ΣΕΝΕΓΑΛΗ 1 – ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΤΡΑΜΜΕΝΑ ΣΤΟΝ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟ

Front Picture: 

 

Όλη η ζωή στο Μ’μπουρ συνοψίζεται  σ’ αυτήν εδώ την παραλία. Μια παραλία σε οργασμό. Μια αέναη κίνηση ανθρώπων απορροφημένων σε κάθε είδους δραστηριότητες. Ψαράδες που μαζεύουν τα δίχτυα τους, γυναίκες που καπνίζουν σαρδέλες, εργάτες που συλλέγουν μαλάκια σπάζοντας όστρακα. Απερίγραπτη η οσφραντική επίθεση από την ψαρίλα. Ασύλληπτος ο αριθμός των μυγών. Μα πάνω απ’ όλα καταιγιστική η ένταση των εικόνων. Η Σενεγάλη ζει με τα μάτια στραμμένα στον Ατλαντικό

 

Της Ισαβέλλας Μπερτράν

Φώτο: Κώστας Ζυρίνης – Ισαβέλλα Μπερτράν

 

Το ταξίδι στη Σενεγάλη πραγματοποιήθηκε τον Γενάρη του 2014

 


 

 

Η αλήθεια, κι ας πονάει, πρέπει να λέγεται: Όσα εκνευριστικά και πληγωτικά βιώνουμε από το πρωί που πατήσαμε το πόδι μας στη Σενεγάλη ήταν απολύτως προβλέψιμα και αναμενόμενα. Μετά από τόσες προηγούμενες εμπειρίες στη Δυτική Αφρική, αν μη τι άλλο δεν δικαιούμαι να επικαλεστώ άγνοια καταστάσεων. Αλλά να, κάθε φορά που ταξιδεύουμε στην περιοχή, πάντα τρέφω την κρυφή ελπίδα ότι ορισμένες δυσάρεστες συμπεριφορές θα έχουν στο μεταξύ εξαλειφθεί ή, έστω, εξασθενήσει. Εις μάτην. Τα αίτια που τις προκαλούν είναι, απ’ ο,τι φαίνεται, πολύ βαθιά ριζωμένα…

 

Ο πειρατής

 

Μ’μπουρ, πάνω στο κύμα του Ατλαντικού, ογδόντα χιλιόμετρα νότια της Ντακάρ. Εδώ μας έφερε ένα «ταξί» που ναυλώσαμε βγαίνοντας από το αεροδρόμιο της σενεγαλέζικης πρωτεύουσας, άρτι αφιχθέντες και ξάγρυπνοι από την ολονύκτια πτήση. Έβαλα τη λέξη «ταξί» σε εισαγωγικά διότι επρόκειτο (κατά τα συνήθη) για πειρατικό όχημα. Ως προς αυτό ουδείς ψόγος, σιγά την παρατυπία, στην Αφρική βρισκόμαστε!

 

Το πράγμα άρχισε να χαλάει αφού είχαμε διανύσει καμιά εικοσαριά χιλιόμετρα, οπότε και ο οδηγός πέταξε στα καλά καθούμενα ότι «εννοείται» πως η συμφωνηθείσα τιμή αφορούσε «μόνο» τη διαδρομή Ντακάρ-Μ’μπουρ, και πως «εννοείται» (και πάλι) ότι οφείλαμε να του πληρώσουμε άλλα τόσα για την επιστροφή του στην Ντακάρ.   

 

Την πρώτη φορά που βρίσκεσαι στην Αφρική αντιμέτωπος με κάτι ανάλογο συνήθως ψαρώνεις και την πατάς, μπλέκοντας σε ατέρμονες συζητήσεις για ένα ανύπαρκτο θέμα. Κι αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο: Αφού πρώτα κλείσει η συμφωνία και μπει μπροστά η δουλειά, να υποχρεωθείς σε νέο γύρο επαναδιαπραγμά-τευσης εκ του μη όντως, με προφανή κατάληξη να πληρώσεις τελικά παραπάνω από τα αρχικά συμφωνηθέντα, ει δυνατόν τα διπλά.

  

Μετά από ένα, δυο, τρία ανάλογα χουνέρια τελικά εξοικειώνεσαι με τα κόλπα και δεν μασάς.  Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι παύεις να εκνευρίζεσαι, να στεναχωριέσαι ή απλά να βαριέσαι, κάθε που παρουσιάζονται μπροστά σου, ξανά και ξανά, τέτοιες καταστάσεις.

 

Στη συγκεκριμένη περίπτωση πάντως, ίσως λόγω αϋπνίας, το κυρίαρχο συναίσθημά μας ήταν ένα τεράστιο άι σιχτίρ:  


- Σταμάτα τώρα να κατέβουμε.

 

Η ατάκα ήταν εκτός αναμενόμενου ρεπερτορίου αντιδράσεων, πράγμα που αποδιοργάνωσε τελείως τον οδηγό. Εγκατάλειψε με μιας τα «εννοείται», κάτι ψέλλισε ότι δεν υπολόγισε σωστά την απόσταση, γι αυτό «αν θέλουμε», ας δώσουμε ένα κατιτίς παραπάνω. Του επανέλαβα «σταμάτα τώρα να κατέβουμε», φυσικά δεν σταμάτησε, έκοψε όμως ακαριαία κάθε κουβέντα για αναθεώρηση του ναύλου και το θέμα έληξε εκεί.

 

Το «λάθος» μέιλ

 

Επόμενο επεισόδιο στη ρεσεψιόν του καταλύματος:


- Το δωμάτιο κοστίζει είκοσι τρεις χιλιάδες φράγκα Δυτικής Αφρικής (34ευρώ)


- Εδώ στο μέιλ της κράτησης  αναγράφει δεκατρείς χιλιάδες (19 ευρώ).


Ο επί της υποδοχής παίρνει απρόθυμα την εκτύπωση που του τείνω, μελετάει εμβριθώς το κείμενο και αποφαίνεται:

- Έχει γίνει λάθος


- Ίσως, αλλά το λάθος είναι δικό σας κι εμείς δεν διαθέτουμε παραπάνω λεφτά. Άρα ή μας δίνετε το δωμάτιο στην τιμή που συμφωνήθηκε ή μας βρίσκετε κάπου αλλού κατάλυμα με αντίστοιχο κόστος.


Εννοείται ότι το δωμάτιο μας δόθηκε, ως όφειλε, στη συμφωνηθείσα τιμή κράτησης.

 

Οι «ξεναγοί»

 

Το κατάλυμά μας, πρώην «καλό» και σήμερα παρηκμασμένο, διαθέτει στρατηγική θέση πάνω στην παραλία του Μ’μπουρ, προσόν που αποτέλεσε και βασικό κριτήριο για να το επιλέξουμε.

 

Παρατήσαμε όπως όπως τα σακίδια στο δωμάτιο κι αμέσως βγήκαμε για περίπατο στην ακτή.  

 

Οπότε και να’σου το τρίτο δυσάρεστο της ημέρας, και μάλιστα σε επαναλαμβανόμενες δόσεις …

 

- Είναι επικίνδυνο να περπατάτε μόνοι σας.

 

Στα τρία τέταρτα που βολτάρουμε πρέπει να είναι ο όγδοος ή ο ένατος ντόπιος που μας πλευρίζει, ίσως και λίγο λέω, από ένα σημείο και πέρα βαρέθηκα να μετράω.

 

Η τακτική πάνω κάτω η ίδια, πρώτο ζητούμενο να ανοίξει η κουβέντα (το ήμισυ του παντός), με απώτερο στόχο να πουλήσει τις «υπηρεσίες» του ως «ξεναγός» - με μοναδικό επί της ουσίας καθήκον ο τυχόν «προσληφθείς» να διώχνει τους άλλους επίδοξους «ξεναγούς». Πίκρα…

 

Από τότε που φτύσαμε αίμα παλιότερα στο Μαλί με ανάλογες καταστάσεις, το μάθημα το πήραμε. Η τακτική αναχαίτησης συνίσταται στο να «ξεχνάμε» ακαριαία τα γαλλικά και κάθε διεθνή ξένη γλώσσα και να συνεχίζουμε ο,τι κάνουμε μιλώντας ελληνικά μεταξύ μας.

 

Το πρόβλημα βέβαια δεν λύνεται ριζικά αλλά, πρώτον, η διάρκεια της (κάθε) πολιορκίας ελαττώνεται αισθητά και, δεύτερον, συν τω χρόνω, τα νέα τρέχουν στα πέριξ ότι οι εν λόγω λευκοί δεν σκαμπάζουν γρι από ξένες γλώσσες, οπότε και λιγοστεύουν σταδιακά οι επίδοξοι πολιορκητές.

 

Μια παραλία σε οργασμό

 

Όλη η ζωή στο Μ’μπουρ συνοψίζεται  σ’ αυτήν εδώ την παραλία. Ενώ στις περισσότερες πόλεις της Αφρικής, η καρδιά τους πάλλεται στο παζάρι, χωμένο συνήθως κάπου μέσα στον αστικό ιστό, το Μ’μπουρ ζει με τα μάτια στραμμένα στον Ατλαντικό.

 

Το σκηνικό που μας περιβάλει ξεχειλίζει από χρώμα. Δυστυχώς και από σκουπίδια.


 

Πιρόγες ων ουκ έστιν αριθμός.

 


 

Πιρόγες που ξεκουράζονται στην άμμο.

 


 

Πιρόγες που προσφέρουν σκιά

 


 

Πιρόγες που έχουν μετατραπεί σε πρόσκαιρο καθιστικό

 


 

Πιρόγες ημιτελείς. Ή εγκαταλειμμένες. Ίσως όμως και όχι, αφού τίποτε τελικά δεν μένει στα αζήτητα στην Αφρική, απλά αλλάζει χρήση.

 


 

Και βεβαίως πιρόγες που πλέουν στ’ ανοιχτά. Πιρόγες που πάνε κι έρχονται, ξεφορτώνοντας ψάρια ή φορτώνοντας επιβάτες.

 

 


 

Όπως επίσης κάρα με άλογα ή γαϊδούρια, στη στεριά αυτά, που οργώνουν πάνω κάτω την ακτή αναζητώντας αγώγι, ή απλά στέκουν σε μιαν άκρη εν αναμονή παραλαβής κάποιου συμφωνημένου φορτίου.

 

 


 

Μια παραλία σε οργασμό. Μια αέναη κίνηση ανθρώπων απορροφημένων σε κάθε είδους δραστηριότητες.

 

Ψαράδες που μαζεύουν τα δίχτυα τους.

 

Γυναίκες που καπνίζουν σαρδέλες.

 

Εργάτες που συλλέγουν μαλάκια σπάζοντας όστρακα.

 

Απερίγραπτη η οσφραντική επίθεση από την ψαρίλα.

 

Ασύλληπτος ο αριθμός των μυγών.

 

Μα πάνω απ’ όλα καταιγιστική η ένταση των εικόνων.

 

 


 

Και μέσα σ’ όλα, ο ήλιος που χαμηλώνει κι αρχίζει να λούζει τα πάντα στο χρυσάφι του και να δημιουργεί την ευκαιρία για τις αγαπημένες «κόντρα φως» λήψεις των φωτογραφικών μας.

 

Το παιδί και το κοχύλι

 

Κάπου εκεί τον είδα.

 

Καθόταν ακίνητος πάνω στην άμμο, με αναδιπλωμένα τα λεπτά σαν καλάμια ποδαράκια του και το σαγόνι ακουμπισμένο στα γόνατα, ζωντανή αφρικανική απάντηση στο διάσημο γλυπτό του Ροντέν «ο Στοχαστής».

 

Στο δεξί κρατούσε ένα τεράστιο κοχύλι σφιχτά ακουμπισμένο στο αυτί του, λες και πάσχιζε να ξεχωρίσει κάποια μελωδία μέσα από παράσιτα σ’ ένα παλιό τρανζίστορ.

 

Και, κατά κάποιον τρόπο, αυτό περίπου έκανε, αφού μάλλον προσπαθούσε να αφουγκραστεί την αντήχηση του αέρα που παράγεται μέσα στο κέλυφος κι έχει γεννήσει τον ρομαντικό μύθο ότι μπορείς, λέει, ν’ ακούσεις τον ψίθυρο της θάλασσας να αναδύεται μέσα από τα όστρακα.

 

Το μαρτυρούσε η συγκέντρωση και η προσήλωσή του, τόση και τέτοια που έδειχνε να μην έχει καν αντιληφθεί την παρουσία μου. Οποία ευκαιρία για το τέλειο εκφραστικό πορτρέτο!

 

Σήκωσα αργά τη μηχανή, πλην όμως το πείραμα της αντήχησης μάλλον πέτυχε τη στιγμή που επιχειρούσα να καδράρω, οπότε και μια λάμψη αγαλλίασης και θριάμβου φώτισε το παιδικό προσωπάκι, κι ύστερα….

... κι ύστερα, πάει!

 

Η μαγεία θρυμματίστηκε κλάσματα δευτερολέπτου πριν το κλικ όταν, εντελώς άξαφνα, υπακούοντας θαρρείς σε κάποιο μυστικό κάλεσμα, το αγόρι πετάχτηκε σαν ελατήριο για να τρέξει προς τη θάλασσα, εγκαταλείποντας τον θησαυρό του στην άκρη του κύματος.

 

Κι έτσι αντί για το προφίλ αφρικανικού γλυπτού που ετοιμαζόμουν να ξεκλέψω, απέμεινα εν τέλει με την εικόνα μιας μαύρης σιλουέτας να χορεύει στο νερό ανάμεσα σε ασημί ιριδισμούς κι ένα τεράστιο κοχύλι να αναπαύεται στην άμμο σε μια λακκούβα ήλιο. Αυτό ήταν και το τελευταίο καρέ της πρώτης ημέρας εισαγωγής μας στη Σενέγαλη.

 

 


 

Ν’ντανγκάν

 

Τα επονομαζόμενα taxi brousse είναι κάτι σαν συλλογικά ταξί για πέντε, έξι ή και εφτά άτομα, που εκτελούν ένα συγκεκριμένο προσυμφωνηθέν δρομολόγιο.

 

Ο κάθε υποψήφιος επιβάτης αγοράζει μια θέση καταβάλλοντας αντίτιμο που ισούται με το αντίστοιχο κλάσμα της συνολικής τιμής για το αγώγι και περιμένει υπομονετικά μέχρι να γεμίσει το όχημα.

 

Στην πιάτσα των ταξί μπρους με προορισμό την Ν’ντανγκάν, καμιά ογδονταριά χιλιόμετρα από το Μ’μπουρ, γνωρίζουμε την Λάουρα και τον Αντόνιο, ένα νεαρό ζευγάρι Ιταλών από το Τορίνο. Χαράς ευαγγέλια για τον Ζυρ που βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει την αγαπημένη του γλώσσα. Πέντε λεπτά αργότερα συμφωνούμε μαζί τους να ναυλώσουμε από κοινού ένα διαθέσιμο εξαθέσιο ταξί, μοιραζόμενοι μεταξύ μας το πρόσθετο κόστος των δύο άδειων θέσεων.

 

Η Ν’ντανγκάν εδράζεται στην ευρύτερη περιοχή του Σινέ-Σαλούμ, η οποία καλύπτει μια επιφάνεια χιλίων οκτακοσίων τετραγωνικών χιλιομέτρων (λίγο παραπάνω από τη Λέσβο) και περικλείει στα σπλάχνα της το Εθνικό Πάρκο του δέλτα του Σαλούμ. Το εν λόγω δέλτα σχηματίζεται από τη συνάντηση δύο ποταμών, του Σινέ και του Σαλούμ, τα οποία λόγω της ασήμαντης κλίσης του εδάφους και της συνεπακόλουθης πολύ αργής ροής τους προς τον ωκεανό, διακλαδίζονται σε αναρίθμητους παραπόταμους, φτιάχνοντας καθ’ οδόν προς την εκβολή τους έναν δαίδαλο από νησιά, νησίδες και υδάτινα μονοπάτια.

 

Ο Ατλαντικός εισβάλλει κάθε τόσο μέσα στο δέλτα στον ρυθμό της παλίρροιας, κι από την ανάμειξη των νερών προκύπτει ένα περιβάλλον υφάλμυρο, που υποστηρίζει ένα μοναδικό στο είδος του μαγκρόβιο οικοσύστημα, προστατευόμενο από την Ουνέσκο.

 

Πρώτη μας δουλειά φτάνοντας στον προορισμό μας, να κανονίσουμε το πλεούμενο που θα μας περιφέρει την επόμενη μέρα στον υδάτινο κόσμο του δέλτα.

 

Μετά από τις σχετικές διαπραγματεύσεις, κλείνουμε μια πιρόγα από κοινού με τα Ιταλάκια, κανονίζουμε την ώρα του πρωινού ραντεβού, και τραβάμε για τα διαφορετικά καταλύματά μας.

 

Η Ν’ντανγκάν είναι μια μικρή κωμόπολη χιλίων περίπου κατοίκων χτισμένη κοντά στις όχθες του Σαλούμ.

 

Οικιστικά δεν παρουσιάζει κάτι το ιδιαίτερο, στα σκονισμένα σοκάκια της ωστόσο ξαναβρίσκω σιγά σιγά την Αφρική της καρδιάς μου.

 

Τους χωματόδρομους και τις υπέροχες ναίφ παραστάσεις στους τοίχους.

 

 


 

Το ανυστερόβουλο καλωσόρισμα των ανθρώπων.

 

 

Τους ράθυμους ρυθμούς και την απλή, χαμογελαστή καλοσύνη τους.

 


Ασφαλώς δεν λείπουν ούτε κι εδώ οι σποραδικοί «ξεναγοί», κυρίως με προτάσεις για βόλτα με πιρόγα, μα η συμπεριφορά τους δεν έχει καμία σχέση με τη σχεδόν επιθετική, φορτική επιμονή των «συναδέλφων» τους στο Μ’μπουρ. Στην Ν’ντανγκάν κυριαρχεί μια ανάλαφρη και άκρως μεταδοτική παιχνιδιάρικη διάθεση. 

 


 

Την παράσταση ωστόσο κλέβει αναμφίβολα η γνωριμία μας με τη Σελμπέ. Αν ζούσε σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα, θα την χαρακτηρίζαμε ακτιβίστρια πρώτης γραμμής. Εδώ είναι απλά κάποια που νοιάζεται για όλους και για όλα.

 

Μας μπάζει στο φτωχικό της που μοιάζει περισσότερο με αποθήκη έτσι όπως στοιβάζονται μαρμελάδες, γλυκά, αρωματικά σαπούνια και κάθε λογής χειροτεχνήματα,  τα πάντα προϊόντα των αντίστοιχων συνεταιρισμών γυναικών της περιοχής όπου και δραστηριοποιείται ενεργά σε όλους.  

 

Πληθωρική όσο και τα κιλά της και αεικίνητη παρ’όλα αυτά, χειμαρρώδης σαν τα κύματα του Ατλαντικού που σκάνε αέναα στις ακτές της χώρας της, δείχνει σαν να καίγεται κάθε στιγμή να μεταδώσει τη φλόγα της, και να μοιραστεί το ενδιαφέρον και την αγωνία της για τα πάντα.

 

Για το ψάρεμα που αποτελεί την βασική δραστηριότητα των αντρών της περιοχής, με φθίνουσα όμως αποδοτικότητα.

 

Για τις καλλιέργειες οστρακοειδών που ευδοκιμούν αλλά μολύνουν το περιβάλλον.

 

Για την κόρη της που είναι η καλύτερη μαθήτρια της τάξης της ενώ ο μεγάλος της γιος έχει προκύψει κοπανατζής και τεμπελάκος (οι γυναίκες είναι το μέλλον του κόσμου, μαντάμ, να το θυμάστε!).


 

Για τους τουρίστες που όλοι τους περιμένουν μα δεν λένε να φανούν (επόμενο δεν ήταν να συμβεί αυτό, μαντάμ, με την οικονομική κρίση;) Για…

 

Το βραδάκι θα μας βρει στην αυλή της, την οποία έχει μετατρέψει σε αυτοσχέδιο «εστιατόριο» με δυο τραπεζάκια όλα κι όλα, όπου και θα φάμε ένα πεντανόστιμο κουσκούς με λαχανικά μαγειρεμένο από τα χεράκια της. Περιβόλι η Σελμπέ!

 

Πλέοντας στο δέλτα

 

Η βόλτα με την πιρόγα στους υδάτινους δρόμους του Σινέ Σαλούμ είναι σκέτη απόλαυση.

 

Αραλίκι, αεράκι και γαλήνη.

 

Και μονίμως κάτι όμορφο ή ενδιαφέρον στο οπτικό μας πεδίο.

 

Πότε οι σιλουέτες κάποιων κατοίκων, που μαζεύουν κοχύλια στις αμμονησίδες και μοιάζουν σαν να περπατάνε στο νερό

 


 

Πότε κάποιο πλεούμενο που σκίζει όπως εμείς τα ήσυχα νερά

 

 

 

Πότε το φτερούγισμα κάποιου πουλιού από τα χιλιάδες του υδροβιότοπου.

 


 

Ειδικά τα τελευταία είναι πανταχού παρόντα. Αρκεί να επικεντρώσεις το βλέμμα στις κορυφές των δέντρων και σε λίγο όλο και κάποιο θα εντοπίσεις να διαγράφεται στο φόντο του ουρανού.

 


 

Το νησί Μαρτζ Λοτζ, από τα μεγαλύτερα του δέλτα, είναι η μικρή πατρίδα πέντε χιλιάδων ανθρώπων σκορπισμένων σε τέσσερις οικισμούς.


Στην επίσκεψή μας στον κυριότερο απ’ αυτούς καταγράφουμε μια ευμεγέθη στρογγυλή εκκλησία καθώς και το «ιερό» δέντρο μπροστά απ’ αυτήν – ή μάλλον, ακριβέστερα, ένα σύμπλεγμα τριών δέντρων αλληλοπλεγμένων μεταξύ τους που συμβολίζουν, λέει, την ειρηνική συνύπαρξη των τριών θρησκειών της χώρας (ισλάμ, χριστιανισμός, ανιμισμός).

 


 

Κατά τα άλλα, κάμποσα ταπεινά σπιτάκια, κατσικάκια και γουρούνια ελεύθερης βοσκής, καθώς και μία σαύρα-δράκος θηριωδών διαστάσεων. Εν ολίγοις τίποτε το αξιοσημείωτο, απλά μια συμπαθητική στάση.

 


 

Μπολόνγκ ονομάζονται τα υφάλμυρα κανάλια μέσα στα οποία ελισσόμαστε από το πρωί, και που συνθέτουν έναν πραγματικό υδάτινο λαβύρινθο.

 

Άλλα πολύ στενά, άλλα φαρδύτερα, χαρακτηρίζονται συνήθως από πυκνή παρόχθια μαγκρόβια βλάστηση από θάμνους και δέντρα, οι ρίζες των οποίων μεγαλώνουν μέσα στο νερό.

 

Ανάλογα το ύψος της παλίρροιας, τμήμα των ριζών αυτών αποκαλύπτονται πάνω από την επιφάνεια για κάποιες ώρες της ημέρας.

 


 

Το περιβάλλον αυτό είναι, κατά πως φαίνεται, ιδιαίτερα ευνοϊκό στην ανάπτυξη οστρακοειδών κι έτσι συναντάμε συχνά πυκνά κατά μήκος των μπολόνγκ τις σχετικές καλλιέργειες για τις οποίες μας μιλούσε η Σελμπέ το προηγούμενο βράδυ, με τα μύδια και τα στρείδια κολλημένα στις ρίζες των μαγκρόβιων.

 


 

Στην πορεία της «κρουαζιέρας» περνάμε κοντά κι από ιδιαίτερα καλόγουστες εγκαταστάσεις, διάσπαρτες στην ακτή κάποιων νησιών. «Τουριστικά καταλύματα», επιβεβαιώνει το προφανές ο πιρογέρης μας ο Ουμάρ. Δεν θα έλεγα πάντως ότι σφύζουν από κίνηση…


 

Παραλία εν όψει! Όχι δεν βγήκαμε (ακόμα) στον Ατλαντικό. Αναφέρομαι σε παραλία παραποτάμια, που δεν έχει ωστόσο να ζηλέψει τίποτε από τις άλλες, τις «κανονικές». Με ψιλή λευκή άμμο και, το πιο αναπάντεχο και απολαυστικό απ’ όλα, με πεντακάθαρα, γαλανά και βαθιά νερά.

 

 

Εδώ θα αράξουμε δυο-τρεις ώρες, για βουτιές και μεσημεριανό με ολόφρεσκα ψάρια στα κάρβουνα.

 


 

Το απογευματάκι φτάνουμε πλέον  στις εκβολές. Ένα μικρό ψαράδικο χωριό σημαδεύει το τέλος της ποταμίσιας διαδρομής και τη συνάντηση με τον αχανή ωκεανό. Πιρόγες, κόσμος και ντουνιάς. Και τα όστρακα βουνό. Κυριολεκτικά.

 


 

Άνθρωποι ολημερίς τσίκι τσίκι, σπάνε κελύφη, συλλέγουν το περιεχόμενο και συσσωρεύουν τα θραύσματα σχηματίζοντας λόφους.  Άνθρωποι που δουλεύουν, τρώνε, κοιμούνται και ξυπνάνε με μόνιμη θέα τον Ατλαντικό. Απ’ όπου και αντλούν τον επιούσιο.

 


 

Στην επιστροφή το ποτάμι θα ντυθεί στα χρυσαφί του δειλινού, με ηχητική επένδυση τη συναυλία των πουλιών που συγκεντρώνονται κατά εκατοντάδες για να κουρνιάσουν παρέα.

 

 


 

Ήδη σπεύδει το λυκόφως, η νύχτα πέφτει πάντα γρήγορα εδώ στους τροπικούς.

 


 

Το βράδυ θα μας βρει και πάλι στην αυλίτσα της Σελμπέ όπου μας περιμένει η φίλη μας, μαζί με μια μακαρονάδα με θαλασσινά.   

 

(Το ταξίδι στη Σενεγάλη συνεχίζεται, με επόμενες στάσεις στο Ζοαλ Φαντιουθ, την Ντακάρ και το νησί Γκορέ, καθώς και το Σεν Λουί και το Εθνικό Πάρκο Ντζουτζ)

 


 

Για περισσότερες φωτογραφίες από τη Σενεγάλη: Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα... 

 

Δείτε το βίντεο από το ταξίδι: ΣΕΝΕΓΑΛΗ-ΜΑΥΡΙΤΑΝΙΑ, ON THE ROAD | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν