ΚΑΜΠΟΤΖΗ 2 - ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΝΟΜ ΠΕΝΧ ΣΤΗΝ ΑΝΓΚΟΡ, ΣΤΗ ΓΗ ΤΩΝ ΧΜΕΡ
Η περιοχή που διασχίζουμε είναι μετριοπαθώς υπέροχη. Τα ταπεινά αγροτόσπιτα, ανορθωμένα στα ξύλινα ποδάρια τους και πνιγμένα στο τροπικό λουλουδικό, κλέβουν την παράσταση, γαλήνια καθρεφτιζόμενα σε όσες λιμνούλες δεν έχουν ακόμα πλήρως σκεπαστεί από λωτούς και νούφαρα. Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι ένα εντελώς ισόπεδο πεδινό τοπίο θα μπορούσε να προκαλέσει τέτοια ρίγη αισθητικής συγκίνησης, ακτινοβολώντας με τόσα εκθαμβωτικά χρώματα γης κι ουρανού.
Κείμενο: Ισαβέλλα Μπερτράν
Φωτό: Κώστας Ζυρίνης
Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 300 / 14.01.2006
Προηγείται:
ΚΑΜΠΟΤΖΗ 1 - ΠΝΟΜ ΠΕΝ, ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΚΟΚΚΙΝΟΥΣ ΧΜΕΡ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
Γενάρης 2001 - Όταν ο δρόμος για την Ανγκόρ ήταν ακόμη περιπέτεια
- Oh no, madam, not possible! Μετά από τέτοια βροχή, μόνο τζιπ μπορεί να φτάσει στη Σιεμ Ριπ. The road is very bad.
- Μα έβρεξε ελάχιστα, ούτε μισή ώρα! Πόσο bad είναι δηλαδή ο δρόμος ώστε να κόβονται οι συγκοινωνίες με μερικές σταγόνες;
- Bad, bad, very VERY bad!
Λάσπη παντού, επιμένει ο νεαρός της ρεσεψιόν μπροστά στο προβληματισμένο ύφος μου που πιθανότατα εξέλαβε ως ευθεία αμφισβήτηση του βάσιμου των λεγόμενών του. Kι ως προς το τελευταίο ίσως και να μην έχει άδικο εδώ που τα λέμε, αλλά πως δηλαδή να μη μου γεννηθούν αμφιβολίες όταν ο ίδιος λες και φροντίζει επί τούτου να αυτοαναιρείται υπογραμμίζοντας τα δυσάρεστα μαντάτα μ’ ένα ηλιόλουστο χαμόγελο σαν ανθισμένος λωτός σε λίμνη;
Τόσες μέρες στην Καμπότζη, κι όμως ακόμα να συνηθίσω τους ιδιαίτερους εκφραστικούς κώδικες των γηγενών - κοινούς λίγο πολύ σε όλες τις χώρες της πρώην γαλλικής Ινδοκίνας - που προφανώς αντανακλούν την πολύ διαφορετική αντίληψη και στάση των ανθρώπων απέναντι στις μικρές και μεγάλες δυσκολίες της ζωής. Εξ’ ου και το φαινόμενο οι όποιες αναποδιές να ανακοινώνονται συνήθως σε εύθυμο τόνο τηλεπαρουσιαστή, και μάλιστα τόσο πιο εύθυμα όσο σοβαρότερες οι συνέπειές τους.
Δίνεις την παραγγελία σου στο εστιατόριο κι ο σερβιτόρος σε κοιτάει μ’ ένα ελαφρύ υπομειδίαμα στα χείλη; Το πιθανότερο είναι πως δεν πρόκειται για καμάκι, αλλά πως ετοιμάζεται να σε πληροφορήσει ότι είναι very sorry αλλά δυστυχώς κανένα από τα επιθυμητά εδέσματα δεν είναι διαθέσιμο.
Πας στο γκισέ της αεροπορικής εταιρείας να αντλήσεις πληροφορίες για την πτήση σου που καθυστερεί; Το απαστράπτον χαμόγελο υποδοχής της υπαλλήλου θα πρέπει να σε ψυλλιάσει πως όχι μόνο το αεροπλάνο σου αργεί ακόμα πολύ αλλά ότι μάλλον χάνεις και την ανταπόκριση.
Το όχημα που σε μεταφέρει παρουσίασε βλάβη σε απόσταση εκατό χιλιομέτρων από οποιαδήποτε κατοικημένη περιοχή; Θα καταλάβεις ότι πρόκειται το λιγότερο για μπιέλα από την έκφραση υπέρτατης ευδαιμονίας στο πρόσωπο του οδηγού τη στιγμή που θα σε διαβεβαιώνει ότι no problem madam, θα βρεθεί λύση.
Το δε πιο παράδοξο απ’ όλα εντοπίζεται σ’ αυτό ακριβώς το τελευταίο σημείο: ότι πράγματι, σε πείσμα του νόμου των πιθανοτήτων και κάθε κοινής (δυτικής) λογικής, πάντα μα πάντα, στο τέλος βρίσκεται κάποια λύση. Έστω κι αν δεν είναι ακριβώς αυτή που υπολόγιζες, έστω κι αν δεν προκύπτει από εκεί που περίμενες.
Όπως τώρα για παράδειγμα το πρόβλημα της μετακίνησής μας που μόλις λύθηκε μέσω του Φου, πλασιέ το επάγγελμα, σε σαπούνια, τσάι, και αρωματικά ξυλάκια προσευχής. Περαστικός με την πραμάτεια του από το ξενοδοχείο μας στην Πνομ Πενχ, άκουσε τη συζήτηση περί αναζήτησης κατάλληλου μεταφορικού μέσου και ιδού:
Ο δρόμος, λέει, μέχρι την Κόμπονγκ Τσαμ δεν παρουσιάζει πρόβλημα, καθότι ασφαλτοστρωμένος σε όλο του το μήκος. Να μας πετάξει μέχρι εκεί με το αυτοκίνητο του θείου του; Με μεγάλη μας χαρά κι ευχαριστούμε για την πρόταση αλλά μετά την Κομπόνγκ Τσαμ τι γίνεται; Ω, μα κανένα πρόβλημα, από εκεί και πέρα θα μας αναλάβει ο ξάδελφός του ο Ντένγκ. Μάλιστα.
Και με ποιον ακριβώς τρόπο «θα μας αναλάβει» ο εν λόγω ξάδελφος; Α, μα ο Ντενγκ επιβλέπει τα έργα οδοποιίας της περιοχής, και πηγαινοέρχεται τον υπό κατασκευή δρόμο για τη Σιεμ Ριπ δυο φορές τη βδομάδα, οπότε no problem, ευκαιρίας δοθείσης μετατρέπει το τζιπ της υπηρεσίας σε (λαθραίο) αγοραίο και όλα καλά για όλους.
Γάμος στα ερείπια
Ο δρόμος για την Κομπόγκ Τσαμ είναι πράγματι άνετος όπως τον περιέγραψε ο Φου. Όσο για τον ίδιο, δείχνει τόσο ευχαριστημένος και χαμογελαστός στο τιμόνι που αρχίζω ν’ ανησυχώ. Λες να επίκειται βλάβη;
- Everything OK, Φου;
- Οh yes madam!
Αφοσιώνομαι στις εικόνες που παρελαύνουν μπροστά μου. Στο απέραντο ψηφιδωτό των ορυζώνων που ψαλιδίζει στα δύο το γκρίζο λεπίδι της ασφάλτου. Στις ευθύγραμμες συστάδες των κοκκοφοινίκων, ψηλόλιγνοι κορμοί σαν γιγάντια δόντια από μακριές οριζοντιωμένες χτένες που ξαίνουν τον ουρανό γεμίζοντας μαλλιαρές πράσινες τούφες στις άκρες τους. Στο ράθυμο βηματισμό των ζεμένων νεροβούβαλων καθώς σέρνουν το αλέτρι χαράζοντας αυλάκια στα φρεσκοοργωμένα χωράφια. Στη νωχελική οκνηρία των ελεύθερων υπηρεσίας συντρόφων τους, ηδονικά παραδομένων στο λασπόλουτρό τους, ασώματες κεφαλές που επιπλέουν κατά δεκάδες στην επιφάνεια των νερόλακκων με το υπόλοιπο σώμα βυθισμένο στο βούρκο.
Η επίσκεψη καθοδόν στο ναό του Βατ Νοκόρ, τμήματα του οποίου χρονολογούνται από τον 8ο κιόλας αιώνα, αποτελεί την καλύτερη ίσως δυνατή εισαγωγή στην λεγόμενη προαγκοριανή αρχιτεκτονική. Αυτός εξ’ άλλου είναι κι ένας από τους βασικούς λόγους που επιλέξαμε να μεταβούμε οδικώς από την Πνομ Πένχ στη Σιεμ Ριπ διανυκτερεύοντας ενδιαμέσως κατά βούληση: Να προσεγγίσουμε τον μεγάλο πολιτισμό των Χμερ στο ρυθμό που του αξίζει. Να βαφτιστούμε σ’ αυτόν σταδιακά και όχι να προσκρούσουμε πάνω του εκτοξευμένοι από τον καταπέλτη κάποιου αεροπλάνου. Να προετοιμαστούμε ψυχικά και πνευματικά για τη συνάντησή μας με τη μυθική Ανγκόρ, ανεβαίνοντας βήμα βήμα τον ρου της Ιστορίας, επισκεπτόμενοι τα μνημεία-προπομπούς της, πριν καταλήξουμε εκεί ως τον κολοφώνα του ταξιδιού μας.
Στο Βατ Νοκόρ μας περιμένει μια έκπληξη: Περνώντας δίπλα από την πνιγμένη στα νούφαρα λιμνούλα του προαύλιου χώρου, μια γαμήλια πομπή βαδίζει αργά προς την μισοερειπωμένη κεντρική πύλη του αρχαίου ναού για να χαθεί σχεδόν αμέσως πίσω από τα επιβλητικά εξωτερικά τείχη. Μα για που το βάλανε όλοι αυτοί;
Το μυστήριο λύνεται λίγο αργότερα, όταν προχωράμε κι εμείς προς στο εσωτερικό, διασχίζοντας διαδοχικά τρεις σειρές προστατευτικών τειχών μέσα από ισάριθμες περίτεχνα διακοσμημένες goroupas πρόσβασης: Ανάμεσα στα υπερχιλιόχρονια ντουβάρια, στην καρδιά σχεδόν του αρχαιολογικού χώρου, ορθώνεται χρυσοσκέπαστος βουδιστικός ναός σχετικά πρόσφατης κατασκευής όπου το ζευγάρι των μελλονύμφων ήρθε να τελέσει τον γάμο του.
Γυναίκες-άντρες σημειώσατε ένα
Η Κομπόνγκ Τσαμ, τρίτη σε μέγεθος πόλη της Καμπότζης δεν είναι στην ουσία παρά ένα μεγάλο απλωμένο χωριό κατά μήκος του Μεκόνγκ, όπου οι φτωχικές πασσαλόπηκτες ή πλωτές παρόχθιες καλύβες του κουρνιάζουν στη σκιά του πλέον σύγχρονου κατασκευαστικού αποκτήματος της χώρας, της αποκαλούμενης «Γέφυρας της Φιλίας».
Ατενίζουμε το νεότευκτο έργο από τα παράθυρα του παραποτάμιου ξενοδοχείου μας, που αποτέλεσε μέχρι πρότινος στρατηγείο των γιαπωνέζων εργολάβων, μα που τώρα πια, μετά την αποχώρησή τους, δύσκολα σταυρώνει πάνω από δέκα πελάτες τη βδομάδα.
Μόλις εκατόν είκοσι χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα, και παρά τις προθέσεις ανάπτυξης που υποδηλώνει η μεγαλεπήβολη γέφυρα πάνω από το Μεκόνγκ, είναι φανερό ότι έχουμε ήδη μπει στην επικράτεια μιας «άλλης» Καμπότζης εκτός τουριστικών διαδρομών, μιας Καμπότζης εν πολλοίς άγνωστης κι ακόμα ανέπαφης.
Ο Φου σε μια κρίση ρομαντισμού θέλει να μας πάει λίγο έξω από την πόλη να χαρούμε το ηλιοβασίλεμα από τους δίδυμους ναούς Phnom Pros και Phnom Sri. Γιατί όχι; καλό ακούγεται. Καθοδόν μαθαίνουμε και τον σχετικό μύθο που συνοδεύει την καταβολή τους, και που σε δική μου ελεύθερη μετάφραση έχει περίπου ως εξής:
Τα παλιά χρόνια λέει, το έθιμο του τόπου ήθελε οι προτάσεις γάμου να γίνονται από τις γυναίκες και όχι από τους άντρες. Φαίνεται όμως ότι – όχι άδικα - η συνήθεια αυτή δεν πολυάρεσε στις ενδιαφερόμενες. Δεν φτάνει, σκέφτηκαν, που τραβολογιόμαστε στα χωράφια, γεννάμε παιδιά αβέρτα κουβέρτα και φορτωνόμαστε καπάκι όλη τη λάντζα του σπιτιού, σαν πολύ δεν πάει να ζητάμε τους άντρες σε γάμο; Νισάφι! Ας κάνουν κι αυτοί κάτι. Ας μας φλερτάρουν επιτέλους, ας μας δώσουν τη χαρά ν’ ακούσουμε πόσο μοναδικές κι ανεπανάληπτες είμαστε, ας ξηλωθούν να μας προσφέρουν και κάνα λουλούδι, κάνα δωράκι στη γιορτή μας, τουλάχιστον μέχρι να μας ρίξουν, γιατί μετά άσε…
Οπότε μια και δυο, συγκροτήθηκε η σχετική θηλυκή αντιπροσωπεία και έθεσε στους άντρες τα καθέκαστα: Τέρμα το έθιμο, η τράπουλα θα ξαναμοιραστεί από το μηδέν.
- Δηλαδή;
- Δηλαδή τους βλέπετε αυτούς του δυο λόφους εκεί απέναντι;
- Τους βλέπουμε.
- Ε λοιπόν θα πιάσουμε εμείς τον ένα κι εσείς τον άλλο και θ’ αρχίσουμε να χτίζουμε στην κορυφή τους από ένα ναό. Όποια ομάδα προχωρήσει περισσότερο το κτίσμα μέχρι την ανατολή κερδίζει, κι αυτόματα περνάει στην άλλη πλευρά η ευθύνη των προτάσεων γάμου -μαζί με τις πιθανές χυλόπιτες. Σύμφωνοι;
- Τι πάει να πει σύμφωνοι; Μήπως έχουμε κι άλλη επιλογή;
Οπότε να’ σου όλοι κι όλες με τα μούτρα στη ναοδόμηση, ώσπου λίγες ώρες πριν το χάραμα:
- Κορίτσια την πατήσαμε, δείτε, οι άντρες έχουν πάρει κεφάλι, αποκλείεται να τους προλάβουμε.
Μα φαίνεται πως στην αρχαία Καμπότζη ο Οδυσσέας ήταν γένους θηλυκού, εξ’ ου και η πρόταση κάποιας πονηρής από την παρέα:
- Ας ανάψουμε λοιπόν μια μεγάλη φωτιά πίσω από το λόφο, να μπερδέψουμε τους άντρες ότι αρχίζει να ανατέλλει. Λίγο η κούρασή τους, λίγο η βεβαιότητά τους ότι μας έχουν νικήσει, να δείτε που θα την πέσουν για ύπνο, οπότε εμείς συνεχίζουμε μόνες μας και μπορούμε να τους κερδίσουμε.
Κι έτσι κι έγινε. Κι όταν οι άντρες ξύπνησαν το πρωί, είδανε τις γυναίκες να ξεκουράζονται μπροστά στον τελειωμένο ναό τους ενώ ο δικός τους είχε δεν είχε φτάσει μέχρι το πανωσήκωμα.
Από τότε βέβαια, αμφότεροι οι ναοί όχι μόνο ολοκληρώθηκαν αλλά υπέστησαν κι αρκετές προσθήκες και αλλαγές μεταγενέστερης τεχνοτροπίας, έτσι που το τελικό αποτέλεσμα να παρουσιάζει - τουλάχιστον για τα δικά μου γούστα – και ορισμένες αισθητικές δυσαρμονίες, για να μην πω ότι φλερτάρει ολίγον με το κιτς. Μα κι έτσι ακόμα η βόλτα έχει την αξία της. Αν μη τι άλλο για την εμπειρία της μεταδοτικής γαλήνης που αποπνέει η σιωπηλή συρροή δεκάδων προσκηνητών, αλλά και για την άπαρτη θέα πάνω από την πεδιάδα.
Ξεχασμένη πολιτεία
Ο Ντενγκ ξεπερνάει ακόμα και τον Φου σε χαμόγελο ευτυχίας καθώς ελίσσεται επιδέξια ανάμεσα στις γούβες, τα σαμαράκια και τις παρακαμπτήριες της δύσβατης διαδρομής που ενώνει την Κόμπονγκ Τσαμ με την Κόμπογκ Τόμ. Επιμένει δε ότι, σε λιγότερο από ένα χρόνο, το απέραντο εργοταξιακό λασποδρόμιο όπου προχωράει τώρα μουγκρίζοντας το μεγάλο τζιπ του καμποτζιανού ΥΠΕΧΩΔΕ θα έχει παραχωρήσει τη θέση του σε μια πλήρως ασφαλτοστρωμένη «εθνική οδό».
Καλά, εντάξει, όσο γι αυτό... Κάτι ξέρουμε και στην Ελλάδα από δημόσιες υπηρεσίες κι εργολάβους.
Ωστόσο η περιοχή που διασχίζουμε είναι μετριοπαθώς υπέροχη. Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι ένα εντελώς ισόπεδο πεδινό τοπίο θα μπορούσε να προκαλέσει τέτοια ρίγη αισθητικής συγκίνησης, ακτινοβολώντας με τόσα εκθαμβωτικά χρώματα γης κι ουρανού.
Άσε πια τα ταπεινά αγροτόσπιτα που κλέβουν την παράσταση, ανορθωμένα συνήθως στα ξύλινα ποδάρια τους δίπλα σε ρυζοχώραφα και άλλες καλλιέργειες, πνιγμένα στο τροπικό λουλουδικό και τα μποστάνια, και γαλήνια καθρεφτιζόμενα σε νερόλακκους και λιμνούλες εφόσον αυτές δεν έχουν ακόμα πλήρως σκεπαστεί από λωτούς και νούφαρα.
Η επαρχία της Κομπονγκ Τομ είναι γνωστή για δύο πράγματα: κατ’ αρχάς για τον αρχαιολογικό χώρο του Σάμπορ Πρέι Κουκ, παλιά πρωτεύουσα του βασιλείου του Τσενλά, και καμάρι του ιδρυτή της Ισαναβαρμάν του Πρώτου τον 7ο μ.Χ. αιώνα, και κατά δεύτερον ως η γενέτειρα του περιττών λοιπών συστάσεων Πολ Ποτ.
Και καθώς η Ιστορία καμιά φορά αρέσκεται να διαπλέκεται με τον εαυτό της, να που ο Πολ Ποτ διάλεξε έναν ιδιάζοντα τρόπο να επανασυνδεθεί εμμέσως με το ένδοξο παρελθόν του γενέθλιου τόπου του μετατρέποντας τον αρχαίο χώρο του Σάμπορ Πρει Κουκ σε καταφύγιο των Κόκκινων Χμερ στη διάρκεια του καμποτζιανού εμφύλιου.
Αποτέλεσμα: ακόμα και σήμερα πιθανολογείται πως δεν έχουν εντοπισθεί και εξουδετερωθεί πλήρως από τα συνεργεία εκκαθάρισης οι εκατοντάδες νάρκες που φυτεύτηκαν τότε στην περιοχή. Κατά συνέπεια «ούτε μέτρο έξω από το μονοπάτι» είναι η ρητή οδηγία του Ντεγκ, και την τηρούμε κατά γράμμα βαδίζοντας ο ένας πίσω από τον άλλο τη σκιερή διαδρομή που οδηγεί στα ερείπια της αρχαίας προανγκοριανής πολιτείας.
Τρία ναϊκά συμπλέγματα, από τούβλο και ψαμμόλιθο, όλα αφιερωμένα στον Σίβα.
Δεκάμετροι πύργοι, τετράγωνοι, ορθογώνιοι και οκτάγωνοι, καλυμμένοι ρίζες κι αναρριχόμενα φυτά, στεφανωμένοι με κλήματα και συχνά υποβασταζόμενοι από κορμούς ενσωματωμένους με τα χρόνια στο ίδιο το οικοδόμημα.
Σποραδικά διακοσμητικά μοτίβα, που προαναγγέλλουν ήδη, έξι αιώνες πριν την οικοδόμηση του Ανγκόρ Βατ, την μετέπειτα καλλιτεχνική έκρηξη του μεγάλου πολιτισμού των Χμερ.
Κι όλα αυτά καταχωνιασμένα βαθειά, στην απόλυτη μοναξιά μιας πυκνής ζουγκλοειδούς βλάστησης, στη σκιά πανύψηλων αιωνόβιων δέντρων, έτσι που να σε διαπερνά η γοητευτική αυταπάτη πως στα δικά σου μάτια και μόνο αποκαλύπτεται για πρώτη φορά αυτή η από αιώνες ξεχασμένη πολιτεία, και πως σε σένα έλαχε κατά συνέπεια η μεγάλη τιμή να την κάνεις γνωστή στην οικουμένη.
Λίγο πριν την Ανγκόρ
Επιστροφή στο σήμερα, και στα μικρά που συνθέτουν την καθημερινότητα του τόπου. Μια μεγάλη χαλαρωτική βόλτα στην κεντρική αγορά της Κομπόνγκ Τομ είναι ό,τι πρέπει για να επανασυνδεθούμε με το παρόν. Και μια καλή ευκαιρία επίσης για να διαλέξουμε ένα ώριμο δροσερό καρπούζι και να το απολαύσουμε καθισμένοι σε κάποιο πεζούλι χαζεύοντας τους ψαράδες που ρίχνουν τα δίκτυα τους – πού αλλού - στο Μεκόνγκ.
Στο Μεκόνγκ που δεν τον διασχίζει εδώ καμιά θεαματική γιαπωνέζικη κατασκευή από μπετόν παρά μια πανάρχαια σκουριασμένη σιδερένια γέφυρα, η οποία διαμαρτύρεται βογκώντας και τρίζοντας κάθε που περνάει από πάνω της κάποιο όχημα μεγαλύτερο από παπάκι.
Αύριο θα είναι η σειρά μας να την καταπονήσουμε με το βάρος μας ξεκινώντας για το τελευταίο και πιο ξεχαρβαλωμένο τμήμα της διαδρομής μας. Μια μέρα πριν την Ανγκόρ, ο Ντεγκ μας έχει τάξει ακόμα περισσότερες λάσπες, μπόλικα δύσκολα περάσματα αλλά και μια πέτρινη ανγκοριανή γέφυρα του 13ου αιώνα να τρίβεις τα μάτια σου.
Υστερόγραφο
Τελικά ο Ντεγκ είχε σε όλα δίκιο: Ο δρόμος που ενώνει την Πνομ Πενχ με την Σιεμ Ριπ πράγματι ολοκληρώθηκε εμπρόθεσμα και είναι μάλιστα αυτή τη στιγμή ο καλύτερος όλης της χώρας. Η δε κακοτράχαλη διαδρομή που βιώσαμε εμείς το 2001 πραγματοποιείται πλέον σε μόλις έξι ώρες με άνετα λεωφορεία της γραμμής. Χάθηκε βέβαια η αίσθηση της περιπέτειας, την ίδια όμως στιγμή έγινε προσπελάσιμη μια από τις ομορφότερες περιοχές της Καμπότζης ενώ άνοιξε για όλους ο φυσικός ιστορικός δρόμος προς την Ανγκόρ.
Για περισσότερες φωτογραφίες: Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν | Πάμε γι' άλλα...
Διαβάστε επίσης:
ΚΑΜΠΟΤΖΗ 1 - ΠΝΟΜ ΠΕΝ, ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΚΟΚΚΙΝΟΥΣ ΧΜΕΡ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΚΑΜΠΟΤΖΗ 2 - ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΝΟΜ ΠΕΝΧ ΣΤΗΝ ΑΝΓΚΟΡ, ΣΤΗ ΓΗ ΤΩΝ ΧΜΕΡ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΚΑΜΠΟΤΖΗ 3 - ΑΝΓΚΟΡ, Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΩΝ ΝΑΩΝ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΚΑΜΠΟΤΖΗ 4 - ΟΙ ΚΟΚΚΙΝΟΙ ΚΡΕΝΓΚ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΚΑΜΠΟΤΖΗ 5 - ΑΜΦΙΒΙΑ ΧΩΡΑ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΚΑΜΠΟΤΖΗ 6 - ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΚΑΜΠΟΤΖΗ 7 - ΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑΤΙΚΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΩΝ ΧΜΕΡ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν
ΚΑΜΠΟΤΖΗ 8 – Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΟΤΗΤΑΣ | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν