ΑΙΓΥΠΤΟΣ 3 - ΟΤΑΝ ΤΑ ΙΕΡΟΓΛΥΦΙΚΑ ΑΡΧΙΣΑΝ ΝΑ ΜΙΛΟΥΝ

Front Picture: 

Όταν ξεκίναγε η ναπολεόντεια εκστρατεία κατά της Αιγύπτου στην εκπνοή του 18ου αιώνα, κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι ο πόλεμος αυτός θα οδηγούσε τυχαία στην πολυτιμότερη ανακάλυψη στην ιστορία της αποκρυπτογράφησης των ιερογλυφικών.

 

Κείμενο: Ισαβέλλα Μπερτράν

Φωτό: Κώστας Ζυρίνης - Ισαβέλλα Μπερτράν

 


http://www.africansafarico.com/wp-content/uploads/2011/12/Egypt.jpg

 

Έτος 1799. Στο κάστρο Ρασίντ, εφτά χιλιόμετρα από την Ροζέτα, στο Δέλτα του Νείλου, ο γαλλικός στρατός σκάβει χαρακώματα, όταν η σκαπάνη κάποιου φαντάρου προσκρούει σε μία στήλη από μαύρο βασάλτη. Πρόκειται για την περίφημη τρίγλωσση "στήλη της Ροζέτας".

 

Η μία από τις επιγραφές είναι στα αρχαία ελληνικά και αφορά σ’ένα διάταγμα της γενικής συνόδου των Αιγύπτιων ιερέων που έλαβε χώρα στη Μέμφιδα, την 27 Μαρτίου 196 π.χ., προς τιμή του βασιλέα Πτολεμαίου του 5ου. Στο τέλος του κειμένου, εντέλλεται η δημοσίευση του διατάγματος, γεγονός που υποδηλώνει ότι η ελληνική επιγραφή αποτελεί μετάφραση των δύο άλλων κειμένων της στήλης.

 

Πράγματι, σύμφωνα με τις συνήθειες της πτολεμαϊκής εποχής, τα διατάγματα δημοσιεύονταν τότε σε τρεις γλώσσες: Στα αρχαία αιγυπτικά, γλώσσα από καιρό νεκρή, αλλά διατηρητέα για λόγους παράδοσης και ιερότητας των ιερογλυφικών συμβόλων, στα “νεοαιγυπτικά”, δηλαδή στη δημοτική γλώσσα της εποχής, και τέλος στα αρχαία ελληνικά, γλώσσα της ελληνιστικής διοίκησης της χώρας.

 

Εύρηκα! αναφωνούν οι απανταχού αιγυπτιολόγοι που γεμάτοι αισιοδοξία πιστεύουν ότι με την στήλη της Ροζέτας ανά χείρας, η άλυτη σπαζοκεφαλιά αιώνων, δηλαδή η αποκρυπτογράφηση των ιερογλυφικών, είναι ζήτημα λίγων μηνών. Τα πράγματα όμως θ’ αποδειχτούν πολύ πιο πολύπλοκα. 

 

Αρχικά, η στήλη μεταφέρεται στο Κάιρο. Εκεί γίνονται αντίγραφα που στέλνονται στη Γαλλία.


Το 1801, οι Άγγλοι αποβιβάζονται στην Αίγυπτο, κι ο γαλλικός στρατός υποχρεώνεται σε συνθηκολόγηση, οι όροι της οποίας προβλέπουν, μεταξύ άλλων, την παράδοση όλων των ληστευθέντων από τους Γάλλους αιγυπτιακών αρχαιοτήτων. Όχι βεβαίως για να επιστραφούν στους Αιγύπτιους, αλλά για να πάρουν την άγουσα προς το Λονδίνο. Έτσι, η στήλη της Ροζέτας καταλήγει το 1802 στο παγκόσμιο κέντρο συλλογής κλεμμένων αρχαιοτήτων, το γνωστό μας Βρετανικό Μουσείο.

 

Στις πρώτες απόπειρες αποκρυπτογράφησης, ο διάσημος Γάλλος ασιανολόγος Sylvestre de Sacy και ο Σουηδός αρχαιολόγος David Akerblad καταφέρνουν ν’ απομονώσουν  μέσα στο αιγυπτιακό δημοτικό κείμενο ορισμένες ομάδες συμβόλων που αντιστοιχούν σε ονόματα με συχνή εμφάνιση στο αρχαιοελληνικό κείμενο, όπως Πτολεμαίος, Αλέξανδρος, Αρσινόη κλπ. Η συνέχεια της προσπάθειας όμως  αποβαίνει ουσιαστικά άκαρπη, κι έτσι η στήλη της Ροζέτας πέφτει για χρόνια στη λήθη. Ωσπου…

 

Το 1814, όπως κάθε χρόνο, ο Άγγλος φυσικός και γιατρός Τhomas Young μεταβαίνει στην εξοχή για παραθερισμό και άσκηση των χόμπυ του. Ένα απ’ αυτά είναι οι αρχαίες γλώσσες και τα χειρόγραφα.

 

Έτσι αποφασίζει να γεμίσει τις διακοπές του εντρυφώντας πάνω σ’ ένα αντίγραφο των επιγραφών της στήλης της Ροζέτας.

 

Όπως οι προηγούμενοι ερευνητές, ξεκινάει απομονώνοντας ορισμένες λέξεις του ελληνικού κείμενου μέσα στο αντίστοιχο αιγυπτιακό δημοτικό κείμενο. Πάει όμως παραπέρα επιχειρώντας το ίδιο και μέσα στο ιερογλυφικό κείμενο.

 

Το πρόβλημα με τον Young είναι ότι δεν διαθέτει τις απαραίτητες ειδικές γνώσεις στον τομέα των ανατολικών γλωσσών, κι έτσι αναγκαστικά περιορίζεται σε μία καθαρά δομική σύγκριση των κειμένων. Αυτό που κυρίως τον καθοδηγεί είναι το μαθηματικό του ένστικτο, χάρη στο οποίο φτάνει, ωστόσο, σε αξιοσημείωτα αποτελέσματα:

 

Κατ’ αρχήν, o Young παρατηρεί ότι οι ομάδες συμβόλων που απομονώθηκαν στο δημοτικό κείμενο μοιάζουν εντυπωσιακά με τις αντίστοιχες ομάδες συμβόλων του ιερογλυφικού κειμένου, και συμπεραίνει (ορθά) ότι πρόκειται για παράγωγά τους.

 

Δεύτερο, εφόσον έχει πλέον εντοπίσει μεμονωμένες ομάδες συμβόλων μέσα στο ιερογλυφικό κείμενο που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες λέξεις του ελληνικού κειμένου, ο Young είναι σε θέση να τις μεταφράσει, έστω κι αν δεν γνωρίζει τη σημασία του κάθε επιμέρους ιερογλυφικού μέσα στις ομάδες, και δεν μπορεί βεβαίως να τις προφέρει φωνητικά.

 

Στη συνέχεια, καταπιάνεται με την ομάδα ιερογλυφικών συμβόλων που αντιστοιχεί στο όνομα “Πτολεμαίος” του ελληνικού κειμένου, και που εμφανίζεται “περιφραγμένη” μέσα σε μια ελλειψοειδή “κάψουλα” (σύμβολο που περιβάλλει, όπως πλέον γνωρίζουμε, τα ονόματα των φαραώ).

 

Μελετώντας τα ιερογλυφικά που απαρτίζουν το “Πτολεμαίος”, ο Young προχωράει στη μεγάλη ανατροπή. Σε αντίθεση με τη μέχρι τότε κυρίαρχη πεποίθηση, σύμφωνα με την οποία τα αρχαία αιγυπτικά σύμβολα αποτελούν ιδεογράμματα και μόνο, ο Young προτάσσει την άποψη ότι έχουν και φωνητική αξία.

 

Ξεκινώντας από την υπόθεση ότι εφόσον πρόκειται για όνομα, το “Πτολεμαίος” προφερόταν με τον ίδιο τρόπο και στα αρχαία αιγυπτιακά, προχωράει στην ερμηνεία των επιμέρους ιερογλυφικών ως εξής :

 

1 = π, 2 = τ, 3 = δεν σημαίνει τίποτε (sic!),

 

4 = ολε, 5 = μα, 6 = ι, 7 = ος

 

Ο Young έχει πέσει πολύ κοντά (όπως θ’ αποδειχτεί στη συνέχεια) στην ορθή ανάγνωση του αρχαιοαιγυπτιακού “Πτολμίς”. Εκεί όμως όπου όλα δείχνουν ότι η υπόθεση της αποκρυπτογράφησης έχει πάρει φόρα, ο Young σύντομα προδίδεται από την ανεπάρκεια των γλωσσολογικών του γνώσεων και η προσπάθειά του τελματώνει.

 

Στο μεταξύ, από την άλλη μεριά της Μάγχης, ένας νεαρός Γάλλος, που ακούει στο όνομα Jean-Francois Champollion, έχει σκύψει κι αυτός πάνω στις αινιγματικές επιγραφές της στήλης της Ροζέτας, στη δική του προσπάθεια να δώσει καταλυπτή φωνή στα ιερά σύμβολα των αρχαίων Αιγυπτίων.

 

Γεννημένος στα χρόνια της γαλλικής επανάστασης, ο Champollion έχει δώσει από πολύ μικρή ηλικία τα σημάδια της ιδιαίτερης κλίσης του προς την αιγυπτιολογία αλλά και τις ανατολικές γλώσσες. Στα δεκάεξι του γνωρίζει ήδη την εβραϊκή, τη χαλδαϊκή, τη συριακή, την περσική, την αραβική, την σανσκριτική και την ελληνική!

 

Σ’ αυτό το εντυπωσιακό οπλοστάσιο, προσθέτει και τη μελέτη της κοπτικής που πιστεύει (ορθά, όπως θ’ αποδειχθεί) ότι αποτελεί το κλειδί για την αποτελεσματική προσέγγιση της αρχαίας αιγυπτιακής και των ιερογλυφικών.

 

Είναι μόλις δεκαοκτώ χρόνων όταν παρουσιάζει τη θεωρία του για την αιγυπτιακή γλώσσα, τεκμηριώνοντας ότι δεν υπάρχουν δύο αλλά τρεις αιγυπτιακές γλώσσες.

 

Εκτός από την αρχαία (ιερογλυφική) και τη δημοτική, αναδεικνύει την αποκαλούμενη “ιερατική” γραφή που, σύμφωνα με τη θεωρία του, αποτελεί παραφθορά των ιερογλυφικών όταν συντελέστηκε το πέρασμα από την καθαρά “μνημιακή” γραφή πάνω σε πέτρα στη γραφή πάνω σε πάπυρο.

 

Τόσο η ιερατική όσο και η δημοτική αποτελούν ουσιαστικά στενογραφικές μορφές της ίδιας αφετηριακής γραφής, δηλαδή της ιερογλυφικής. Όλα αυτά διατυπώνονται από τον Champollion τέσσερα χρόνια πριν ο Young καταπιαστεί με τη σπαζοκεφαλιά της αποκρυπτογράφησης.

 

Το 1813, ο Champollion πραγματοποιεί την επόμενη σημαντική του ανακάλυψη.

 

Η κοπτική γλώσσα, την οποία μελετάει αδιάκοπα, διαθέτει έξι διαφορετικές καταλήξεις για τις έξι προσωπικές αντωνυμίες. Ο Champollion παρατηρεί ότι όπου αναφέρεται “αυτός” ή “αυτή” στο ελληνικό κείμενο, τότε εμφανίζεται ένα σύμβολο στο ιερογλυφικό κείμενο και το αντίστοιχο “στενογραφικό”  σύμβολο στο δημοτικό, που δεν είναι άλλο από το κοπτικό “f”.  To πρώτο ιερογλυφικό έχει φωνητικά μεταφραστεί!

 

Μετά όμως απ’ αυτό το ελπιδοφόρα ξεκίνημα, ο Γάλλος αποκρυπτογράφος πισωγυρίζει από μόνος του στην κυρίαρχη μέχρι τότε άποψη ότι τα ιερογλυφικά αποτελούν ιδεογράμματα και όχι φωνητικά σύμβολα. Μεσολαβεί η διεθνής κοινοποίηση των αποτελεσμάτων της προσπάθειας του Young, αλλά ο Champollion εγκλωβισμένος στη λογική των ιδεογραμμάτων δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί εκείνη τη στιγμή τη σημασία της ανακάλυψης του Άγγλου. Έπειτα από το σχετικό θόρυβο και καθώς ο Young αδυνατεί να στηρίξει παραπέρα τη θεωρία του,  η υπόθεση της αποκρυπτογράφησης της στήλης της Ροζέτας μοιάζει να μπαίνει ξανά στο συρτάρι.

 

Ο Champollion ωστόσο δουλεύει ακατάπαυστα.

 

Με μυρμηγκίσια υπομονή, μελετάει διάφορες δημοσιευμένες σε βιβλία ταφικές επιγραφές σε ιερογλυφική και ιερατική γραφή, και συγκρίνοντας σύμβολο προς σύμβολο τις δύο γραφές είναι σε θέση, στα μέσα του 1821, να μεταγράψει πλήρως ένα δημοτικό κείμενο στην ιερατική και στη συνέχεια στην ιερογλυφική γραφή. Κύριος του νέου αυτού όπλου, σκύβει και πάλι πάνω στην τρίγλωσση επιγραφή της στήλης της Ροζέττας.

 

Και τότε την ημέρα των γενεθλίων του, στις 23 Δεκέμβρη του ίδιου έτους, έρχεται η στιγμή της αποκάλυψης!

 

Κάτω από το φως μιας ξαφνικής έμπνευσης, ο Champollion συνειδητοποιεί αυτό που, κατόπιν εορτής, φαίνεται αυτονόητο: Στις 486 λέξεις της ελληνικής επιγραφής αντιστοιχούν 1419 ιερογλυφικά σύμβολα, αριθμός υπερβολικά μεγάλος για να ερμηνευτούν τα ιερογλυφικά ως ιδεογράμματα και μόνο.

 

Η σκέψη της φωνητικής ιδιότητας της αρχαίας αιγυπτικής γραφής, που πρώτος είχε διατυπώσει ο Young περισσότερο διαισθητικά,  πλημμυρίζει με μιας το μυαλό του Champollion. Επιστρέφει στο όνομα “Πτολεμαίος” μέσα στο αιγυπτιακό δημοτικό κείμενο. Γνωρίζει ήδη, από τα ελληνικά, τη φωνητική αξία των δημοτικών συμβόλων που απαρτίζουν τη συγκεκριμένη λέξη. Με όπλο τις γλωσσολογικές του γνώσεις, μεταγράφει ένα προς ένα τα δημοτικά σύμβολα πρώτα στην ιερατική, και στη συνέχεια στην ιερογλυφική γραφή. Και τότε συνειδητοποιεί ότι το “Πτολεμαίος” είναι γραμμένο φωνητικά μέσα στο ιερογλυφικό κείμενο.

 

Βαθύς γνώστης (σε αντίθεση με τον Young) των κανόνων της αιγυπτιακής γλώσσας ο Champollion διαβάζει πλέον σωστά το όνομα του Φαραώ ως “Πτολμίς”.

 

1 = π, 2 = τ, 3 = ο


4 = λ, 5 = μ, 6 = ι, 7 = ς

 


Ο Champollion νιώθει σίγουρος για το δρόμο που άνοιξε, μένει όμως η επιβεβαίωση. Θα την φέρει η … Κλεοπάτρα.

 

Ο Champollion γνωρίζει από κάποιον πάπυρο τη δημοτική  γραφή του ονόματός της. Μεταγράφοντάς το από την δημοτική στην ιερογλυφική γραφή, ο Champollion ξέρει θεωρητικά την ομάδα συμβόλων που θα συναντήσει αν κάπου αναγράφεται σε ιερογλυφικά το όνομα της διάσημης Αιγύπτιας βασίλισσας.

 

Το Γενάρη του 1822 πέφτουν στα χέρια του αντίγραφα των επιγραφών του οβελίσκου του ναού των Φιλών. Μόλις ο Champollion τα αντικρίζει αντιδρά σαν κεραυνοβολημένος. Εκεί, “περιφραγμένο” μέσα στην βασιλική “κάψουλα”, το όνομα της Κλεοπάτρας ξεχωρίζει εξώφθαλμα για τον Γάλλο αποκρυπτογράφο που το ’χει μεταγράψει άπειρες φορές.

 

1=κ, 2=λ, 3=ε, 4=0, 5=π, 6=α,

7=τ (εναλλακτική γραφή του γράμματος “τ”)

8=ρ, 9=α, 10 & 11 = άφωνα σύμβολα που προσδιορίζουν τα θηλυκά ονόματα.

 

Οπλισμένος με τη φωνητική μετάφραση των δώδεκα ιερογλυφικών του “Πτολεμαίος” και του “Κλεοπάτρα”, ρίχνεται ακάθεκτος σε όλες τις βασιλικές “κάψουλες” που μπορεί να μαζέψει: “Αλέξανδρος”, “Τιβέριος”, “Τραϊανός”…, τα οχυρά πέφτουν το ένα μετά το άλλο, προσθέτοντας νέα μεταφρασμένα ιερογλυφικά σύμβολα στον κατάλογό του.

 

Ωστόσο τον τρώει μια αβεβαιότητα: Όλα τα βασιλικά ονόματα που βρίσκει και μεταφράζει είναι ξένα και ανήκουν στην ύστερη εποχή της αιγυπτιακής ιστορίας.

 

Μήπως η φωνητική ερμηνεία των ιερογλυφικών αφορά μόνο τη νεότερη αιγυπτιακή εποχή και δεν έχει εφαρμογή σε παλιότερες επιγραφές;

 

Τον Αύγουστο του 1822, ο Champollion κάνει άλλο ένα σημαντικό βήμα: Αναγνωρίζει τα λεγόμενα “οριστικά” ιερογλυφικά, άφωνα σύμβολα που μπαίνουν στο τέλος ορισμένων λέξεων, προκειμένου να διαχωρίζουν λέξεις ορθογραφικά ίδιες αλλά φωνητικά διαφορετικές. Και την 14 του Σεπτέμβρη έρχεται η νέα επιβεβαίωση: Ένα αντίγραφο επιγραφών από ναούς της Νουβίας που του στέλνει ένας φίλος του αρχιτέκτονας περιέχει δύο βασιλικές “κάψουλες”. Η αποκρυπτογράφηση δίνει τα ονόματα δύο εκ των διασημότερων φαραώ της αρχαιότητας: Ραμσής και Τούτμωσις. Δεν υπάρχει πια αμφιβολία για την φωνητική ιδιότητα των ιερογλυφικών ακόμα και “παλιάς γενιάς”.

 

Η ανακοίνωση του Champollion  σκάει σαν βόμβα. Η υπόθεση της αποκρυπτογράφησης των ιερογλυφικών είχε γίνει για τους Γάλλους ζήτημα τιμής απέναντι στους Άγγλους κι έτσι δίνεται η αφορμή για ξέφρενους εθνικούς πανηγυρισμούς.

 

Τον επόμενο χρόνο ο Champollion δημοσιεύει τη “Μελέτη του Ιερογλυφικού Συστήματος”, όπου παραθέτει τη μετάφραση πολλών ακόμα ονομάτων αλλά και ολόκληρων αποσπασμάτων επιγραφών. Καταδεικνύει πως δίπλα σε ορισμένα ιερογλυφικά με ιδεογραφική σημασία, συνυπάρχουν άλλα (η πλειονότητα) με καθαρά φωνητική αξία.

 

Στο βιβλίο παρεισφρύουν και κάποια δευτερεύουσας σημασίας λάθη, χωρίς πρακτικές συνέπειες στο έργο του, αλλά που δίνουν την απαιτούμενη τροφή στους αντιπάλους του που καραδοκούν για να του επιτεθούν. Η ζήλεια είναι πλέον διάχυτη στους επιστημονικούς κύκλους, όχι μόνο στην Αγγλία και την Ευρώπη, αλλά και μέσα στην ίδια τη Γαλλία. Παρά την κλονισμένη υγεία του και τις πολύπλευρες επιθέσεις, ο Champollion συνεχίζει ακάθεκτος, αλωνίζοντας την Αίγυπτο και δουλεύοντας ακατάπαυστα. Στις 4 Μάρτη του 1832, ο Champollion πεθαίνει τελικά από αποπληξία σε ηλικία μόλις 42 ετών…

 

Μετά το θάνατο του, το έργο του Champollion κινδυνεύει να παραγκωνιστεί από τις διαμάχες και τις αντιπαλότητες της επιστημονικής κοινότητας. Ευτυχώς, ένα άλλο λαμπρό μυαλό της εποχής, ο Γερμανός φιλόλογος και αρχαιολόγος Richard Lepsius αναλαμβάνει την υπεράσπιση και τη συνέχισή του.


Ακολουθώντας πιστά το νήμα του Champollion, προχωράει στη διόρθωση των επιμέρους λαθών και παραλήψεων. Ήδη από το 1837, μετά τη δημοσίευση από τον Lepsius των βελτιώσεων και συμπληρώσεων, η μέθοδος του Champollion ελάχιστα αμφισβητείται.

 

Η τελική επιβεβαίωση της μεγαλοφυϊας του Champollion θα έρθει το 1866, όταν ο Lepsius ανακαλύπτει στην Αίγυπτο μια νέα τρίγλωσση επιγραφή, το αποκαλούμενο “Διάταγμα της Κανόπης”. Η μετάφραση του ιερογλυφικού τμήματος με βάση τη μέθοδο του Champollion και τις μετέπειτα βελτιώσεις της συμπίπτει απόλυτα με το ελληνικό κείμενο! Ο κύκλος της αποκρυπτογράφησης έχει ολοκληρωθεί.

 

Για περισσότερες φωτογραφίες από την Αίγυπτο: Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα...

Διαβάστε επίσης: ΑΙΓΥΠΤΟΣ 1 - ΚΑΙΡΟ, ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΔΙΧΩΣ ΤΕΛΟΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

ΑΙΓΥΠΤΟΣ 2, ΣΤΑ ΙΧΝΗ ΤΟΥ ΡΑΜΣΗ - ΑΠΌ ΤΗ ΜΕΜΦΙΔΑ ΣΤΟ ΑΜΠΟΥ ΣΙΜΠΕΛ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν