκα μου από την αστακομακαρονάδα. Έπαθα την πλάκα μου απ το λογαριασμό. Λες και τα μακαρόνια ήταν από μάλαμα και τα όστρακα των αστακών πολύτιμοι λίθοι. Έπαθα την πλάκα μου από την ξιπασιά των νεόπλουτων συνελλήνων μου που σφηνώνουν το ένα πλαστικό κότερο δίπλα στο άλλο. Που κουβαλούν Φιλιπινέζα παιδοφύλακα, σερβιτόρο αλύγιστο σα νά 'χει καταπιεί κοντάρι ταβανόβουρτσας, και καπετάνιο με πηλίκιο και τουπέ. Έπαθα την πλάκα μου για το πόσο χρήμα διασπαθίζεται στη χυδαία επίδειξη και στο κιτς.

- Μια ζωή κοινωνικά κομπλεξικός είσαι μωρ' αδερφέ μου!

- Α, έτσι ε; 

  

Απροπό, Ιούνιος του Δύο Χιλιάδες Τέσσερα: η κατάσταση στο Βουρκάρι είναι λίγο χειρότερη.  

  

Εις μνήμην: 

Είχαμε πάει, πάντα με την Ισαβέλλα και τον Ορέστη, και το Ογδόντα Εφτά, και το Ενενήντα Ένα, στους όρμους Σπαθί, Καλιδονύχι, Ξύλα κι αλλού. Με την ηρωική "Μπάρμπυ" μου, φυσικά, μια γέρικη μοτοσικλέτα μπεεμβέ ρο-πενηνταένα. Που ανεβοκατέβαινε, φορτωμένη τίγκα τα σακίδια, χωματόδρομους και ατραπούς. Αγόγγυστα. Τότε, που αυτοί οι όρμοι ήταν οι άκρες της Γης. Η συνουσία με την παρθένα Φύση που παρέμενε παρθένα και μετά την αναχώρησή μας. Άιντε να περάσει και καμιά ψαρόβαρκα, κάνα καϊκι, κάνα τρυφερό ιστιοφόρο, ίσα για να τονίσουν τη γαλήνη. Εμείς; Αντίσκηνο, γυμνοσοφισμό και χάδι στα φύκια του βυθού! Εχ, πού 'σαι νιότη πού 'λεγες... Πρελούδιου, τέλος. 

  

Ανέκδοτο ιστορικό σκαρίφημα 

Ως πρώτοι κάτοικοι του νησιού θεωρούνται οι Αρκάδες που ήρθαν εδώ με ποδηγέτη κάποιον Αρισταίο. Αυτός ο Αρισταίος τα 'χε καλά με τους θεούς του Ολύμπου και ιδιαίτερα με τον Ικμαίο Δία, ο οποίος Ικμαίος Δίας, επειδή συν τοις άλλοις ήταν υπεύθυνος και για τις βροχές, γλύτωσε το νησί από την ξηρασία. Αυτά κάνει το μέσον! Επίσης, ψιθυρίζεται πως ο εν λόγω Αρισταίος έμαθε στους Αρκάδες να βόσκουν και ν' αρμέγουν αιγοπρόβατα, να ψαρεύουν σπάρους και λιθρίνια και να μελισσοκομούν σαν κάποιον γνωστό μου στον Κορυδαλλό, λες και στην αρκαδική πατρίδα τους ήσαν ντελίβερι ή υπάλληλοι γραφείου και δεν ήξεραν από αγροτικά επιτηδεύματα. Τέλος πάντων.  

  

Αργότερα, περί το Χίλια Διακόσια προ Παρθενώνος, έρχεται ένα δεύτερο μεταναστευτικό κύμα, από Λοκρούς αυτή τη φορά, με επικεφαλής τον Κέω.

 

Αυτός ο Κέως δήλωνε γιος του Απόλλωνα και της Ροδόεσσας και, ως εκ τούτου, επέτρεπε στον εαυτό του ν' αποφασίζει για τις τύχες των κοινών θνητών.

 

Μεταξύ αυτών που μετριοφρόνως αποφάσισε ήταν και το να δώσει τ' όνομά του στο Νησί. Κέα, εν προκειμένω.  


  

"Λίγο" αργότερα, εννιακόσια χρόνια πριν αποπερατωθεί ο αξεπέραστος Παρθενώνας, έγινε και ο τρίτος εποικισμός στην Κέα υπό τον Θερσιδάμαντα. Ίωνες, ο εν λόγω αρχηγός και τ' ασκέρι του, και ως Ίωνες έδειξαν στους ντόπιους ψαράδες και κτηνοτρόφους τι εστί πολιτισμός. Και ο πολιτισμός του Θερσιδάμαντα είχε σαν αποτέλεσμα να χωριστεί μια σταλιά νησί σε τέσσερα βασίλεια, σε τέσσερις πόλεις κατ αντιστοιχία, που έμειναν στην Ιστορία με τα ονόματα  Καρθαία, Ιουλίδα, Κορησσία και Ποιήεσσα. Αυτό το καρέ των πόλεων λεγόταν και Τετράπολη. Η έννοια της Δημοκρατίας δεν είχε εμφιλοχωρήσει ακόμη στα μυαλά των πεφωτισμένων της Τετράπολης κι επομένως το πολίτευμα παρέμεινε πατριαρχικό.  

  

Πολύ αργότερα, και κάτω από το φως της εξ Αθηνών δημοκρατικής μαρμαρυγής, το πολίτευμα της τετράπολης Κέας μετατρέπεται σε δημοκρατικό. Με τα προβληματάκια του, δε λέω.  Οι θανατικές καταδίκες και τα εικοσάκις ισόβια για σύσταση και συμμετοχή έδιναν κι έπαιρναν, οι γελωτοποιοί και οι εταίρες δεν είχαν στον ήλιο μοίρα, και οι δούλοι, τόσο δούλοι, όσο και στην δημοκρατικώς ακμάζουσα Αθήνα. Το να κάνεις, δηλαδή, τον κόσμο να γελάει, ή να επιτρέπεις λίγη παραπάνω χαρά στα σκέλια του, ήταν θανάσιμο αμάρτημα. Άσε που δεν υπήρχε ταμείο ανεργίας και ο καθείς που εθεωρείτο άνεργος ή οκνηρός εξεδιώκετο πιξ λαξ. Τα γεροντάκια μετά τα εβδομηκοστά τους γενέθλια (και αν τα θυμόταν κανείς γραφειοκράτης αρμόδιος) κατέβαζαν μια κούπα κώνιο και πάπαλα. Ευτυχώς, εγώ γεννήθηκα πολύ αργότερα.  

 


  

Χωρίς την Μπάρμπι 

Ιούνιος Δύο Χιλιάδες Τέσσερα, λοιπόν. Μετά από τόσα ταξίδια στα πέρατα του κόσμου νά 'μαστε και πάλι με την Ισαβέλλα, οι δυο μας, στη Τζια. Χωρίς την Μπάρμπι αυτή τη φορά. Με πλήρη όμως φωτογραφικό εξοπλισμό, για το κέφι μας αλλά και για τον επιούσιο. Χαίρε κεχαριτωμένη Κέα! Να δούμε αν εξακολουθείς να είσαι κεχαριτωμένη.  

  

Δεν θα επιμείνουμε στην Κορησσία. Τρία, τέσσερα, συμπαθητικά φαγάδικα, που αναμφιβόλως δεν είναι πιασοκωλάδικα, μια οικιστική συστάδα, που αναμφιβόλως δεν προσβάλλει την παραδοσιακή αρχιτεκτονική και δεν είναι κοιτάχτε-με, μια κυκλοφορία οχημάτων στα όρια του ανεκτού, κι ένας υπέροχος φάρος, απ τους αρχαιότερους του Αιγαίου. Θ' ανεχτούμε πάντως το μοναδικό ξενοδοχείο, άχρωμο και άοσμο, γιατί πού να τρέχεις τέτοια ώρα για κάτι συμπαθητικό. Μια νύχτα είναι, θα περάσει. Αύριο βλέπουμε.

 


  

Ανέκδοτο ιστορικό σκαρίφημα 2


Στους πολέμους κατά των Περσών εισβολέων η Κέα εντάσσεται τόσο στην Άλφα όσο και στη Βήτα Αθηναϊκή Συμμαχία και συμβάλλει στο ν' αντιληφθούν οι Βάρβαροι πως εμείς οι Έλληνες δεν κολλάμε μπρίκια, εμείς οι Έλληνες διδάσκουμε στους λέοντες το πώς να παλεύουν.

 

Αλλά και σήμερα, αν μας λάχαινε, ακόμη και με δύο κινητά στο κάθε αφτί, το ίδιο θα κάναμε. Λέω, "αν".   

  

Και για την αναχαίτιση των σαρισσοφόρων του Φιλίππου, εκεί κατά Χαιρώνεια μεριά, η Κέα συνέβαλλε το κατά δύναμιν, αλλά, από το Διακόσια Εξήντα Εφτά, πριν απ τη χρονολογία μας, ξέπεσε σε ορμητήριο των πολεμικών επιχειρήσεων, αρχικά των Πτολεμαίων και στη συνέχεια, από το Διακόσια Τρία και δώθε, των Ρόδιων θαλασσοκρατόρων. Βλέπε πειρατών.

 

Το έτος Σαράντα Δύο ο Μάρκος Αντώνιος έκανε την Κέα δώρο στους Αθηναίους λες και ήταν κουραμπιέδες για την ονομαστική τους... 

  

 

Αιγαίο ανάδελφο 

Η δίτροχη απόγονος της Μπάρμπι βογκάει στον χωματόδρομο που θα μας πάει μέχρι το μοναστήρι της Καστριανής. Ας βογκάει, δουλειά της είναι! Ο δρόμος είναι όπως τότε: ακολουθεί τη βραχώδη ακτή, γεμάτος λακκούβες και σασπένς. Ευχόμαστε να μην γίνει ποτέ άσφαλτος γιατί θα πλακώνουν από το Λαύριο τα λεφούσια του σαββατοκύριακου με τα τετράτροχα παιχνίδια τους, θα γεμίσει μαγαζιά κι αναψυκτήρια και πάει η παρθενιά. Ε, και να χαθεί η παρθενιά τι έγινε; Το ζήτημα έγκειται στο ότι από κει και πέρα αρχίζει η εμπορική εκπόρνευση. 

  

Το μοναστήρι της Καστριανής φαίνεται άδειο. Ψυχή ζώσα! Μόνοι μας. Όμως καθαρό, περιποιημένο, με τα λουλουδικά του, με τα όλα του, και δομικώς ανέγγιχτο. Να μη θέλουμε να φύγουμε.

 

Προς ανατολάς φαίνεται κάτι από Κύθνο και προς Δυσμάς κάτι από Μακρόνησο. Συν κάποια ιστιοφόρα εδώ και κει να ευφραίνεται η ψυχή σου. Αξεπέραστο Αιγαίο! Τόσους ωκεανούς, πελάγη, ακτές, είδαν τα μάτια μας, όμως σαν το Αιγαίο δεν υπάρχει τίποτα, μα τίποτα, παρόμοιο στον πλανήτη.

 


  

Ανάδελφο Αιγαίο! Ίσως σε σένα να χρωστούν τη γέννηση και την ακμή τους αρχαίοι πολιτισμοί: ο μινωικός, ο μυκηναϊκός, ο αιγαιοπελαγίτικος, ο αθηναϊκός... Από σένα ίσως και να εμπνεύστηκαν τους δώδεκα θεούς, γιατί κανείς θεός από μόνος του δεν θα μπορούσε να συλλάβει και να δημιουργήσει κάτι σαν το Αιγαίο. Και να που τώρα οι νεοέλληνες βάλθηκαν να σε σκοτώσουν με πετρελαιοκηλίδες, με ρύπους, με μη ανακυκλώσιμα απόβλητα. Και κανείς θεός να μη θέλει να σε σώσει αφού δεν το θέλουν οι κάτοικοί σου. Όλα, και η Ιστορία, και η Φύση στο βωμό του κέρδους. Στ' όνομα της "ελεύθερης" οικονομίας. Της ελεύθερης για τους έχοντες. Για να μπορούν εσαεί να είναι έχοντες. 

  

Τέρμα η ηδονική μοναξιά μας. Δυο τζιπ κι ένα συμβατικό μπροστά στην πύλη του προσκυνήματος. Ένας παπάς με έξυπνο βλέμμα και μερικοί να ξεφορτώνουν ανθοδέσμες, βραδινές τουαλέτες και  κουστούμια μέσα σε νάιλον σακούλες. Γάμος στην Καστριανή το βράδυ. Στην Καστριανή που κατά περίσταση είναι και ξενώνας.

 

Κάποιος μπουνταλάς επιχειρεί να φιλήσει το χέρι του παπά κι εκείνος το τραβάει. Καιρό είχα να συμπαθήσω παπά. Αν ήταν αλλιώς οι περιστάσεις θα του 'πιανα κουβέντα.   

  

Θα διασχίσουμε το νησί μεσ' από τους ορεινούς χωματόδρομούς του που πάνε από Βορρά προς Νότο. Να δούμε αν και τι άλλαξε από τότε. Τ' ακουστικά στ' αφτιά μου ν' ακούω "Μικρές Κυκλάδες". Τα μπράτσα της Ισαβέλλας γύρω απ τη μέση μου για να επικοινωνούν οι ψυχές μας. Να επικυρώνουν τη μέθεξη. Γιατί αυτά δεν αξίζει και τόσο να τα νοιώθει κανείς μόνος του.  

  

Εδώ κι εκεί μια συστάδα ή κι ένα μεμονωμένο αγροτόσπιτο. "Καθοικιές" στη διάλεκτο της Τζιας. Γκρίζα γυμνή πέτρα πάνω στην πέτρα, χωρίς, εμφανές τουλάχιστον, συγκολλητικό υλικό, λάσπη ή σκυρόδεμα. Ξερολιθιά. Οι περισσότερες από τις καθοικιές είναι τωρινές κατασκευές, νεόκτιστες. Αλλά, πανέμορφες. Καμιά γκρίνια δε χωρά από μέρους μας για ξιπασιά ή νεοπλουτίστικη κακογουστιά. Η μόνη διαφορά ανάμεσα στη σημερινή ξερολιθιά και στην παραδοσιακή είναι ότι την παλιά την ασβεστώνανε. Δεν πειράζει, κι έτσι καλά είναι. Ακόμα και η παράδοση έχει την εξελικτική της πορεία.   

  

Ανέκδοτο ιστορικό σκαρίφημα 3 

Υδρούσα, Εύξαντις, Σείριη, Κέως, Τετράπολη, και Ζία, που παρεφθάρη σε Τζια, ήταν τα ονόματα, επίθετα και παρατσούκλια με τα οποία γράφτηκε η μακραίωνη Ιστορία του νησιού. 

  

Ζία ονομάστηκε από τους Φράγκους που την κατέλαβαν περί το Χίλια Διακόσια-κάτι όταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έπεσε στα χέρια των Ενετών. Έτσι είναι οι αυτοκρατορίες, παγκόσμιες ή περιφερειακές. Επιβάλλουν με τη φωτιά, το τσεκούρι και τις ναπάλμ τις "Παξ" τους και μετά σου λέει, 'ντάξει, καθαρίσαμε, δε θα μας κουνηθεί κανείς πλέον. Έλα όμως που κάποια άλλη Παξ Τάδε ανατέλλει και εν ευθέτω χρόνω ανακοινώνει, έτσι για τσαμπουκά, πως όποιοι της πάνε κόντρα είναι τρομοκράτες και... βουρ στον πατσά. Δηλαδή, το αποκλείεις μια μελλοντική Παξ ταλιμπάνα ή κινεζάνα; Ωχ! 

  

Το Χίλια Πεντακόσια Τριάντα Εφτά η Ζία, ακολουθώντας ως πλακάκι του ντόμινο την Άλωση της Πόλης, αλίσκεται κι αυτή από τους Οθωμανούς απεσταλμένους του Αλλάχ. Μπιρ Αλλάχ, σου λέει, και κάτω τα κεφάλια! Κομμένα ή άκοπα.  

  

Οι Τούρκοι, όχι μόνο δεν αρκέστηκαν στο χαράτσι που έκανε την οικονομία του νησιού να γονατίσει, παρά φώναξαν και τους ομόθρησκους καρντάσηδές τους, τους Αλβανούς, που δεν είχαν ακόμα τον Εμβέρ Χότζα, να βουτήξουν τα σπίτια των χριστιανών και να μείνουν αυτοί. Παξ τουρκάνα! 

  

  

Ο γύρος του νησιού 

Τι γύρος, δηλαδή, ένα σαφάρι οπτικών εντυπώσεων από την ορεινή ενδοχώρα κυρίως, μέσα από έναν δαίδαλο χωματόδρομων. Τα τζιτζίκια να μας κρατάν το ίσο κι εμείς να ξεσπάμε σ' ένα "Άξιον Εστί", κακοποιημένο πάντως από τα τραντάγματα στις λακκούβες. Να βλέπεις Αιγαίο από παντού και να μεθάς απ αυτό που θέλεις να είναι η Ελλάδα. Τα τμήματα της ασφάλτου ν' ανακουφίζουν την απόγονο της Μπάρμπι κι εμείς, ευκαιρία να ξαναβάλουμε το κλειδί του σολ εκεί που του πρέπει.  

  

Καρθαία. Η ωραιότερη, λένε, των τεσσάρων αρχαίων πόλεων της Τετράπολης. Σιωπηλά λείψανα ναών, του Απόλλωνα και της Αθηνάς, του αρχαίου θεάτρου και του υδραγωγείου. Ξανθό, ξερό χορτάρι με φόντο το Αιγαίο και την Κύθνο, η μουσική του ανέμου, τώρα, και τα τζιτζίκια να κρατούν το ίσο.  

  

Η συγκλονιστική εκκλησούλα της Αγίας Μαρίνας. Αρχιτεκτονικό επίτευγμα του απλού κτίστη. Δίπλα της να ορθώνονται τα υπόλοιπα ενός πέτρινου πύργου.


  

Κούνδουρος. Είπαμε να δροσίσουμε τα κορμιά μας σ' αυτόν τον ανεπανάληπτο όρμο με φόντο πίσω μας τις καθοικιές του σήμερα. Λίγο η ρύπανση με τη μορφή λευκοκίτρινων φυσαλίδων, λίγο κάποιο θρασύτατο, πιθανόν και αυθαίρετο, υπό ανέγερση κτίσμα, μας χάλασε. Πάμε γι άλλα. 

  

Ποίσσες. Μια θαυμάσια αμμουδιά και μια εξοργιστική πινακίδα: απαγορεύεται η είσοδος στα σκυλιά. Προφανώς εννοεί και μας που σεβόμαστε τη ζωή των σκυλιών περισσότερο από κείνη των εμπνευστών της απαγόρευσης. Ή θα μπούμε κηρύσσοντας πόλεμο, ως συνήθως, ή θα κάνουμε μεταβολή ηττημένοι χωρίς μάχη. Κάναμε μεταβολή ηττημένοι χωρίς μάχη.  Καιρός για την Ιουλίδα.

 


  

Ανέκδοτο ιστορικό σκαρίφημα 4 

Από τις αρχές του Δέκατου Όγδοου, πάντως, ο ακάματος ελληνισμός της Κέας έχει πάρει οικονομικά τα πάνω του και, να γαλέρες, να βελανίδια για ζωοτροφή και βυρσοδεψία, να μεταξωτά και γιδόμαλλο, να κριθάρι και κρασί, να μέλη και στελέχη για τη Φιλική Εταιρία και για τη λευτεριά, απ όλα!  

  

Ε, μετά την ίδρυση του Νεοελληνικού κράτους οι τύχες των Τζιωτών είναι κοινές με κείνες όλων εμάς των Νεοελλήνων.

 

Στις αρχές του Εικοστού, στη Τζια, εκτός του ότι γεννήθηκε η γιαγιά μου στην Ιουλίδα, άρχισε να λειτουργεί κι ένας υποσταθμός παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, καθώς κι ένα εργοστάσιο εμαγιέ, το πρώτο στο είδος του εν Ελλάδι.

 

Κι επίσης, για να φτιάξει την μπύρα του, ο φον Φιξ έφερνε ένα μεγάλο μέρος της απαιτούμενης ποσότητας κριθαριού από τη Τζια.

 

Όσο για τους αστακούς, που χωρίς αυτούς δεν γίνεται η αστακομακαρονάδα, νομίζω πως η Τζια δεν έχει επάρκεια και, άρα, τους εισάγει κατεψυγμένους. 

  

ΙΟΥΛΙΣ 

Χυμένη στα πρανή του βόρειου ορεινού όγκου του νησιού, στο σχήμα που υπαγορεύει το γήινο ανάγλυφο. Λευκή κι επιρρεπείς στα παιχνίδια των φωτοσκιάσεων από Ανατολή σε Δύση. Η Ιουλίδα! Σεμνή, χωρίς φανταχτερά φτιασίδια για την ώρα. Άμωμη σχεδόν. Σαν ανέγγιχτη από τη λαίλαπα της κερδοσκοπίας. Σταθμεύουμε στις κάτω παρυφές της. Απαγορεύεται να την διασχίσουν τροχοφόρα, εκτός εκείνων της τροφοδοσίας. Καλώς! Τραβάμε την ανηφόρα. Ζέστη! Ας είναι. Οπλίζω τη μηχανή. 

  

Στενά, κλιμακωτά πλακόστρωτα καλντερίμια, φαγωμένα απ τα νερά των βροχών κι από τα βήματα ανθρώπων και υποζυγίων. Στεγάδια να συγκρατούν, και να συγκροτούν μαζί με τα κτίσματα, το ύφος της άλλοτε αυθόρμητης αρχιτεκτονικής των απλών μαστόρων. Εκκλησιές. Όσο πιο παλιές, τόσο πιο απέριττες κι ωραίες. Ανθισμένες γλάστρες και μερικά κατάλοιπα τοιχοποιίας άλλων εποχών.

 

Αναζητώ κάποιο τσεμπέρι, κάποια γκλίτσα, κάποια τραγιάσκα για ν' αναστήσω κάτι απ το χτες μέσα σ' αυτή τη σκηνογραφία. Μπα, δε βαριέσαι! Γιατί ν' αναστήσω ένα "χτες" που δεν υπάρχει; Η Ιουλίδα είναι ωραία κι έτσι.

 


  

Την ανηφορήσαμε όλη. Μας κόπηκαν τα πόδια. Ε, και; Γι αυτό δεν ήρθαμε; Θα την κατηφορίσουμε, θα την διατρέξουμε οριζοντίως και καθέτως πολλές φορές ακόμα και κάτω απ' όλες τις θέσεις του ήλιου. Και ξανά πάλι κατά πάνω. Και το βράδυ, επίσης. Ταβέρνες, μαγαζιά, μπαράκια κι ελάχιστα νοικιαζόμενα δωμάτια.

 


  

Πετύχαμε τον καλύτερο περιστεριώνα. Μια βίγλα, ψηλά. Ν' ανοίξουμε το πρωί το παράθυρο, ν' ανασάνουμε νησιώτικη Ελλάδα, με όση ομορφιά της έχει μείνει, και να της πούμε καλημέρα.

 


 

Για περισσότερες φωτογραφίες από την Τζιά: Φωτογραφίες Ταξιδιών | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν