ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑ – Η ΑΡΜΟΝΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΘΕΣΗΣ

Front Picture: 

Δωδεκαννήσια κατ’ όνομα, κυκλαδίτισσα στην όψη, η Αστυπάλαια έχει πολιτογραφηθεί ως η «γέφυρα» που ενώνει τα δυο μεγαλύτερα νησιωτικά συμπλέγματα του Αιγαίου. Αυτά στην θεωρία. Γιατί στην πράξη, όταν βρεθείς μέσα στης Χώρας τα στενά, το τελευταίο που σ’ ενδιαφέρει είναι να φορέσεις όνομα και ταμπέλα στην αρμονία που σε περιβάλλει. Απλά αφήνεσαι, κι όπου σε βγάλει.

 

Κείμενο: Ισαβέλλα Μπερτράν

Φωτογραφίες: Κώστας Ζυρίνης και Ισαβέλλα Μπερτράν

Το ταξίδι στην Αστυπάλαια πραγματοποιήθηκε τον Ιούνη του 2016

 


 

Αυτό λοιπόν με τους διάφορους που πάνε και τα χώνουν στα σιτζετ, σούπερφαστ και λοιπά ταχύπλοα τέρατα (αισθητικής) "για να κερδίσουν χρόνο" ποτέ μου δεν το χώνεψα. Διακοπές πας φίλε μου, όχι μπίζνες τριπ. Χαλάρωσε. Κι o διάπλους μέρος από το ταξίδι είναι.

 

Αιγαίο χωρίς βραδύτητα είναι κάτι σαν σεξ χωρίς προκαταρτικά, πώς αλλιώς να σου το πω για να το καταλάβεις; 

 

Δώσε χώρο στην αναμονή και το όνειρο. Κλείσε επιτέλους το ρημάδι το κινητό σου. Πάψε για λίγο να ποστάρεις, να σερφάρεις,  να λαϊκάρεις και βγες έξω στο κατάστρωμα.

 

Άραξε σε μια καρέκλα και άπλωσε τα πόδια πάνω στην κουπαστή. Κλείσε για λίγο τα μάτια και ανάσανε. Ήρεμα. Βαθιά. Εισπνοή. Εκπνοή. Εισπνοή. Εκπνοή. Νοιώθεις το φορτωμένο αλμύρα αεράκι στο πρόσωπό σου;  Το ιώδιο, το μυρίζεις;

 

Κοίτα τα γλαρόνια τι ανάλαφρα και ελεύθερα πετάνε.  Με τι ακρίβεια εντοπίζουν το μεζέ τους από δεκάδες μέτρα ύψος και πώς την πέφτουν σαν πύραυλοι στο κύμα, σκίζοντας στα δυο το ασήμι της θάλασσας. Δεν είναι ένα θαύμα της Φύσης;

 

Και τον ήλιο που χαμηλώνει σιγά σιγά στον ορίζοντα βάφοντας τα νερά με την αιμάτινη κορδέλα του, το συννεφάκι που’χει σταθεί σαν βαμβακερό σκουφί πάνω από τον σκούρο όγκο της Κύθνου, το πανάκι που αρμενίζει ολομόναχο μεσοπέλαγα, πώς θα τα’ βλεπες χωμένος στην αριθμημένη θέση σου μέσα στο καταμαράν;

 

Απόλαυσε. Ρέμβασε. Ήδη ταξιδεύεις. Κανείς και τίποτε δεν σε κυνηγάει. Χάζεψε τον κόσμο γύρω σου, άνοιξε το βιβλίο σου, γεύσου ένα ζουμερό ροδάκινο.

 

Τι σημασία έχει ο ακριβής χρόνος που θα φτάσεις στον προορισμό; Δυο ώρες πάνω, δυο ώρες κάτω, τι αλλάζει; Στο μεταξύ, χαιρέτα τα λιμάνια στο διάβα σου. Πάρος. Νάξος. Δονούσα (αχ Δονούσα…!).  Αιγιάλη (αχ Αιγιάλη…!)

 


 

Κι αν κάποια στιγμή κουραστείς και νυστάξεις, πιάσε μιαν ακρούλα και γείρε. Τι πού; Καταχαμέ, πού αλλού; Όπως κάναμε πάντα. Τι ταξίδι στο Αιγαίο θα ήταν χωρίς ολίγη «αλητεία»;

 

Φτάσαμε!

 

Φτάσαμε; Πού φτάσαμε;

 

Αν κάτι είχα κρατήσει ως ακριβή ανάμνηση από το τελευταίο πέρασμά μου στην Αστυπάλαια πριν ένα τέταρτο του αιώνα και βάλε, ήταν αυτή του φωταγωγημένου κάστρου, που υποδεχόταν το καράβι από ψηλά, με την κοιμισμένη Χώρα κουρνιασμένη ήσυχα σαν γάτα στα πόδια του. Αξέχαστη και εμβληματική εικόνα! Σήμερα ωστόσο, το μόνο που διακρίνω είναι κάποια λίγα απροσδιόριστα φώτα στο ύψος της θάλασσας, και πέραν αυτών … μαύρο σκοτάδι.

 

Την εξήγηση μου δίνει Αστυπαλίτης συνεπιβάτης. Εδώ και δέκα χρόνια το πλοίο πιάνει στο νέο λιμάνι του Άγιου Αντρέα, ασφαλέστερο και πιο προσαρμοσμένο, λέει, στις σύγχρονες ανάγκες.

 

Μαζί όμως με την μετακόμιση έσβησε οριστικά κι εκείνη η μαγική πρώτη εικόνα που χάριζε το νησί στους  νεοαφιχθέντες. Εξέλιξη….

 

Δικάβαλο στο γιαμαχάκι μας, παίρνουμε το δρόμο που οδηγεί από το νέο λιμάνι στη Χώρα. Ώσπου, μετά από μερικά ολοσκότεινα χιλιόμετρα,  ξαφνικά σε μια στροφή, εδώ είμαστε! Εντάξει, τώρα πια μπορώ να πω ότι πράγματι φτάσαμε!

 

Μέσα στης Χώρας τα στενά


Επόμενη μέρα πρωί, και να’μαστε πανέτοιμοι και ορεξάτοι για τις πρώτες μας βόλτες. Στην είσοδο της Χώρας, οι περίφημοι μύλοι, του κουτιού και καρτποσταλικά ανακαινισμένοι, δύσκολα θυμίζουν τα γοητευτικά παρηκμασμένα κτίσματα των αναμνήσεων μου.

 

Πλην όμως, σ’ αυτό το σημείο, δεν δικαιούμαι να γκρινιάζω.

 

Σίγουρα λιγότερο γραφικοί (και φωτογραφικοί) για τα δικά μου γούστα, πώς αλλιώς όμως θα επιβίωναν χωρίς συντήρηση;

 

Γι αυτό, ας  αφήσω στην άκρη τις μεμψιμοιρίες, και ας τους χαρώ ως έχουν. Ζυρ, τι λες για ένα καφεδάκι εκεί δα, απέναντι;

 

Για κείνο όμως που δικαιούμαι να γκρινιάξω, και μάλιστα ηχηρά, είναι για την επέκταση της Χώρας στις πλαγιές πάνω από τον Πέρα Γιαλό, το παλιό λιμάνι.

 

Και, ακόμα πιο ηχηρά, για την αισθητική των νέων κτισμάτων.


Ιδού και τα τεκμήρια για όσους αμφιβάλλουν.


 

Με μια λέξη: Ασταναπανστοδιάολο …  

 

Και μην αρχίσει κανείς τα διάφορα «τι να κάνουμε, οι καιροί αλλάζουν, σε άλλα νησιά τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα» (πράγματι), γιατί σε ό,τι με αφορά τ’ ακούω βερεσέ. Οι παραδοσιακοί οικισμοί χρήζουν ολικής προστασίας. Τελεία και παύλα. Και η έννοια «ολική» οφείλει να περιλαμβάνει, εννοείται, και τον περιβάλλοντα χώρο, δηλαδή – εκτός των άλλων – και τυχόν επέκταση των οικισμών. Αλλιώς η αλλοίωση είναι προ των πυλών.  Κυριολεκτικά.  

 

 


 

 

 

Αλλά ας μην το συνεχίσουμε και χαλαστούμε (κι άλλο), κι ας πάμε καλύτερα να χαθούμε στην ομορφιά. Μέσα στης Χώρας τα στενά, πού αλλού;


 


 

Δωδεκαννήσια κατ’ όνομα, κυκλαδίτισσα στην όψη, η Αστυπάλαια έχει πολιτογραφηθεί ως η «γέφυρα» που ενώνει τα δυο μεγαλύτερα νησιωτικά συμπλέγματα του Αιγαίου. Αυτά στην θεωρία. Γιατί στην πράξη, όταν βρεθείς μέσα στα σοκάκια της Χώρας το τελευταίο που σ’ ενδιαφέρει είναι να φορέσεις όνομα και ταμπέλα στην αρμονία που σε περιβάλλει. Απλά αφήνεσαι, κι όπου σε βγάλει.

 

 


 

Μα όσο κι αν περιπλανηθείς στην τύχη, εγκαταλείποντας τους κεντρικούς δρόμους για να χωθείς βαθύτερα στον γοητευτικό λαβύρινθο

 

 


 

Όσα φιδογυριστά στενά κι αν αλλάξεις, περνώντας ξυστά από μαντρότοιχους, πόρτες και σκαλοπάτια


 


 

Στη σκιά των ξύλινων μπαλκονιών και στην ευωδιά των λουλουδιών

 

 



Όσες μεταβολές κι αν υποχρεωθείς να κάνεις όταν ο δρόμος σου καταλήξει σε αδιέξοδο,

 

 


 

μπροστά στην περιποιημένη αυλή κάποιου σπιτιού,

 

 


 

ή απέναντι στη μελαγχολική σαγήνη της εγκατάλειψης


 


 

Για να πάρεις νέες στράτες και ν’ ανακαλύψεις κι άλλες απόμερες γωνιές κρυφής ομορφιάς

 

 


 

Αργά ή γρήγορα, ακόμα και ασυνείδητα, τα βήματα σου θα σε οδηγήσουν ψηλά, εκεί απ’ όπου όλα εκκινούν και στο οποίο τα πάντα καταλήγουν

 

 


 

Στο ενετικό κάστρο!

 

 


 

Στις επάλξεις


Το επίθετο «ενετικό» προσδιορίζει την δομή που διασώζεται ως σήμερα και χρονολογείται από τον 15ο αιώνα όταν τον τόπο διαφέντευε ο οίκος Κουερίνι. 

 

Της οχύρωσης αυτής ωστόσο  προηγήθηκαν άλλες πολλές, με ίχνη κατοίκησης που γυρνάνε διαδοχικά πίσω στο χρόνο, στην βυζαντινή, πρωτοχριστιανική, ρωμαϊκή, ελληνιστική, κλασική, μέχρι την πρωτοκυκλαδική περίοδο. 

 

Στην Ελλάδα όπου κι αν σκάψεις, πάντα κάτι αρχαιότερο θα βρεις από κάτω…

 

 


 

Λιθόστρωτα καλτερίμια, φρεσκοβαμμένες οι δυο διασωζόμενες μονόκλιτες βασιλικές με τους υπέροχους γαλάζιους τρούλους τους, υπό αναστήλωση πολλά από τα πέτρινα σπίτια.

 

 


 

Εμφανής όσο και προσεγμένη η μυρμηγκίσια  δουλειά της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Και ευτυχώς όχι ακόμα ολοκληρωμένη, έτσι ώστε να μπορούμε ακόμα σήμερα να φωτογραφίζουμε τα αγαπημένα μας ερείπια

 

 


 

καθώς και την άπαρτη θέα από τα ξώκαστρα.

 

 


 

Δυόμιση χιλιάδες κατοίκους έφτασε, λέει, να φιλοξενεί η καστροπολιτεία στην ακμή της!

 


 

Και μάλιστα σε εξαιρετικές για την εποχή συνθήκες υγιεινής αφού διέθετε και άψογο αποχετευτικό σύστημα. Πάλι καλά δηλαδή, γιατί ακόμα δεν μπορώ να χωνέψω πώς χωρούσανε τόσοι άνθρωποι σ’ ένα τόσο περιορισμένο χώρο.

 

 


 

Πάμε Τζανάκι

 

Το Τζανάκι, ίδιο κι απαράλλακτο όπως το άφησα «τότε». Ήτοι με δύσβατη σχετικά πρόσβαση, κρυστάλλινα νερά και άπαρτη θέα πάνω στη Χώρα και το κάστρο. Και, βεβαίως, εθιμικά κατοχυρωμένο το κολύμπι σύμφωνα με τις προσταγές της Φύσης. Μια φιλόξενη αγκαλιά για λίγους, τουλάχιστον αυτή τη στιγμή που διανύουμε το τελευταίο δεκαήμερο του Ιουνίου. Γιατί από τα μέσα Ιουλίου μαζεύει δυστυχώς πολύ κόσμο, με προειδοποιεί η συμπαθής Ελληνοιταλίδα  συνοδοιπόρος των φυσιολατρικών επιλογών μας.

 

Ένας λόγος παραπάνω να ερχόμαστε εδώ για μπάνιο κάθε μέρα όσο προσφέρεται η εποχή, αποφαίνεται ο καλός μου.

 

Βάσιμο το επιχείρημα, δεν λέω, έλα όμως που την ίδια στιγμή νοιώθω να με περιμένει ολόκληρο νησί να το ανακαλύψω από την αρχή. Οπότε τι γίνεται;

 

Διαπραγμάτευση.

 



- Εντάξει, να ερχόμαστε κατά βάση εδώ για μπάνιο, αλλά κάποιες μέρες να πηγαίνουμε και αλλού για εξερεύνηση.


- Τι εννοείς «κατά βάση» και πόσο συχνά σκοπεύεις να με τρέχεις «αλλού»;


- Ε ας πούμε, μέρα παρά μέρα;

(αν δεν ξεκινήσεις τη διαπραγμάτευση με τον πήχη ψηλά, έχασες από χέρι).


- Αποκλείεται. Μια φορά τη βδομάδα και πολύ σου λέω

(δυστυχώς γνωρίζει κι εκείνος από διαπραγματεύσεις, και ειδικά μαζί μου. Εξ ου και η ρελάνς με τον πήχη στα Τάρταρα).

 

Τελικά, μετά από ένα πολύωρο γιούρογκρουπ, διανθισμένο με βουτιές στο γαλάζιο και ύπνο στη σκιά των βράχων, η συμφωνία κλείνει με μία εξόρμηση ανά τρεις μέρες.

 

Δεν το λες και κακό ντιλ. Άσε που κρατάει την χώρα στο ευρώ.

 


 

Μέσα Νησί


Έχει γίνει πια κλισέ η απόδοση στην Αστυπάλαια του τίτλου «η πεταλούδα του Αιγαίου», ωστόσο η αλήθεια είναι ότι η  ιδιαιτερότητα του σχήματος βγάζει μάτι. Εφοδιασμένοι με τα απαραίτητα, ήτοι φωτογραφικές και νερό, τραβάμε για το ανατολικό «φτερό» ή αλλιώς «Μέσα Νησί».

 

Αξιόλογη δεν την λες, αλλά ούτε και τελείως αδιάφορη. Συμπαθητική. Αυτό είναι το επίθετο που μου΄ρχεται στο νου αντικρίζοντας την Μαλτεζάνα, τον μοναδικό ουσιαστικά οικισμό του Μέσα Νησιού, σχεδόν στην είσοδο του «φτερού». Καφεδάκι με γλυκό του κουταλιού, ένα-δυο κλικ, και πάμε παρακάτω. 

 


 

Λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα, το ανάγλυφο αλλάζει, το τοπίο αγριεύει, ενώ στο Αγρελίδι αρχίζουν τα πραγματικά ωραία. Δεν είναι μόνο ο φυσικός όρμος που θυμίζει φιορδ σε αιγαιοπελαγίτικη εκδοχή,

 


 

 

είναι και τα βιομηχανικά ερείπια από το μεγαλύτερο ασβεστοκάμινο του νησιού που άλλοτε τροφοδοτούσε όλα τα Δωδεκάννησα σε ασβέστη.

 

 


 

Η χαρά του Ζυρ (και όχι μόνο!).

 


 

Η ανάβαση στο όρος Καστελλάνο, εκτός από την άπαρτη θέα νότια και ανατολικά, μας επιφυλάσσει και μια νέα σοδιά από ερειπωμένες εγκαταστάσεις.

 


 

Αυτή τη φορά τα υπολείμματα είναι στρατιωτικά, από την εποχή της ιταλοκρατίας στα Δωδεκάννησα. Ούτε παραγγελία να τα είχαμε.

 


 

Βλέποντας δε τον καλό μου να περιφέρεται ανάμεσά τους φωτογραφικά ξεσαλωμένος, ήδη σκέφτομαι μήπως τα χρησιμοποιήσω ως όπλο σε μια μελλοντική επαναδιαπραγμάτευση της συχνότητας των εξορμήσεών μας.  Λες;

 


 

Το «κακοτράχαλος» ως επιθετικός προσδιορισμός του χωματόδρομου που κατηφορίζει προς το ακρωτήρι Πουλάρη είναι μάλλον ευφημιστικός και σίγουρα ανεπαρκής.

 


 

Όπως ανεπαρκής και φτωχή είναι οποιαδήποτε έκφραση για να περιγράψει το απέριττο κάλλος του ναϊσκου της Παναγίας Πουλαριανής και του πέριξ χώρου. 

 

 


 

Τι όνομα να δώσεις σ’ αυτό το τέλειο χαρμάνι από πέτρα, ασβέστη, ουρανό και γαλήνη;

 


 

Έξω Βαθύ. Μέσα Βαθύ. Τέλος του δρόμου.

 

 


 

Σκόρπιες κατοικιές, καλλιέργειες, ξωκλήσια, βιομηχανικά ερείπια (ναι, κι εδώ!), όλα γύρω από μια λιμνοθάλασσα λάδι.

 


 

Κι εκεί δα, στην άκρη, κοντά στην έξοδο του κόλπου, λες και φτιάχτηκε για να μας περιμένει, ταβερνοκαφεουζερί η «Γαλήνη».  Εννοείται ότι θα την τιμήσουμε!

 

Ιντερμέδιο

 

Μέρες ράθυμες. Γιαυτό γεμάτες. Από Ζωή.

 

Η οποία όταν θέλει, σου δίνεται με πλεόνασμα, χαρίζοντας σου μέσα σε όλα τα ωραία, και μια ακόμη όμορφη έκπληξη. Τυχαία, τις ίδιες σχεδόν μέρες με μας, παραθερίζουν στην Αστυπάλαια δυο αγαπημένοι φίλοι, ο Κωνσταντίνος και η Γιάννα.

 

Μια γλυκιά συμμορία των τεσσάρων, που ανασυγκροτείται στο άψε σβήσε αλωνίζοντας κάθε βράδυ παρέα στην Χώρα. Τι άλλο να ζητήσει κανείς;

 


 

Μέρες ράθυμες. Γι αυτό και πλήρεις. Από ήλιο. Από θάλασσα. Από αισθήσεις και συναισθήματα.

 

 


 

Και από λευκά καλτερίμια.Τα οποία, όσο και να τα περπατάς, είτε μέρα, είτε νύχτα, απλά δεν χορταίνονται.  Όχι από μένα τουλάχιστον!

 

 


 

Έξω Νησί

 

Καμινάκια και Βάτσες. Το χρυσό δίδυμο του δυτικού "φτερού της πεταλούδας", ή αλλιώς του Έξω Νησιού. Άλλοτε κατέβαινες εδώ μονάχα με τα πόδια. Γι αυτό και τότε οι παραλίες αυτές μας «ανήκανε».

 

Τώρα πια έφτασε κι εδώ ο πολιτισμός(;). Βατοί χωματόδρομοι, κάποιες ομπρέλες (ευτυχώς λίγες), ένα (καλόγουστο) μπιτς μπαρ στις Βάτσες, μια (συμπαθητική) ταβερνούλα στα Καμινάκια.

 

 


 

Οι παραλίες αυτές δεν είναι πλέον για μας, αλλά τουλάχιστον παραμένουν όμορφες. Για την ώρα…

 


 

Τοπία σκληρά. Τοπία άνυδρα. Διαδρομές ονειρεμένες. Καμπύλες και χρώματα.

 


 

Η Φύση ζωγραφίζει αφηρημένους πίνακες σε καφεκίτρινες αποχρώσεις κι ο Άνθρωπος προσθέτει τις δικές του πινελιές.

 

 


 

Σκόρπιες κατοικιές, ταπεινά ξωκλήσια, λιγοστές καλλιέργειες και πολλά ατίθασα κατσίκια.

 


 

Ο δρόμος που διασχίζει το εσωτερικό του Έξω Νησιού οδηγώντας στον απώτατο βορρά του είναι ίσως ο ωραιότερος όλων.

 

Φεύγει σχεδόν δίπλα από τους μύλους της Χώρας, εκκινώντας με μια απότομη ανηφόρα ώσπου…

 

Αποκάλυψη τώρα: η θεαματικότερη πανοραμική θέα του Κάστρου και του Πέρα Γιαλού, όλα στο πιάτο!

 


 

Συνεχίζουμε ακάθεκτοι, εισχωρώντας σ’ ένα ανάγλυφο όλο και πιο άγριο, σε μια πορεία όλο και πιο πετρώδη, μέσα από τόπους όλο και πιο έρημους.

 

 


 

Μεσαριά, Παναγία Φλεβαριώτισσα, Κατσιδόνι, Κλεφτολίμανο. Ψυχή ζώσα…

 


 

Πάνορμος.

 

Εδώ είμαστε!


Το ένστιχτό μας έλεγε ότι εδώ δα στην άκρη, δεν μπορεί, όλο  και κάποια μοναχική παραλία των δικών μας προδιαγραφών θα μας επιφυλάσσει το Έξω Νησί. 

 

Τούτη εδώ όμως ξεπερνάει κάθε προσδοκία.

 


 

Με άνοιγμα στα βόρεια, ο κόλπος, αν και κλειστός, δεν θεωρείται ασφαλής, όταν φυσάνε τα μελτέμια. Αυτή τη στιγμή όμως, με σχεδόν νηνεμία, είναι σαν να ετοιμάστηκε ειδικά για τις βουτιές μας.

 


Και o ναϊσκος στο βάθος σαν ένας ακόμη πίνακας για την απόλαυση των ματιών μας.

 

Ο κολοφώνας

 

Κρατήσαμε το καλύτερο για το τέλος.

 

Άγιος Γιάννης. Ένα εκκλησάκι μια σταλιά, με φόντο το απέραντο γαλάζιο.

 

Με τη σκιά του σταυρού στον τρούλο, όπως το «σταυρουδάκι του ήλιου κάτω απ’ τ’ ανοιχτό πουκάμισο»


 

Ένα τοπίο απ’ αυτά που μόνο το Αιγαίο γνωρίζει το μυστικό τους.


 

Και που μόνος ένας Ελύτης θα μπορούσε να τραγουδήσει.

 


 

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το φως και η πρώτη
χαραγμένη στην πέτρα ευχή του ανθρώπου...


...ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΟΡΕΣ ΑΝΕΜΟΙ που ιερουργούνε...


...Οι λιθιές και τα κύματα χέρι με χέρι...


...Των ερώτων το τραύλισμα πάνω στα βράχια ...

 

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ ...


Για περισσότερες φωτογραφίες από την Χώρα: Φωτογραφίες Ταξιδιών | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν

Για περισσότερες φωτογραφίες από διαδρομές στην Αστυπάλαια: Φωτογραφίες Ταξιδιών | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν