ΜΠΟΤΣΟΥΑΝΑ 1 - ΚΑΛΑΧΑΡΙ, Η ΓΗ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΔΙΨΑΣ

Front Picture: 

 

Όποιος φαντάζεται την Καλαχάρι σαν τη Ναμίμπ πλανάται πλάνην οικτράν. Ουδεμία σχέση. Το έδαφός της είναι επίπεδο και αμμώδες, αλλά με μια ξερή ή μισόξερη αραιή χλωρίδα που πρασινίζει κάπως μόνο κατά την εποχή των βροχοπτώσεων. Στην πραγματικότητα είναι η μεγαλύτερη έκταση αμμωδών αποθέσεων του πλανήτη Γη. Ενάμισι εκατομμύριο τετραγωνικά χιλιόμετρα. Είναι "η γη της μεγάλης δίψας" για τους λευκούς Αφρικάνερς αλλά και ένα από τα τελευταία καταφύγια των Βουσμάνων.

 

Του Κώστα Ζυρίνη

Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 185/25.10.2003



Είμαι, λέει, στην Πανεπιστημίου και τρέχω σαν τρελός για να ξεφύγω από τους μπάτσους που με πλησιάζουν όλο και περισσότερο. Φωτιές παντού, εκρήξεις και κραυγές άγριων ζώων. Και δακρυγόνα να σου κόβουν την ανάσα. Δίνω ένα σάλτο αριστερά και βρίσκομαι μπροστά στην είσοδο του Καλλιμάρμαρου.

Μια διμοιρία επιδείξεων κάνει ασκήσεις ακριβείας μπροστά στον Παπαδόπουλο ενώ ο Παττακός του ψιθυρίζει, πάμε να φύγουμε Γιώργο διότι έρχονται τα Ματ. Ξανά κραυγές άγριων ζώων, μπαμπουίνων υποθέτω, κι εγώ μ' ένα παράτολμο πήδημα από τον τοίχο του Αρδηττού προσγειώνομαι μπροστά στο περίπτερο της Μάρκου Μουσούρου χωρίς να σπάσω κανένα κόκαλο.

Στρίβω και βρίσκομαι φάτσα στο Λευκό Πύργο. Πέφτω πάνω στον Κοσκωτά, που φοράει τραγιάσκα, ένα γαρύφαλλο στ αφτί και ντρίλινο παντελόνι. Βάλε και συ μια τραγιάσκα, μου λέει, να γλυτώσεις, να πάρε, και μου δίνει μία που έκρυβε στην κωλότσεπη. Ξανά ουρλιαχτά μπαμπουίνων, και όχι μόνο. Τινάζομαι. Σκοτάδι. Η Ισαβέλλα αλλάζει πλευρό και τότε αρχίζω να συνειδητοποιώ ότι βρίσκομαι στην οροφοσκηνή του φορ γουίλ ντράιβ που μόλις χτες καταβρόχθισε περί τα εκατόν πενήντα χιλιόμετρα κολασμένους αμμόδρομους. Χωρίς να κολλήσει πουθενά. Σκυλί!

Προσπαθώ να διώξω το όνειρο και να κατεβάσω τις τιμές της αδρεναλίνης μου με βαθιές ανάσες. Δεν είναι εύκολο. Ανοίγω μια χαραμάδα στο κλειστό φερμουάρ. Σκοτάδι αλλά όχι και τελείως. Αρχίζω να θυμάμαι πού είμαι. Στη Μποτσουάνα, υποθέτω. Πιάνω το φακό και ρίχνω τη φωτεινή του δέσμη έξω. Μια ύαινα! Ε όχι! Μια ύαινα σουλατσάρει στον καταυλισμό μας. Δεν έχω ξαναδεί ύαινα από τόσο κοντά. Κι αυτή να μη με κοιτάζει καν. Απομακρύνεται. Και τα ουρλιαχτά;

Τι τρέχει; ακούω την Ισαβέλλα να μουρμουράει μισοκοιμισμένη. Τίποτα, καλή μου, έβλεπα ένα όνειρο με μπαμπουίνους. Δεν υπάρχουν μπαμπουίνοι στην Καλαχάρι, μου λέει, οι μπαμπουίνοι είναι πιο βόρεια, στο Δέλτα του Οκαβάνγκο. Άκου φίλε μου, ακόμα και μεσ' απ τον ύπνο της έχει πλήρη επίγνωση του χώρου και του χρόνου. Περίπτωση το άτομο!

Γυρίζει πλευρό και ξανακοιμάται. Ενώ εγώ δε μπορώ να κλείσω μάτι. Διότι οι ύαινες, όπως και τα τσακάλια, τρώνε πτώματα, ή ό,τι τέλος πάντων έχει περισσέψει από το κυνήγι των καθωσπρέπει σαρκοφάγων: των λιονταριών, των γατόπαρδων και των λεοπαρδάλεων, εν προκειμένω. Άρα, αν τριγυρίζουν εδώ γύρω καθωσπρέπει σαρκοφάγα ποιος μου λέει εμένα ότι δεν θα καταδεχτούν και το περίπου λευκό κρέας μου; Και καλά το δικό μου που είναι και λίγο σκληρό λόγω ηλικίας αλλά έχουμε και πιο τρυφερά κρέατα στο κομβόι μας. Του Ορέστη και της μικρής Μαρίας, ας πούμε. Πρελούδιου τέλος.


ΜΕ ΤΗΝ ΤΣΙΜΠΛΑ ΣΤΟ ΜΑΤΙ

Στην Καλαχάρι ο ήλιος δύει απότομα. Και το ίδιο απότομα ανατέλλει. Χτες, ίσα που προλάβαμε, λίγο πριν νυχτώσει, να βρούμε το προσδιορισμένο σημείο του εθνικού πάρκου όπου μας επιτρέπεται να διανυκτερεύσουμε. Στη μέση του πουθενά δηλαδή. Ή, άλλως, στην καρδιά του Εθνικού πάρκου της κεντρικής Καλαχάρι. Το ίδιο κάνει. Διότι πρέπει λέει να εγκαθίστασαι και να διανυκτερεύεις σε πολύ συγκεκριμένα σημεία έτσι ώστε να μη διαταράσσεις το οικοσύστημα, αλλά και να μην κινδυνεύεις από την άγρια πανίδα. Τώρα το τι μας προστατεύει από την άγρια πανίδα εδώ που βρισκόμαστε είναι άλλου παπά ευαγγέλιο. Πάντως τα ουρλιαχτά που άκουσα τη νύχτα και ή ύαινα που είδα κάτω απ το αντίσκηνο δεν ήταν ψευδαισθήσεις. Τώρα πρέπει να ξημερώσει διότι επείγομαι να ικανοποιήσω μια από τις πιο επιτακτικές βιολογικές μου ανάγκες.

Και να που η πύρινη σφαίρα αρχίζει να σκάει μύτη πίσω από έναν κορμό με ξεραμένα κλαριά. Και το θερμόμετρο να υψώνεται επίσης. Ξημέρωμα στην Καλαχάρι. Προσπαθώ να θυμηθώ το όνειρο που μου χάλασε τον ύπνο και τη διάθεση. Ε, λοιπόν, τα όνειρα είναι για να ανατρέπουν οντότητες όπως αυτές του χώρου και το χρόνου. Άναρχα εσωτερικά ταξίδια είναι που χλευάζουν τη λογική και υπονομεύουν την ψυχική σου γαλήνη. Εσωτερικοί τρομοκράτες με γιάφκα το υποσυνείδητο. Τώρα πού διάολο έχουν φυλάξει το χαρτί υγείας, μου λες;

Περίεργο: αυτά τα πουλιά με το τεράστιο κίτρινο και γαμψό ράμφος δε με φοβούνται καθόλου. Ίσως γιατί δεν έχουν κυνηγηθεί ποτέ από άνθρωπο. Ένα απ αυτά έχει πλησιάσει μισό μέτρο απ το πόδι μου. Ξέρω τι θέλει. Κάνα κομμάτι ψωμί θέλει. Και πού να το βρω τώρα, ρε πουλάκι μου; Τέτοια ώρα τέτοια λόγια. Α, να το κωλόχαρτο!


Η ΑΓΡΙΑ ΣΥΜΜΟΡΙΑ


Παίρνουμε τα πρωινά μας σαν άρχοντες στην ισχνή σκιά κάποιων αφυδατωμένων δέντρων με μουσική επένδυση την απίστευτη ηχητική ποικιλία που προκαλούν οι φωνητικές χορδές περίεργων πουλιών. Πώς ζουν; τι τρώνε;


Κι όμως, αυτή η άνυδρη γη σφύζει από ζωή: γκνου, καμηλοπαρδάλεις, γαζέλες, αντιλόπες, όρυχες, σπρίνκμπογκ, σκίουροι, στρουθοκάμηλοι, πουλιά, έντομα...

Ένα σκηνικό στο οποίο ο Δαρβίνος θα περνούσε ευχαρίστως την υπόλοιπη ζωή του.


Όχι, λέει η πάντα καλώς πληροφορημένη Ισαβέλλα, μπορεί η μεγάλη συγκέντρωση των άγριων σαρκοβόρων να παρατηρείται στα βόρεια, και κυρίως στο Δέλτα του Οκαβάνγκο, όπου υπάρχει πλούσια χλωρίδα κι επομένως πολλά χορτοφάγα, πλην όμως μερικά λιοντάρια, τα λιοντάρια της ερήμου όπως τα λένε, ζουν στην Καλαχάρι, στην περιοχή μας. Ο Μαρκ συνηγορεί επικουρικά, μη χάσει! ισχυριζόμενος ότι οι κραυγές που κι αυτός άκουσε τη νύχτα δεν ήταν από μπαμπουίνο αλλά από γκνου. Συμπέρασμα: Χτες τη νύχτα μια αγέλη λιονταριών της ερήμου την έπεσε σ' ένα ή περισσότερα γκνου. Η δε ύαινα που είδα να σουλατσάρει περίμενε απλώς τα αποφάγια. Άντε τώρα μετά απ αυτά να κοιμάσαι ήσυχος στην καρδιά της Καλαχάρι! Αλλά μήπως στην καρδιά της Αθήνας μπορείς να κοιμάσαι ήσυχος;


Χτες οδηγήσαμε όλη την ημέρα μέσα στην Καλαχάρι. Και συγκεκριμένα διασχίσαμε, από ανατολικά προς τα δυτικά μέχρι τη μέση του, το κεντρικό εθνικό πάρκο της Μποτσουάνα που, έτσι όπως είναι οριοθετημένο στο χάρτη, το υπολογίζω γύρω στα πενήντα δύο χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προστατευόμενη περιοχή σ' ολόκληρη την Αφρική. Τρία εγκαταλειμμένα αυτοκίνητα συναντήσαμε μέχρις εδώ. Τα δύο σχεδόν σκουριασμένα απ την πολυκαιρία. Σκελετοί. Κουφάρια της ερήμου. Το τρίτο, βρισκόταν τουμπαρισμένο και στραπατσαρισμένο μέσα σε μια ξερή εποχική κοίτη. Θα πρέπει να κόλλησε πρόσφατα διότι δεν έχει αρχίσει ακόμα να σκουριάζει. Και πώς να ρυμουλκήσει κανείς ένα όχημα από δω; Αν τα φτύσει τα 'φτυσε. Κι άντε μετά να περιμένεις σωστικά συνεργεία. Ας πρόσεχες, σου λέει. Η Καλαχάρι δέχεται όποιους την αντέχουν και τη σέβονται.

Κάπου εκεί στις παρυφές, πριν μπούμε στα όρια του εθνικού πάρκου, σταθήκαμε και στο μοναδικό χωριό που συναντήσαμε στο διάβα μας. Τι χωριό δηλαδή, δυο-τρία σόγια όλα κι όλα, και πολλά λέω.  

 

Σπίτια από λάσπη και μπουγάδα ανεμίζουσα. Τα παιδιά τσούρμο, οι γυναίκες σε ρόλο οικοδόμου να φτιάχνουν λάσπη, και ο ένας και μοναδικός αρσενικός να παρακολουθεί αραχτός. Που πήγανε οι υπόλοιποι άντρες; Απάντηση δεν πήραμε. Σε ποια γλώσσα εξάλλου; Μόνο ένα επίμονο αίτημα για τσιγάρα το οποίο και ικανοποιήσαμε.



Η πυξίδα μου αποδείχτηκε άχρηστη. Οι πυξίδες στη στεριά είναι χρήσιμες μόνο όταν έχεις κάποια σημεία αναφοράς στο γήινο ανάγλυφο. Αν δεν έχεις την έβαψες. Όπου μας βγάλει ο αμμόδρομος και η τύχη μας, λοιπόν. Σημασία έχει ν' ακολουθείς τις ροδιές των προηγούμενων. Αλλά και πάλι, ποιος μου εγγυάται ότι οι προηγούμενοι δεν κατέληξαν στο γάμο του Καραγκιόζη; Πήραμε τη ζωή μας λάθος! Και το κινητό του Μαρκ δεν πιάνει σήμα. Σκατά! Δεν θέλω ούτε να το σκέφτομαι. Πάντως έχουμε νερό και τρόφιμα για μια βδομάδα, τι διάολο!

Κατά τον άδηλο φυσικό μας καταμερισμό η Ισαβέλλα και ο Μαρκ είναι για να μας χαράζουν την πορεία, να διαχειρίζονται το χρήμα όπου δει και να κλείνουν θέσεις στα εθνικά πάρκα και στις ιδιωτικές φάρμες.

Ο Ορέστης είναι γενικών καθηκόντων με ειδικότητα τον δια της κιθάρας του μουσικό μας ευδαιμονισμό λίγο πριν νυχτώσει. Αλλά και λίγο μετά, για να 'χουμε καλό ύπνο. Επίσης γενικών καθηκόντων είναι και η Γιάννα με εξειδίκευση στο πλύσιμο των πιατικών, στις μπουγάδες και στο να κάνει τράκα τα δικά μου μανταλάκια με τόσα που πλένει κάθε φορά. Μόνο που εδώ στην καρδιά της Καλαχάρι το νερό είναι χρυσός. Για λίγες μέρες πρέπει να κάνουμε πολιτική ειρηνικής συνύπαρξης με τη βρώμα μας, τι να γίνει; Τα υδάτινα αποθέματά μας είναι ίσα για να ξεδιψάμε και να μαγειρεύουμε.  Η μικρή Μαρία, η οποία είναι ικανή να χαϊδέψει λεοπάρδαλη αλλά και να βάλει τις τσιρίδες στη θέα του πρώτου σκαραβαίου, είναι για να μας θυμίζει την άγρια πανίδα του ευρωπαϊκού άστεως απ την οποία προερχόμαστε. Όσο για μένα... κατατρύχω την ομάδα από την προμηθεϊκή μου μανία για τη φωτιά. Βραδινός ψήστης λουκάνικων, μπιφτεκιών και κοψιδίων γενικώς.


ΠΕΡΙ ΑΜΜΩΔΩΝ ΑΠΟΘΕΣΕΩΝ


Όποιος φαντάζεται την Καλαχάρι σαν τη Ναμίμπ ή τη Σαχάρα πλανάται πλάνην οικτράν. Ουδεμία σχέση. Κατά πρώτον εδώ δεν υπάρχουν οι γνωστές θεαματικές αμμοθίνες των καρτ ποστάλ. Το έδαφος της Καλαχάρι είναι επίπεδο και, βεβαίως, αμμώδες αλλά με μια ξερή ή μισόξερη αραιή χλωρίδα που πρασινίζει κάπως μόνο κατά την εποχή των βροχοπτώσεων. Στην πραγματικότητα η Καλαχάρι είναι η μεγαλύτερη έκταση αμμωδών αποθέσεων του πλανήτη Γη.


Δυόμισι χιλιάδες χιλιόμετρα από το νοτιότερο σημείο της, στον ποταμό Οράγγη, μέχρι το βορειότερο προς το Κονγκό. Ενάμισι εκατομμύριο τετραγωνικά χιλιόμετρα άμμου που τη μοιράζονται εφτά χώρες: η Νότια Αφρική, η Ναμίμπια, η Αγκόλα, η Ζάμπια, το Κονγκό, η Ζιμπάμπουε, και, κυρίως, η Μποτσουάνα. Το βάθος της άμμου σε μερικά σημεία φτάνει στα τριακόσια μέτρα. Στην Καλαχάρι, επίσης, σε αντίθεση με τη Σαχάρα και τη Ναμίμπ, ζουν μεγάλα κοπάδια χορτοφάγων που μεταναστεύουν εποχικά, όπως τα γκνου ας πούμε, ανάλογα με το πού σχηματίζονται νερόλακκοι και βγάζει η γης χορτάρι. Είναι "η γη της μεγάλης δίψας" για τους λευκούς Αφρικάνερς αλλά και ένα από τα τελευταία καταφύγια των Βουσμάνων, της αρχαιότερης φυλής της αφρικανικής ηπείρου.

Οι πυξίδες μας λένε πως κατευθυνόμαστε βορειοανατολικά, προς το δέλτα του Οκαβάνγκο, κι εμείς τρέφουμε την αισιοδοξία πως κάποτε θα φτάσουμε και κει. Ένα πουφ ειν η ζωή έλεγε ο Βάρναλης.

Κανονικά οι αρμόδιοι δεν στο συνιστούν να βγαίνεις απ το αυτοκίνητο και να σουλατσάρεις στην έρημο σα να είσαι στο πάρκο της γειτονιάς σου. Κι αυτό για δύο λόγους: ο ένας είναι για να μην ενοχλείς τα ζώα και ο δεύτερος είναι για τη δική σου ασφάλεια.

Αυτό βέβαια δε μπορεί να ισχύσει για κάποιον που ήρθε από την Αθήνα μέχρις εδώ για να φωτογραφίσει για το Γεώ, έτσι δεν είναι; Σταματώ και βγαίνω με τη Χάιδω, τη φωτογραφική μου, επί σκοπόν. Ένα ζωάκι σαν τεράστιο κουνάβι, κάθε άλλο παρά συμπαθητικό, βαριανασαίνει στο χείλος της επίγειας φωλιάς του.


Η παρουσία ενός ζεύγους τσακαλιών, τριακόσια μέτρα πιο κει, με κάνει να πιστεύω πως είναι ετοιμόψοφο. Το πλησιάζω πολύ αργά, ως συνήθως,  αλλά το μυαλό μου το έχω περισσότερο πίσω μου παρά στο φανερό αντικείμενο του φωτογραφικού μου πόθου. Διότι αν είναι να σου 'ρθει από κάπου, από πίσω θα σου ‘ρθει. Στον πόλεμο πρέπει να φυλάς τα νώτα σου, που λένε και οι στρατηγοί, των οποίων τα νώτα φαίνεται πως κάτι ξέρουν. Το ζωάκι δε δείχνει να με φοβάται αλλά μια συγκέντρωση από καφετιές γαζέλες σπρίνγκμπογκ λίγο μακρύτερα δείχνει αναστατωμένη. Πάντως όχι εξαιτίας μου. Κάτι τρέχει. Οι άλλοι από τ' αυτοκίνητα μου κάνουν απεγνωσμένα νοήματα γύρνα πίσω, γύρνα πίσω. Γύρισα. Τι είχαν δει; έναν αγριόχοιρο είχαν δει. Σπουδαία τα λάχανα, ρε σύντροφοι! Εγώ με τους αγριόχοιρους είχα πάντα καλές σχέσεις. Αλλά αν είναι να κάνουν έτσι για έναν αγριόχοιρο τι θα κάνουν στο Οκαβάγκο όπου θα πρέπει να πλησιάσω τα λιοντάρια πεζός; Θα το μάθεις στο επόμενο άρθρο. 

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ


Δεν ξέρω σε ποιον καταυλισμό είμαστε προγραμματισμένοι να διανυκτερεύσουμε σήμερα. Εκείνο που έχει σημασία είναι κάθε φορά να φτάνουμε κάπου πριν νυχτώσει. Ο Μαρκ πηγαίνει μπροστά κρατώντας τη συμφωνημένη απόσταση ασφαλείας ώστε αφενός να μην χάνουμε την μεταξύ μας οπτική επαφή κι αφετέρου να μη βρισκόμαστε πολύ κοντά ο ένας με τον άλλο. Διότι, κατά κανόνα, στην άμμο δεν είναι για να σταματάς ή ν' αλλάζεις ταχύτητα. Έτσι και σταματήσεις κόλλησες. Κι έτσι και κολλήσεις κακά ξεμπερδέματα. Δε σου λέω τίποτα! Η δυσκολία γενικώς έγκειται στην αλλαγή ταχυτήτων, στο πού πατάν οι ρόδες σου και στο πώς κόβεις το τιμόνι αφού σ' αυτή την άμμο, πολλές φορές, για να πας ίσια πρέπει οι ρόδες σου να είναι στραμμένες δεξιά, ή αριστερά.


Κι όταν το τραγουδιστικό μου ρεπερτόριο από Θεοδωράκη έως Ζαμπέτα εξαντλείται, ή όταν απλώς η Ισαβέλλα και ο Ορέστης δεν αντέχουν άλλο τον τραγουδιστικό μου οίστρο... Και τώρα κάνε μας ένα μάθημα φυσικής ιστορίας, λέω στην Ισαβέλλα, πες μας γι αυτόν τον όρυχα, τι είναι ο όρυξ; Έτσι για να ξέρουμε και τι θα γράψουμε, δηλαδή.

Άλλο που δεν ήθελε! Ο όρυξ, αρχίζει, είναι βασικά ένα κερασφόρο χορτοφάγο από τα πιο ανθεκτικά στις ακραίες συνθήκες της ερήμου. Μπορεί να ζήσει πολύ καιρό χωρίς να πιει νερό, που το παίρνει κυρίως απ την τροφή του, και ανεβάζει τη σωματική του θερμοκρασία σε πολύ υψηλά επίπεδα. Μ' αυτόν τον τρόπο δεν ιδρώνει κι έτσι δεν έχει απώλειες σε υγρασία.

Και τα δύο φύλλα διαθέτουν κέρατα μήκους έως ένα μέτρο και είκοσι εκατοστά. Το βάρος τους κυμαίνεται ανάμεσα στα εκατόν ογδόντα έως και διακόσια σαράντα κιλά και το ύψος τους, μέχρι τον ώμο, φτάνει το ένα και είκοσι. Είναι ίσως από τα ελάχιστα χορτοφάγα που αν τα πάρουν στο κρανίο την πέφτουν ακόμα και σε λιοντάρια...

Ένα τζιπ με Ιταλούς έχει κολλήσει. Αν σταματήσουμε για να βάλουμε ένα χεράκι υπάρχει κίνδυνος να κολλήσουμε κι εμείς. Να σταματά κανείς ή να μη σταματά; Ιδού η απορία. Σταματήσαμε. Χειρόφρενο. Ερχόμαστε κομπάνιοι, ερχόμαστε!           

 

Για περισσότερες φωτογραφίες: 

 

 

Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα... 

 

Διαβάστε επίσης:

 

ΜΠΟΤΣΟΥΑΝΑ 2 - ΟΚΑΒΑΝΓΚΟ, Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΔΕΛΤΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν