ΒΟΛΙΒΙΑ 5 - ΣΤΟ ΑΛΤΙΠΛΑΝΟ ΤΩΝ ΧΡΩΜΑΤΩΝ

Front Picture: 

«Λαγκούνα Βέρντε», η «πράσινη λίμνη». Ένα υδάτινο λιβάδι ριγμένο στα πόδια του σχεδόν τέλειου κώνου του ηφαιστείου Λικακαμπούρ. Κάπου εδώ ακουμπάμε τον απώτατο νότο της Βολιβίας, μια πετριά από τη Χιλή. Μόνοι εμείς και η σιωπή του αλτιπλάνο.

 

Της Ισαβέλλας Μπερτράν 

Από τις απομαγνητοφωνημένες σημειώσεις του ταξιδιού, Αύγουστος-Σεπτέμβρης 2010 

 


Προηγούνται:

ΒΟΛΙΒΙΑ 1 - ΑΠΟ ΤΗ ΛΑ ΠΑΖ ΣΤΗΝ ΤΙΤΙΚΑΚΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

ΒΟΛΙΒΙΑ 2 - ΔΙΑΠΛΕΟΝΤΑΣ ΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΑΜΑΖΟΝΙΑΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

ΒΟΛΙΒΙΑ 3 - ΣΑΧΑΜΑ, ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΗΦΑΙΣΤΕΙΟΥ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

ΒΟΛΙΒΙΑ 4 - ΣΑΛΑΡ ΝΤΕ ΟΥΓΙΟΥΝΙ, ΟΙ ΝΑΥΑΓΟΙ ΤΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

 

Η μέρα ξεκινάει μ’ ένα χορταστικό πρωινό  στο «αλατο-ξενοδοχείο» του Σαν Χουαν ντε Ροζάριο, πλην όμως νερό γιοκ. Παροχή κομμένη. Και άρα κομμένο, εννοείται, και το καζανάκι της μοναδικής κοινόχρηστης τουαλέτας. Ήτοι η όποια «κατάθεση» των προσωπικών μας αναγκών θα πρέπει αναγκαστικά να λάβει χώρα έξω. Δε βαριέσαι! Μαθημένη η παρέα από χωράφι. Αλ κάμπο κομπανιέρος, αλ κάμπο!

 

Έχουμε μπει στο τζιπ και τραβάμε κατ’ ευθείαν νότια, κατά μήκος των συνόρων με τη Χιλή. Το σημείο ελέγχου πριν πάρουμε το δρόμο για το Σουρ Λίπεζ και το Εθνικό Πάρκο Εντουάρντο Αβαρόα (σαν να λέμε δηλαδή για τη βολιβιάνικη προέκταση της Ατακάμα), έχει στηθεί σ’ ένα παλιό εργοτάξιο όπου διάφορα παροπλισμένα βαγόνια τρένου αποπνέουν ένα γουέστερν άρωμα άλλης εποχής. Σιγά μην αφήσουμε να μας ξεφύγει ένα τέτοιο σκηνικό!

Τα τοπία που περνάμε είναι απερίγραπτα. Σχεδόν αλλόκοσμα. Μια περιοχή με πανύψηλα βουνά και ηφαίστεια, μεταξύ των οποίων το Ολλάνγκουε, το Τομασαμίλ και το Κακέλια ακουμπάνε, παρά κάτι, τα έξι χιλιάδες μέτρα. Εδώ οι Άνδεις βάφονται σε όλες τις έντονες γήινες αποχρώσεις που περιλαμβάνει η χρωματική παλέτα. Ώχρα, γκρι, σκουριά, καφέ, ακόμα και πράσινο, ενώ τα πάντα στεφανώνονται από το πιο εκτυφλωτικό βαθύ γαλάζιο που έχουν αντικρίσει τα μάτια μου.

 


Το μπαλέτο των φλαμίνγκος

 

Διατρέχουμε το λεγόμενο «Καμίνο ντε λας Χόγιας», ή αλλιώς ελληνιστί τον «Δρόμο των Κοσμημάτων».

 

Ως «κοσμήματα» του εν λόγω δρόμου νοούνται οι αλτιπλανικές «λαγκούνας», ήτοι μια σειρά από αλκαλικές λίμνες με διαφορετική απόχρωση η κάθε μία, ανάλογα  με το ποια μεταλλεύματα, ορυκτά και λοιπά πετρώματα συνθέτουν τον εκάστοτε βυθό καθώς και ποια είδη φυκιών αναπτύσσονται μέσα στο νερό.


Μα αν οι λίμνες αυτές συνθέτουν πράγματι ένα περιδέραιο σπάνιας ομορφιάς κρεμασμένο στο λαιμό των Άνδεων,  η λάμψη που εκπέμπουν δεν προέρχεται μονάχα από τον καθρέφτη των νερών τους αλλά ακόμα περισσότερο από τις ροζ ανταύγειες με τις οποίες βάφεται η επιφάνειά τους καθώς αντανακλάται σ’ αυτήν ο πλέον αναπάντεχος φτερωτός πληθυσμός.

 

Φλαμίνγκος! Σε υψόμετρο μεγαλύτερο των τεσσάρων χιλιάδων μέτρων και σε νυχτερινές θερμοκρασίες υπό το μηδέν!

 

Πρόκειται για είδος της οικογένειας των φοινικόπτερων που απαντάται αποκλειστικά στις Άνδεις, προσαρμοσμένο στο ακραίο κρύο του Αλτιπλάνο. Ξαδέρφια των γνωστών φλαμίνγκος που καλύπτουν μ’ ένα τριανταφυλλί πέπλο τις λίμνες του μεγάλου αφρικανικού ρήγματος, μοιράζονται μαζί τους την ροπή προς τον κλιματολογικό εξτρεμισμό – παγωνιά τα μεν, αποπνικτική ζέστη τα δε – αλλά και τη ίδια βουλιμία για οργανισμούς που αναπτύσσονται σε αλκαλικό περιβάλλον.

 


- Το ξέρετε ότι τα φλαμίνγκος χρωστάνε το χρώμα τους αποκλειστικά στη διατροφή τους; πετάει ο Σέζαρ ενώ κολατσίζουμε καθισμένοι στις όχθες της Λαγκούνα Εντόντια ή αλλιώς «οσμηρή λίμνη», που δικαίως ονομάζεται έτσι καθώς αναδίδεται πράγματι μια έντονη μυρουδιά από θειάφι.

- Δηλαδή; Τι εννοείς;

- Εννοώ ότι τα κλωσσόπουλα γεννιούνται λευκά. Το ροζ χρώμα το αποκτάνε σταδιακά, μέχρι να γίνουν δυο-τριών ετών, από τις χρωστικές ουσίες των καρκινοειδών και των φυκιών που χλαπακιάζουν ανελλιπώς.

Για φαντάσου!


Λαγκούνα Κολοράντα

 

Συνεχίζουμε τη διάσχιση του Αλτιπλάνο, και με τη μύτη κολλημένη στο τζάμι ρουφάμε και πάλι άπληστα το τοπίο. Λες για να εναρμονιστούν με το αέρινο μπαλέτο των φλαμίνγκος που προηγήθηκε, τα βουνά εδώ έχουν απεκδυθεί τα έντονα χρώματα και παρελαύνουν μπροστά μας σε μια πανδαισία παστέλ αποχρώσεων. Ροζ, σομόν, ροδακινί, βερικοκί…

Μέσα στο τζιπ επικρατεί η πιο απόλυτη σιωπή. Ο καθένας ζει μία απ’ αυτές τις ακριβές στιγμές εσωτερικής πληρότητας, όταν ακόμα κι ο χρόνος μοιάζει να αιωρείται ασάλευτος χαρίζοντας για λίγο μια ψευδαίσθηση αιωνιότητας.  

 

Τι ήταν να πω;

 

Να που η μηχανή του αυτοκινήτου αρχίζει να ρετάρει και να ανεβάζει θερμοκρασία!

 

Τι έγινε πάλι;


Αυτό που έγινε είναι ότι ο Βαγγέλης είναι έτοιμος να καρυδώσει τον Κρίστιαν.

 

Κι αν – γενικά μιλώντας -  ο φίλος μας είναι αναμφίβολα επιρρεπής στην γκρίνια για το παραμικρό, στη συγκεκριμένη περίπτωση ακόμα κι ο Βούδας μάλλον θα’ βγαινε από την αταραξία του. 

 

Εξηγούμαι: χρυσή καρδιά και καλών προθέσεων ο οδηγός μας, αλλά και ανίατης ελαφρομυαλιάς.

Το πάθημα με το άδειο ψυγείο που, ελλείψει νερού, πήραμε το ρίσκο να γεμίσουμε με λάδι φαγητού προκειμένου να διασωθούμε από το ναυάγιο στο Σαλάρ (βλέπε ΒΟΛΙΒΙΑ 4 - ΣΑΛΑΡ ΝΤΕ ΟΥΓΙΟΥΝΙ, ΟΙ ΝΑΥΑΓΟΙ ΤΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν), όχι μόνο δεν του έγινε μάθημα, παρά συνεχίζει να προκαλεί την τύχη του και τη δικιά μας μαζί.

 

Ενώ λοιπόν πριν δυο μέρες διανυκτερεύσαμε επί τούτου στην πόλη του Ουγιούνι προκειμένου ο Κρίστιαν να βρει το χρόνο να πάει το αυτοκίνητο στο συνεργείο, να καθαρίσει το σύστημα ψύξης από τα λάδια και να γεμίσει το ψυγείο με νερό, δεν έκανε απολύτως τίποτε.  Ακόμα χειρότερα, ούτε καν μπήκε στον κόπο να προμηθευτεί έστω μ’ ένα μπιντόνι νερό εφεδρεία για παν ενδεχόμενο. Έτσι, βρισκόμαστε για μια ακόμη φορά παγιδευμένοι στη μέση του πουθενά, με άδειο ψυγείο. Ε, είναι να μη σιχτιρίζεις!

 

Ευτυχώς,  αυτή τη φορά τουλάχιστον, η ζημιά έτυχε πάνω σε, ας πούμε, «σημείο περάσματος» της ερημιάς, κι έτσι υπάρχει ελπίδα να εμφανιστεί βοήθεια.

 

Πράγματι μετά από καμιά ώρα σκάει μύτη ένα αγροτικό με οδηγό σαφώς πιο μυαλωμένο από τον δικό μας αφού εκείνος είχε τη στοιχειώδη προνοητικότητα να κουβαλάει μαζί του ένα δεκάλιτρο μπιντόνι με νερό καβάτζα, κι έτσι μας βγάζει από το αδιέξοδο. Να ’ναι καλά ο άνθρωπος! 

Η έρημος του Σιλολί με τους βράχινους σχηματισμούς της και το ονομαστό Arbol de Piedra (Πέτρινο Δέντρο) σύντομα μας αποζημιώνουν για την προηγούμενη ταλαιπωρία, πλην όμως άλλο τόσο σύντομα εμφανίζεται το επόμενο πρόβλημα. Κάπου φαίνεται πως χτύπησε η εξάτμιση και ξεκόλλησε… Άντε πάλι! Ο Κριστιάν χώνεται κάτω από τα αυτοκίνητο και την πιάνει πρόχειρα μ’ ένα σύρμα. Νο προμπλέμα, λέει, όλα καλά. Πολύ θα ‘θελα να τον πιστέψω, να πω όμως ότι νοιώθω εμπιστοσύνη, ψέματα θα είναι… 

 

Με τα πολλά, προσεγγίζουμε τέλος πάντων σ’ αυτό που θεωρείται, και δικαίως, ως ο κολοφώνας της σημερινής διαδρομής: τη «Λαγκούνα Κολοράντα».

 

Η αποκαλούμενη «Χρωματιστή Λίμνη», πολλαπλάσια σε εμβαδόν σε σχέση με τις προηγούμενες λαγκούνας, χρωστάει την ονομασία της στις ανταύγειες σκουριάς που εμφανίζει κατά τόπους στην επιφάνειά της σαν αποτέλεσμα των ιζηματικών αποθέσεων του βυθού αλλά και της αποσύνθεσης κάποιου ενδημικού είδους φυκιών.

 

Στη νέα κλίμακα μεγεθών, τα φλαμίνγκος δεν αποτελούν παρά ασήμαντες ροζ κουκίδες στην επιφάνεια της λίμνης.

 

Εδώ κυριαρχεί ο ιμπρεσιονισμός των καμπύλων και του φωτός, οι καλυμμένες με διφθοριούχο νάτριο λευκές όχθες και νησίδες και οι χρωματικές διακυμάνσεις των νερών στις ακτίνες του δειλινού.

 

 

Θα διανυκτερεύσουμε στο χωριό δίπλα στην Κολοράντα, στο μοναδικό διαθέσιμο κατάλυμα, έναν κοιτώνα με έξι-εφτά κρεβάτια εν είδη στρατώνα. Πέρα απ’ αυτά, ούτε καρφί στον τοίχο να κρεμάσεις έστω ένα πουκάμισο. Και τι να το κάνουμε άλλωστε, σιγά μην γδυθούμε με τέτοιο κρύο! Μετά το φαγητό, χωνόμαστε κάτω από τις κουβέρτες όπως είμαστε, με όλα μας τα ρούχα, και βυθιζόμαστε σχεδόν ακαριαία σ’ έναν ύπνο πιο βαθύ κι από την Τάφρο των Μαριανών.  Το πρωί όταν ξυπνάμε η θερμοκρασία μέσα στο δωμάτιο έχει κατρακυλήσει κάτω από το μηδέν όπως πιστοποιεί πέρα από κάθε αμφιβολία ο πάγος στα μπουκάλια νερού …

 

Τα καζάνια της κολάσεως

 

Πενήντα χιλιόμετρα μας χωρίζουν από τον πρώτο σημερινό μας στόχο που φέρει το άκρως ποιητικό τοπωνύμιο «Σολ ντε Μανιάνα» (Πρωϊνός Ήλιος).

 

Πολλά δεν τα λες, αρκετά παρ’ όλα αυτά για να προλάβει να σημειωθεί η επιούσα βλάβη ένα χιλιόμετρο πριν την προγραμματισμένη στάση: Νέο ξεκόλλημα της εξάτμισης, σε διαφορετικό πάντως σημείο από το χθεσινό.

- Νο προμπλέμα! Νο προμπλέμα! Μην ανησυχείτε, θα το φτιάξω!

 

Αφήνουμε τον Κρίστιαν να παλεύει να γιατρέψει την εξάτμιση με τα συρματάκια του, υπό την εποπτεία του Βαγγέλη που κατεβάζει τα συνήθη καντήλια του, και προχωράμε με τα πόδια προς το φανερό αντικείμενο του πόθου μας, το γεωθερμικό πεδίο με την προαναφερθείσα ποιητική ονομασία.

 

Εδώ είμαστε! Μια γη σπαρμένη με δεκάδες μικρούς και μεγαλύτερους κρατήρες.

 


Kαζάνια της Κόλασης όπου μέσα τους βράζουν, σφυρίζουν και ξεφυσούν δαιμονικά μείγματα όλων των χρωμάτων.

 


Αλλού σκάζοντας στην επιφάνεια σε τεράστιες μπουρμπουλήθρες, κι αλλού εκτοξεύοντας πίδακες και θανατηφόρους ατμούς.


Η Πατσαμάμα βρυχάται, χαρίζοντας στις ερημιές του αλτιπλάνο το τρομακτικό υπερθέαμα του θυμού της.   

 

Κι εμείς, οι ελάχιστοι και ταπεινοί, πλην τόσο προνομιούχοι, βρισκόμαστε εδώ, θαυμάζοντας και καταγράφοντας.

 

Κι εκεί που χοροπηδάμε σαν διάβολοι γύρω από τα καζάνια, να’ σου σε λίγο σκάει μύτη και ο Κριστιάν με το τζιπ, με επισκευασμένη (λέμε τώρα!) την εξάτμιση.

Άντε να δούμε τι άλλο θα δούμε!



 

Τοπία του ονείρου που διαδέχονται λίμνες.

 

Λίμνες που διαδέχονται άλλα τοπία του ονείρου.

 

Απογείωση των αισθήσεων και των παραισθήσεων.


«Λαγκούνα μπλάνκα», γνωστή και ως «λαγκούνα σαλάντα», δηλαδή «λευκή λίμνη» ή «αλμυρή λίμνη».

 

 

 


«Ντεζιέρτο ντε Ντάλι», ήτοι «έρημος του Νταλί», βγαλμένη θαρρείς από τους πίνακες του γνωστού σουρεαλιστή ζωγράφου, εξ ου και η ονομασία της.

 

«Λαγκούνα Βέρντε», η «πράσινη λίμνη». Ένα υδάτινο λιβάδι ριγμένο στα πόδια του σχεδόν τέλειου κώνου του ηφαιστείου Λικακαμπούρ. Κάπου εδώ ακουμπάμε τον απώτατο νότο της Βολιβίας, μια πετριά από τη Χιλή.

 


 

"Άγκουας τερμάλες" ή αλλιώς «θερμά λουτρά» για μια ιαματική βουτιά στα σπλάχνα του αλτιπλάνο.

 


«Λαγκούνα Σελέστε», ήτοι «ουράνια λαγκούνα». Σ’ ένα υψόμετρο όπου για μας τους «εισαγόμενους» το ίδιο το απλό γεγονός της αναπνοής απαιτεί προσπάθεια ακόμα και εν ακινησία, οι ιθαγενείς πληθυσμοί εξορύσσουν αλάτι αγνοώντας μάλλον τον άθλο προσαρμογής που έχουν επιτελέσει για λογαριασμό του δίποδου είδους μας.


 

Τα χωριά της απομόνωσης

 

Διανυκτερεύσαμε στο Κετένα Τσίκο.

 

Με νυχτερινή θερμοκρασία μέσα στον κοιτώνα υπό το μηδέν και πάλι.  

 

Ας μην το μεγαλοποιούμε όμως, ντάξει;

 

Απλοί περαστικοί είμαστε στο κάτω κάτω από τούτα τα μέρη.

 

Κάποιοι άλλοι άνθρωποι ωστόσο μένουν μόνιμα εδώ, σ’ αυτές τις ακραία σκληρές συνθήκες και δεν το κάνουν δα και θέμα.

 

 

 

 

Μακριά η διάσχιση σήμερα.

 

Χωρίς κορυφαία φυσικά αξιοθέατα να τεμαχίζουν τη διαδρομή σε μια σειρά από προκαθορισμένες στάσεις.

 

Χωρίς εμφανή σημάδια να καθοδηγούν την πορεία μας.

 

Μόνοι εμείς και η σιωπή του αλτιπλάνο.

Αντιμέτωποι με τον εαυτό μας και το αχανές του κενού.

 

 

 

 

Λες για να μετρήσουμε καλύτερα το μέγεθος της απομόνωσης των λιγοστών χωριών όπου στεκόμαστε να ξαποστάσουμε και να συμφιλιωθούμε με τον κόσμο των ανθρώπων.

 

 

 

Σαν Αντώνιο.

 

 

Σαν Πάμπλο.

 

 


Από τον ένα άγιο στον άλλο. Κι ανάμεσα τους το τίποτε. Ώσπου…

 

Επιστροφή στον κόσμο των ανθρώπων

 

Στην Τουπίζα φτάνουμε νύχτα και κατάκοποι. Καταλύουμε σ’ ένα συμπαθητικό οσπεντάχε, ρίχνουμε το πρώτο μας ολόσωμο πλύσιμο με τρεχούμενο νερό μετά από πέντε μέρες και βγαίνουμε στο καπάκι για βραδινό στην απέναντι «σουβλακερί». Επιστροφή στον πολιτισμό…

 

Και όμως αυτή ακριβώς η επανασύνδεση με τις όποιες ανέσεις γεννάει μάλλον αντιφατικά συναισθήματα.

 

Με κυρίαρχη τη μελαγχολία. Σαν κάτι να τελείωσε ανεπιστρεπτί.

 

Πρακτικά, μέχρι την τελευταία μέρα του ταξιδιού στην Λα Παζ, δεν πρόκειται στιγμή να εγκαταλείψουμε το Αλτιπλάνο, ωστόσο την ίδια στιγμή νοιώθουμε σαν να το αποχαιρετάμε απόψε εδώ στην Τουπίζα.

 

Σαν να λέμε οριστικά αντίο στην αρχέγονη όψη του, την σχεδόν άδεια από ανθρώπους απεραντοσύνη,  τα επιβλητικά τοπία, την ανέγγιχτη Φύση. 

 

Ή μήπως όχι ακόμα; 

 

Με άρωμα Σερτζιο Λεόνε

 

Η περιοχή γύρω από την Τουπίζα είναι διάσπαρτη απ’ αυτό που οι ντόπιοι αποκαλούν «κεμπράντας». Κεμπράντα ντε Παλμίρα, Κεμπράδα Σέκα, Κεμπράντα ντε Παλάλα…

 

Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα από κάνυον που τεμαχίζουν τα πέριξ βουνά συνθέτοντας σκηνικά, λες βγαλμένα κατ’ ευθείαν από  τις ταινίες του Σέρτζιο Λεόνε. «Κάποτε στη Δύση»!

 


Φλοίδες γιγαντιαίων κάθετων βράχων στο χρώμα του σάπιου μήλου

 


Κάκτοι όλων των μεγεθών

 


 

Αλλόκοτα γλυπτά της Φύσης

 


 

Ποτάμια για να ρεμβάζεις

 


 

Και βεβαίως άλογα με αναβάτες.

  

Τελευταίο δώρο για σήμερα,  η θέα από το Ελ Σίλαρ πάνω στην κορντιλιέρα λίγο πριν δύσει ο ήλιος. 


Τα φαράγγια της Τουπίζα κερδίζουν επάξια τη θέση τους στο πάνθεον της αλτιπλανικής τραχιάς ομορφιάς.

 

Κι ένα γκράσιας από μας γι αυτήν την γουέστερν μετάβαση στον κόσμο των ανθρώπων!

 


 

Για περισσότερες φωτογραφίες από τη Βολιβία: Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα...

Διαβάστε επίσης:

ΒΟΛΙΒΙΑ 1 - ΑΠΟ ΤΗ ΛΑ ΠΑΖ ΣΤΗΝ ΤΙΤΙΚΑΚΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

ΒΟΛΙΒΙΑ 2 - ΔΙΑΠΛΕΟΝΤΑΣ ΤΑ ΠΟΤΑΜΙΑ ΤΗΣ ΑΜΑΖΟΝΙΑΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

ΒΟΛΙΒΙΑ 3 - ΑΛΤΙΠΛΑΝΟ, ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΗΦΑΙΣΤΕΙΟΥ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

ΒΟΛΙΒΙΑ 4 - ΣΑΛΑΡ ΝΤΕ ΟΥΓΙΟΥΝΙ, ΟΙ ΝΑΥΑΓΟΙ ΤΟΥ ΑΛΑΤΙΟΥ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

Στο μέλλον θα ακολουθήσουν και άλλα άρθρα για τη Βολιβία:   

Βολιβία 6 – Ποτοσί, μετά την απεργία  

Βολιβία 7 – Σούκρε, σε λευκό φόντο